DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Economy containing σταθερά | all forms
GreekDanish
ΑΕΠ σε σταθερές τιμές; ΑΕΠ σε πραγματικούς όρουςbruttonationalprodukt i faste priser
ΑΕΠ σε σταθερές τιμές; ΑΕΠ σε πραγματικούς όρουςrealt bruttonationalprodukt
ΑΕΠ σε σταθερές τιμές; ΑΕΠ σε πραγματικούς όρουςBNP udtrykt i mængde
αξία σε σταθερές τιμές των αγαθών που αγοράζονται για μεταπώληση από τους εμπορικούς κλάδουςværdien i faste priser af varer,som er videresolgt af engros-eller detailhandelen
αξία σε σταθερές τιμές των αγαθών που επαναπωλούνταιværdien i faste priser af varer,som er købt med henblik på videresalg
καταθέσεις που παραμένουν σταθερέςstabile indlån
λογαριασμοί και πίνακες σε σταθερές τιμέςkonti og tabeller i faste priser
μέθοδος υπολογισμού μειώσεως αξίας διά σταθεράς εισφοράς κατ'ετησίαν χρήσινlineær afskrivning
μεταβολές της "αξίας σε σταθερές τιμές"ændringer i faste priser
AEΠ σε σταθερές τιμέςrealt BNP
AEΠ σε σταθερές τιμέςBNP udtrykt i mængde
AEΠ σε σταθερές τιμέςBNP i faste priser
προϋπολογισμός σταθερών δαπανών έργουstatisk udgiftsprognose
σε σταθερές τιμέςi faste priser
σειρές των αξιών σε σταθερές τιμέςmængdeindeks i faste priser
σταθερές και ισόρρροπες οικονομικές σχέσειςstabile og afbalancerede økonomiske forhold
σταθερές τιμέςi faste priser
σταθμισμένος δείκτης τιμών με σταθερές σταθμίσειςprisindeks med faste vægte
στοιχεία σε σταθερές τιμέςtal i faste priser
υπολογισμός της αμοιβής εξαρτημένης εργασίας σε σταθερές τιμέςman beregner lønningerne og arbejdsgiverbidragene i faste priser
υπολογισμός της ενδιάμεσης ανάλωσης σε σταθερές τιμέςberegning af forbruget af rå-og hjælpestoffer i faste priser
υπολογισμός των υφιστάμενων αγαθών πάγιου κεφαλαίου σε σταθερές τιμέςberegning af kapitalapparatet i faste priser