DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Industry containing μετρητής | all forms
GreekDanish
μετρητής βάθους πέλματοςmønsterdybdemåler
μετρητής δευτερολέπτωνstopur
μετρητής δευτερολέπτωνsekundur
μετρητής ελέγχου με ακτίνες βήταtykkelsesmåler der anvender betastråler
μετρητής ελέγχου με ακτίνες γάμμαtykkelsesmåler der anvender gammastråler
μετρητής ελευθεριώνfølelære
μετρητής ιονισμούapparat til måling af statisk elektricitet
μετρητής κλωστώνtrådtæller
μετρητής μήκουςlængdemåler
μετρητής με αυλακώσεις και γραμμοσύρτηopmærkningslære
μετρητής με αυλακώσεις και γραμμοσύρτηafmærkningsskydelære
μετρητής σκόνης υφάσματος με σύρμαmetaldetektor til brede varer
μετρητής σπειρώματος κοχλίαgevindlære
μετρητής στρέψεωςtorsiometer
μετρητής της χρονικής διάρκειας τηλεφωνικών συνδιαλέξεωνur til måling af telefonsamtaler
μετρητής της χρονικής διάρκειας τηλεφωνικών συνδιαλέξεωνkalkulograf
μετρητής ωριμότηταςmodenhedsmåler