Subject | Greek | English |
market. | έκθεση ελεγκτών που περιέχει κριτική για την τήρηση των βιβλίων | disclaimer of opinion |
insur. | βεβαίωση για την εγγραφή των μελών της οικογένειας μισθωτού ή μη μισθωτού και την τήρηση των καταστάσεων | certificate for the registration of members of the employed or self-employed person's family and the updating of lists |
insur. | βεβαίωση για την εγγραφή των μελών της οικογένειας μισθωτού ή μη μισθωτού και την τήρηση των καταστάσεων | E109 form |
insur. | βεβαίωση για την εγγραφή των συνταξιούχων και την τήρηση των καταστάσεων | certificate for the registration of pensioners and the updating of lists |
insur. | βεβαίωση για την εγγραφή των συνταξιούχων και την τήρηση των καταστάσεων | E121 form |
law | για την μη τήρηση προθεσμιών μπορεί να ασκηθεί προσφυγή | the non-respect of dates is actionable |
gen. | δήλωση για την τήρηση συγκεκριμένων συνταγματικών επιταγών | constitutional declaration |
law | διάταγμα για την ποιότητα του ποσίμου ύδατος και την τήρηση των ορίων για τις τοξικές ουσίες | Safe Drinking Water and Toxic Enforcement Act |
interntl.trade., mech.eng. | Διεθνής συμφωνία για την τήρηση ομαλών και δικαίων όρων ανταγωνισμού στους τομείς της ναυπήγησης και επισκευής εμπορικών πλοίων | International agreement on adherence to normal and fair conditions of competition in the commercial shipbuilding and ship repair sector |
gen. | ελέγχουν την τήρηση του κανόνος που διατυπώνεται στην παράγραφο 1 | to secure compliance with the rule laid down in paragraph l |
law | εξασφαλίζουν την τήρηση των απαγορεύσεων | to ensure compliance with the prohibitions |
law | εξασφαλίζω την τήρηση του δικαίου | ensure that the law is observed |
insur. | εσφαλμένη τήρηση του νόμου | misfeasance |
gen. | η Eπιτροπή απαιτεί την τήρηση και υποβολή καταστάσεων δραστηριότητος | the Commission shall require that operating records be kept and produced |
IT | ηλεκτρονικό αρχείο; τήρηση βιβλίων με υπολογιστή | computerised file |
IT | ηλεκτρονικό αρχείο; τήρηση βιβλίων με υπολογιστή | automated filing system |
empl., min.prod. | κατώτερος ναυτικός που συμμετέχει σε τήρηση φυλακής | rating forming part of a watch |
market., commun. | λογιστική μέθοδος που χρησιμοποιείται κατά την τήρηση των λογαριασμών | accounting method used in the preparation of the accounts |
polit. | μέτρα για την τήρηση της τάξης' ανακαλώ στην τάξη | order in the Chamber |
commun., mech.eng. | μανομετρική τήρηση του ύψους | manometric lock of altitude |
fin. | μη τήρηση ενός όρου | failure to fulfil a condition |
fin. | μη τήρηση ενός όρου | non-compliance with a condition |
fin. | μη τήρηση ενός όρου | failure to comply with a condition |
law, fin. | μη τήρηση καταλλήλων βιβλίων | failing to keep proper records |
fin. | μη τήρηση της προθεσμίας | failure to submit by the final date |
transp. | μη τήρηση του ωραρίου του δρομολογίου | non-observance of the timetable |
law | μη τήρηση των διαδικαστικών εγγυήσεων | failure to observe due process |
lab.law. | μη τήρηση των κανόνων ασφαλείας | failure to comply with safety regulations |
law | μη τήρηση των προθεσμιών καταβολής | failure to observe time-limits for payment |
fin. | μη τήρηση των τύπων που υπαγορεύονται από τον δημοσιονομικό κανονισμό | failure to observe formalities prescribed by the Financial Regulation |
law | μηχανισμός έγκαιρης προειδοποίησης όσον αφορά την τήρηση της αρχής της επικουρικότητας | subsidiarity early warning mechanism |
law | μηχανισμός έγκαιρης προειδοποίησης όσον αφορά την τήρηση της αρχής της επικουρικότητας | subsidiarity early warning system |
law | μηχανισμός έγκαιρης προειδοποίησης όσον αφορά την τήρηση της αρχής της επικουρικότητας | early warning system |
commer., polit., interntl.trade. | Μνημόνιο Συμφωνίας για την τήρηση των απαλλαγών από υποχρεώσεις στο πλαίσιο της Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου του 1994 | Understanding in Respect of Waivers of Obligations under the General Agreement on Tariffs and Trade 1994 |
