Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Danish
Dutch
English
French
German
Italian
Polish
Portuguese
Spanish
Terms
for subject
Economy
containing
βιωσιμότητα
|
all forms
Greek
German
ανάλυση της
βιωσιμότητας
του χρέους
Schuldentragfähigkeitsanalyse
ανάλυση της
βιωσιμότητας
του χρέους
Schuldentragbarkeitsanalyse
δημιουργία προϋποθέσεων
βιωσιμότητας
Rückkehr zur Rentabilität
δημιουργία προϋποθέσεων
βιωσιμότητας
Rückkehr zur Funktionsfähigkeit
Ινστιτούτο για το Περιβάλλον και τη
Βιωσιμότητα
Institut für Umwelt und Nachhaltigkeit
κριτήριο
βιωσιμότητας
μιας τράπεζας
Kriterium für die Existenzfähigkeit einer Bank
οικονομική
βιωσιμότητα
Rentabilität
οικονομική
βιωσιμότητα
wirtschaftliches Überleben
οικονομική
βιωσιμότητα
finanzielle Nachhaltigkeit
Ομάδα υψηλού επιπέδου για τη
βιωσιμότητα
του περιβάλλοντος παγκοσμίως
Hochrangige Gruppe für globale Nachhaltigkeit
όριο
βιωσιμότητας
Durchführbarkeitsgrenze
Get short URL