DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject General containing κανόνας | all forms
GreekDanish
γενικός κανόνας της Συνθήκηςalmindelig traktatregel
διαπιστευτικός κανόναςakkrediteringsbestemmelse
κανόνας ανεξάρτητος από το περιβάλλονkontekstfri regel
κανόνας δημοσίευσης των αποτελεσμάτων των ψηφοφοριώνregel for offentliggørelse af stemningsresultater
κανόνας εξηρτημένος από το περιβάλλονkontekstbundet regel
κανόνας εξηρτημένος από το περιβάλλονkontekstafhængig regel
κανόνας επαναγραφήςgenskrivningsregel
κανόνας της τριακονταετίας30-års-regel
κανόνας του 9 στα εγκαύματα9%-reglen
συμφραστικά ελεύθερος κανόναςkontekstfri regel
συμφραστικά ευαίσθητος κανόναςkontekstbundet regel
συμφραστικά ευαίσθητος κανόναςkontekstafhængig regel