DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Metallurgy containing λόγος | all forms
GreekDanish
λόγος επιφάνειας επαφήςrelativt bæreareal
λόγος κάλυψης της εγκάρσιας επιφάνειας διατομής προς την κάλυψη πυρήναforholdet mellem tværsnitsarealet af en elektrodes beklædning og kerne
λόγος κοίλανσηςtrækforhold
λόγος μήκους επαφήςbærefaktor
λόγος μαγγανίου προς θείοmangan-svovl-forholdet
λόγος συμπίεσηςspåntykkelsesstukning
λόγος συμπίεσης διατομών αποβλίττουspåntværsnitsstukning
λόγος συμπίεσης μήκους αποβλίττουspånlængdestukning
λόγος συμπίεσης πάχους αποβλίττουspåntykkelsesstukning
λόγος συμπίεσης πλάτους αποβλίττουspånbreddestukning
λόγος του Poissonpoisson's tal
λόγος χώρων υποδοχής αποβλίττωνspånvolumenforøgelse