DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Finances containing μοντέλο | all forms
GreekDanish
εσωτερικό μοντέλο διαχείρισης του κινδύνουintern risikostyringsmodel
κοινοτικό μοντέλο υψηλότερης ποιότηταςhøjere kategori af TVLB, der fremstilles i fællesskabet
μοντέλο αγοράςmarkedsmodel
μοντέλο αποτίμησης δικαιωμάτων αγοράς πώλησης Black-ScholesBlack-Scholes prisfastsættelsesmodel for optioner
μοντέλο αποτίμησης δικαιωμάτων προαίρεσηςoptionsprisfastsættelsesmodel
μοντέλο αποτίμησης δικαιωμάτων προαίρεσηςmodel for optionsprisfastsættelse
μοντέλο διαχείρισης ενεργητικού-παθητικούporteføljesammensætning
μοντέλο ευαισθησίαςfølsomhedsmodel
μοντέλο μοναδικού δείκτηmarkedsmodel
μοντέλο σημείων δεδομένωνdatapunktmodel
μοντέλο σημείων δεδομένωνDPM
μοντέλο σταθερής αύξησηςkonstantvækstmodel
μοντέλο σταθερής αύξησηςGordon Shapiro-model
τριφασικό μοντέλο προεξόφλησης μερίσματοςtrefaset udbyttereduktionsmodel