Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Arabic
Danish
Dutch
English
French
German
Italian
Polish
Portuguese
Spanish
Terms
for subject
Natural sciences
containing
υπο
|
all forms
Greek
English
αντιδραστήρας ύδατος
υπό
πίεση
pressurised-water reactor
απόδοσις υδατοκαταναλώσεως
υπό
καλλιεργείας
moisture-utilization efficiency
απόδοσις υδατοκαταναλώσεως
υπό
καλλιεργείας
water-utilization efficiency
απόδοσις υδατοκαταναλώσεως
υπό
καλλιεργείας
moisture-use efficiency
δισδιάστατη ηλεκτροφόρηση
υπό
μικροβαρύτητα
two-dimensional electrophoresis under micro-gravity
ικανότης υδατοσυγκρατήσεως
υπό
φυτοκαλύψεως
interception capacity
ινοκρύσταλλος
υπό
μονοκρυσταλλική μορφή
monocrystalline whisker
ινοκρύσταλλος
υπό
πολυκρυσταλλική μορφή
polycrystalline whisker
καύση ρευστοποιημένης κλίνης
υπό
πίεση
pressurised fluidised bed combustion
μάζα της εκροφημένης
υπό
δοκιμή ουσίας
mass of the test substance desorbed
μεταφορέας
υπό
κλίση
inclined conveyor
οπτική ανακλαστικότητα
υπό
υψηλή πίεση
optical reflectivity under high pressure
παραμόρφωση
υπό
την επίδραση της βαρύτητας
gravitational deformation
προσβολή εκ μυκήτων
υπό
την επίδρασιν χιόνος
snow mould
προσβολή εκ μυκήτων
υπό
την επίδρασιν χιόνος
snow blight
υετός
υπό
στερεάν μορφήν
snowfall
υπό
δοκιμή μάζα
testing mass
Get short URL