DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Metallurgy containing περιοχή | all forms
GreekDanish
δακτυλιοειδής γυμνή περιοχή επαφής του ηλεκτροδίουelektrodes ubeklædte midte
ελεύθερη περιοχήfrit rum
ευθραυστότητα στην κυανή περιοχήblåskørhed
η περιοχή γάμα περιορίζεται από εναν βρόγχο διαλυτότηταςgamma-området er begrænset af en krum opløselighedskurve
κρίσιμη περιοχήomdannelsesområdet
μεταβατική περιοχήoverløb
μεταβατική περιοχή φρέζας για την έναρξη της κοπήςindløbsstykke
μορφολογία των μικροδομικών χαρακτήρων στην περλιτική περιοχήdannelsesformer for strukturbestanddelene i perlitområdet
περιοχή αναφοράςreferenceareal
περιοχή αφαίρεσης των κεφαλών και των στομίων πλήρωσηςudslagningsplads
περιοχή γεμάτη κρούστεςtvillingemærker
περιοχή δειγματοληψίαςreferenceareal
περιοχή επιφάνειαςareal
περιοχή εργασίαςarbejdssted
περιοχή κατασκευής καλουπιώνformeriet
περιοχή κοπήςskæreområde
περιοχή μαγνητικού οπλισμούståltværsnit
περιοχή μετασχηματισμούomdannelsesområdet
περιοχή πάχους των δοκιμίωνtykkelsesinterval for prøverne
περιοχή πήξηςstørkningsinterval
περιοχή παραμόρφωσηςdeformationszone
περιοχή προσβολήςmørkt ætsende område
περιοχή στερεοποίησηςstørkningsinterval
περιοχή τάσηςspændingsvidde
περιοχή τιμών θερμοκρασίας ανακρυστάλλωσηςrekrystallisationstemperatur
περιοχή χυσίματοςstøbeplads
πλαστική περιοχήplastisk område
σκληρή περιοχήhårde pletter
στην μαρτενσιτική περιοχή πραγματοποιείται μια συμπαγής εξέλιξηved martensitdannelsen optræder der kohærent vækst
στην περιοχή της δεύτερης καμπύλης C,το προϊόν που αποσυντίθενται είναι βεανίτηςi området for den anden C-kurve er omdannelsesproduktet bainit
σύνθετη περιοχήlegeringsområde