econ., insur. | Συμφωνία σχετικά με την τήρηση ομαλών συνθηκών ανταγωνισμού στον κλάδο ναυπήγησης και επισκευής εμπορικών πλοίων | Agreement respecting Normal Competitive Conditions in the Commercial Shipbuilding and Repair Industry |
transp., industr. | συμφωνία σχετικά με την τήρηση ομαλών συνθηκών ανταγωνισμού στον κλάδο ναυπήγησης και επισκευής πλοίων | Agreement respecting normal competitive conditions in the shipbuilding and repair industry |
transp., industr. | συμφωνία σχετικά με την τήρηση ομαλών συνθηκών ανταγωνισμού στον κλάδο ναυπήγησης και επισκευής πλοίων | Agreement respecting normal competitive conditions in the commercial shipbuilding and repair industry |
comp., MS | σύνολο μέσων για τήρηση αντιγράφων ασφαλείας | backup media pool (A logical collection of data-storage media that has been reserved for use by Microsoft Windows Backup. Backup uses Removable Storage to control access to specific media within a library) |
IT, transp. | τήρηση απόστασης | headway control |
IT | τήρηση αρχείου ημερολογίου | logging |
transp. | τήρηση ασφαλούς φυλακής | to maintain a safe watch |
fin. | τήρηση βιβλίων διαρκούς απογραφής | keeping of inventories |
transp. | τήρηση δρομολογίου | schedule adherence |
IT | τήρηση ενός μόνον κλειδιού | keeping a single key |
gen. | τήρηση ευλόγων ορίων στις τιμές | to ensure that equitable limits are observed |
IT | τήρηση ημερολογίου κινήσεων | journalling |
transp. | τήρηση ημερολογίου μηχανής | machinery space logbook |
commun. | τήρηση κατά προτεραιότητα | priority hold |
fin. | τήρηση κατ'αριθμό και κατ'αξία | permanent inventory showing quantity and value |
fin. | τήρηση λογαριασμών κινητών αξιών που βρίσκονται σε παρακατάθεση | custody account bookkeeping |
market. | τήρηση λογιστικών βιβλίων | correct bookkeeping |
environ. | τήρηση λογιστικών βιβλίων | bookkeeping The art or science of recording business accounts and transactions |
fin. | τήρηση λογιστικών βιβλίων | book keeping |
environ. | τήρηση λογιστικών βιβλίων/λογιστική | bookkeeping |
fin. | τήρηση λογιστικών στοιχείων | record keeping |
commun., IT | τήρηση προτεραιότητας | priority hold |
commun., transp. | τήρηση σε αιώρηση | hover control |
transp. | τήρηση σκάφους εκτός των κοιλωμάτων των κυμάτων | to keep a ship out of a sea trough |
commun., transp. | τήρηση στάσης πτήσης | attitude hold |
law | τήρηση συνθηκών | observance of treaties |
law | τήρηση της δημόσιας τάξης | maintenance of law and order |
law | τήρηση της δημόσιας τάξης και διαφύλαξη της εσωτερικής ασφάλειας | the maintenance of law and order and the safeguarding of internal security |
fin. | τήρηση της λογιστικής | keeping of the accounts |
law | τήρηση της νομιμότητας | due process of law |
law | τήρηση της νομιμότητας | due process |
lab.law. | τήρηση της σήμανσης του εξοπλισμού | to follow markings on equipment |
law | τήρηση του απορρήτου | preservation of confidentiality |
nat.sc., agric. | τήρηση του γενεαλογικού βιβλίου | herdbook keeping |
gen. | τήρηση του δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας | enforcement of copyright |
fin. | τήρηση του λογιστηρίου | keeping of the accounts |
law | τήρηση τoυ vόμoυ και της τάξης | maintenance of law and order |
agric. | τήρηση των γενεαλογιών | recording pedigrees |
transp., polit. | τήρηση των διεθνών προδιαγραφών όσον αφορά την ασφάλεια της ζωής στη θάλασσα | compliance with international standards on safety at sea |
gen. | τήρηση των ισχυόντων νόμων | compliance with the laws in force |
gov. | τήρηση των κειμένων νόμων | compliance with the laws in force |
fin. | τήρηση των λογιστικών βιβλίων | keeping of the accounts |
law | τήρηση των συνθηκών σε ισχύ | continuance in force of treaties |
econ., market. | τήρηση των τιμών | price observation |
fin. | τήρηση των υποχρεωτικών ελάχιστων αποθεματικών κατά μέσο όρο | averaging provision |
law | τήρηση των φακέλων των εκκρεμών υποθέσεων | maintaining the files of pending cases |
transp. | τήρηση φυλακών | watchkeeping |
market., agric. | υπηρεσία για την τήρηση λογιστικών στοιχείων των εκμεταλλεύσεων | service for the keeping of farm accounts |