DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Sociology containing τα | all forms
GreekEnglish
αύξηση των μειώσεων για τις οικογενειακές επιβαρύνσειςto increase family tax allowance
"εξάτμιση" της πολιτικής ισότητας των φύλωνgender policy evaporation
Κοινοτικός Χάρτης των θεμελιωδών κοινωνικών δικαιωμάτων των εργαζομένωνCommunity Charter of the Fundamental Social Rights of Workers
κοινωνική προστασία των εργαζομένωνsocial protection of workers
Σύμβαση για τις συντάξεις των ναυτικώνSeafarers' Pensions Convention
Σύμβαση για τις συντάξεις των ναυτικώνConvention concerning Seafarers' Pensions
ταμείο που δημιουργείται από εισφορές εργαζομένων και εργοδότη για όφελος των εργαζομένωνcloth cap scheme