Subject | Greek | Portuguese |
met. | έλεγχος καταλληλότητας για κοπή | ensaio de aptidão ao corte |
commun. | έλεγχος καταλληλότητας και πιστοποίηση των τεχνολογιών των πληροφοριών και των προϊόντων στον τομέα των τηλεπικοινωνιών | validação e certificação de produtos das TI e telecomunicações |
tech. | έλεγχος καταλληλότητας λεπτών υμενίων | qualificação de película fina |
transp., avia. | αξιολόγηση καταλληλότητας εκπαιδευτικής συσκευής εξομοίωσης πτήσης | qualificação de dispositivos de treino em voo simulado |
transp., avia. | αξιολόγηση καταλληλότητας εκπαιδευτικής συσκευής εξομοίωσης πτήσης | qualificação de FSTD |
gen. | αποστολή για τον έλεγχο της καταλληλότητας των εγκαταστάσεων | missão de verificação das instalações |
h.rghts.act., IT | απόφαση καταλληλότητας | decisão relativa à adequação do nível de proteção dos dados |
dat.proc. | αρχή καταλλήλότητας των δεδομένων | princípio da qualidade adequada dos dados |
proced.law. | βεβαίωση καταλληλότητας για υιοθεσία | autorização para a adopção |
law, econ. | γνωμοδότηση σχετικά με την ικανότητα και καταλληλότητα συμμετέχοντα | parecer referente à capacidade jurídica |
gen. | δήλωση ΕΚ συμμόρφωσης και καταλληλότητας χρήσης | declaração CE de conformidade e de aptidão para a utilização |
transp. | Διεθνές πιστοποιητικό καταλληλότητας για τη μεταφορά επικίνδυνων χημικών προϊόντων χύδην | Certificado internacional para o transporte de produtos químicos perigosos a granel |
transp., polit. | διεθνές πιστοποιητικό καταλληλότητας για τη μεταφορά επικινδύνων ουσιών εις χύμα | certificado internacional para o transporte de produtos químicos perigosos a granel |
transp. | Διεθνές πιστοποιητικό καταλληλότητας για τη μεταφορά υγροποιημένων αερίων χύδην | Certificado internacional para o transporte de gases liquefeitos a granel |
IT, dat.proc. | δοκιμή καταλληλότητας πριν την εισαγωγή των δεδομένων | validação da introdução de dados |
el. | δοκιμή καταλληλότητας πτήσης | prova de qualificação para voo |
transp., construct. | εκτίμηση της καταλληλότητας μιας θέσης | parecer sobre as condições de um local |
transp., construct. | εκτίμηση της καταλληλότητας μιας θέσης | parecer sobre a qualidade dum local |
health. | Ευρωπαϊκό Κέντρο για την Εξακρίβωση της Καταλληλότητας των Εναλλακτικών Μεθόδων | Centro Europeu de Validação de Métodos Alternativos |
pharma., environ., R&D. | Ευρωπαϊκό Κέντρο για την Εξακρίβωση της Καταλληλότητας των Εναλλακτικών Μεθόδων' Ευρωπαϊκό Κέντρο για την Επικύρωση Εναλλακτικών Μεθόδων | Centro Europeu de Validação de Métodos Alternativos |
social.sc. | ευρωπαϊκός κώδικας υγειονομικής καταλληλότητας | código europeu sobre as condições de higiene |
gen. | κανονιστική καταλληλότητα | adequação da regulamentação |
met. | καταλληλότητα για διάτμηση | aptidão puncionamento |
met. | καταλληλότητα για διάτμηση | aptidão ao corte |
met. | καταλληλότητα για διέλαση για ψυχρή διέλαση | aptidão à extrusão a frio |
met. | καταλληλότητα για εγχάραξη-κοπή | aptidão puncionamento |
met. | καταλληλότητα για εγχάραξη-κοπή | aptidão ao corte |
met. | καταλληλότητα για επικάλυψη | aptidão à aplicação de um revestimento superficial |
met. | καταλληλότητα για θερμοσφυρηλάτηση | aptidão à estampagem com matrizes a quente |
met. | καταλληλότητα για ολκή ράβδων | aptidão à estiragem das barras |
met. | καταλληλότητα για παραμόρφωση με ανατροπή | aptidão à deformação por esmagamento |
transp. | καταλληλότητα για σύστημα οδήγησης στα δεξιά | especialização para a circulação à direita |
met. | καταλληλότητα για την παραγωγή ραφής σωλήνων | aptidão ao fabrico de tubos soldados |
met. | καταλληλότητα για ψυχρή διαμόρφωση σε έλαστρα | aptidão à enformação sobre rolos |
met. | καταλληλότητα επιφάνειας για επικάλυψη | aptidão ao revestimento de superfície |
met. | καταλληλότητα πελμάτωσης χωρίς ρωγμάτωση σε μηχανική πρέσσα | aptidão à bordadura sem fenda em prensas mecânicas |
transp., nautic., fish.farm. | καταλληλότητα προς πλου | navegabilidade |
gen. | καταλληλότητα προς πλου | estado de navegabilidade |
transp. | καταλληλότητα προς χρήση | aptidão para utilização |
polit. | καταλληλότητα της νομικής βάσης | pertinência da base jurídica |
environ. | καταλληλότητα του NIMBY | atitude "NIMBY" |
econ., mun.plan. | καταλληλότητα του NIMBY/σύνδρομο "όχι στην αυλή μου" | fenómeno NIMBY |
econ., mun.plan. | "καταλληλότητα του NIMBY/σύνδρομο ""όχι στην αυλή μου""" | atitude "NIMBY" |
gen. | καταλληλότητα των εργαζομένων για εργασία | capacidade para o trabalho |
market. | καταλληλότητα των προσφερόμενων υπηρεσιών | conformidade do serviço |
fin. | κριτήρια καταλληλότητας | critérios de elegibilidade |
tech. | πιστοποιητικό καταλληλότητας | certificado de qualificação |
food.ind. | πιστοποιητικό καταλληλότητας | Certificado de Polícia Sanitária |
food.ind. | πιστοποιητικό καταλληλότητας | certificado sanitário |
gen. | πιστοποιητικό καταλληλότητας | certificado de salubridade |
transp., polit. | πιστοποιητικό καταλληλότητας για τη μεταφορά επικινδύνων ουσιών εις χύμα | certificado para o transporte de produtos químicos perigosos a granel |
transp. | πιστοποιητικό καταλληλότητας για τη μεταφορά υγροποιημένων αερίων εις χύμα | certificado para o transporte de gases liquefeitos a granel |
med. | προέλεγχος καταλληλότητας συσχετισμένων μοντέλων | pré-validação de modelos associados |
transp., mater.sc. | προδιαγραφές δοκιμής καταλληλότητας | especificação de ensaio qualificação |
gen. | Πρόγραμμα βελτίωσης της καταλληλότητας και της αποδοτικότητας του κανονιστικού πλαισίου | programa para a adequação e a eficácia da regulamentação |
health., food.ind. | σήμα καταλληλότητας | marca sanitária |
health., food.ind. | σήμα καταλληλότητας | marca de salubridade |
health., food.ind. | σφραγίδα καταλληλότητας | marca sanitária |
health., food.ind. | σφραγίδα καταλληλότητας | marca de salubridade |