DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Transport containing μοντέλο | all forms
GreekPortuguese
ιδιωτικά αυτοκίνητα που αντιστοιχούν σε βασικό μοντέλο της σειράς προϊόντων που αναφέρεται στη συμφωνίαviaturas específicas correspondentes a um modelo da gama abrangida pelo acordo
μοντέλο γένεσης κυκλοφορίαςmodelo de geração de tráfego
μοντέλο δείκτη ιδιοκτησίας αυτοκινήτουmodelo de previsão do parque automóvel
μοντέλο καταμερισμού των μετακινήσεων στο οδικό δίκτυοmodelo de atribuição de tráfego
μοντέλο κατανομής κυκλοφορίαςmodelo de distribuição de tráfego
μοντέλο συσκευής βασικής εκπαίδευσης με όργαναmodelo de dispositivo de treino de instrumentos básicos
μοντέλο συσκευής βασικής εκπαίδευσης με όργαναmodelo de BITD
συγκοινωνιακό μοντέλοmodelo de tráfego
συγκοινωνιακό μοντέλοmodelo sequêncial
χρήση του προτύπου σαν μοντέλο πτήσηςconceção "protovoo"