DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Environment containing σωλήνωση | all forms
GreekEnglish
σωλήνας/σωλήνωση/στήλη μεταλλεύματος/αγωγός/πίπαpipe
σωλήνωση τροφοδοσίαςfeed pipe
σωλήνωση τροφοδοσίαςsupply line
σωλήνωση τροφοδοσίαςfeeder
σωλήνωση τροφοδοσίαςfeed conduit