DictionaryForumContacts

   Greek English
Terms for subject Mechanic engineering containing χαλύβδινο | all forms
GreekEnglish
μονωτικός σωλήνας με χαλύβδινο οπλισμόsteel armoured tubing
χαλύβδινο συρματόσχοινοsteel wire rope
χαλύβδινο συρματόσχοινο διασταυρούμενης συστροφήςordinary lay rope
χαλύβδινο συρματόσχοινο με πλέξιμο LangLangs lay rope
χαλύβδινο συρματόσχοινο με πλέξιμο LangLangs lay
χαλύβδινο συρματόσχοινο παράλληλης συστροφήςLangs lay rope
χαλύβδινο συρματόσχοινο παράλληλης συστροφήςLangs lay
χαλύβδινο συρματόσχοινο σταυρωτού πλεξίματοςordinary lay rope
χαλύβδινο χώρισμαdividing steel