Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Bulgarian
Czech
Danish
Dutch
English
French
German
Italian
Lithuanian
Polish
Portuguese
Romanian
Russian
Spanish
Terms
for subject
Transport
containing
συνδετήρας
|
all forms
Greek
English
απόσταση μεταξύ
συνδετήρων
ζεύξης
length between couplings
ασφάλιση των
συνδετήρων
ζεύξης
securing of couplings
διάκενο των
συνδετήρων
ζεύξης
slack of couplings
διάκενο των
συνδετήρων
ζεύξης
play of couplings
διχαλωτός
συνδετήρας
της γραμμής επαφής
hanger
διχαλωτός
συνδετήρας
της γραμμής επαφής
dropper
εκκεντρότητα των
συνδετήρων
ζεύξης
coupler centre-line offset
μετατόπιση των
συνδετήρων
ζεύξης μακρυά από τον άξονα
coupler centre-line offset
οριακό φορτίο των
συνδετήρων
έλξης
maximum coupling-load
πλαίσιο συγκράτησης
συνδετήρων
ασκών καυσίμου
fuel cell fastener retainer
συνδετήρας
ανύψωσης
suspension grip
συνδετήρας
απλός
single clip
συνδετήρας
ασφαλείας
safety shackle
συνδετήρας
βαγονίων
link span
συνδετήρας
για τη συναρμολόγηση λιποκιβωτίου
stirrup of axle box
συνδετήρας
διατρητικής μηχανής
drill yoke
συνδετήρας
ενός εντατήρα
looped coupling link
συνδετήρας
ενός εντατήρα
bent coupling link
συνδετήρας
ενός εντατήρα
bent coupling ring
συνδετήρας
ενός εντατήρα
D link
συνδετήρας
ηλεκτρικής επαφής
contact shoe
συνδετήρας
ιμάντα
belt-fastener
συνδετήρας
ιμάντα
belt-clip
συνδετήρας
ιμάντα
belt fastener
συνδετήρας
ιμάντα
belt clip
συνδετήρας
στερέωσης
staying strap
συνδετήρας
σύσφιγξης
securing strap
συνδετήρας
σύσφιγξης
clamp strap
τζόγος των
συνδετήρων
ζεύξης
slack of couplings
τζόγος των
συνδετήρων
ζεύξης
play of couplings
χαλάρωση των
συνδετήρων
ζεύξης
loosening of couplings
χαλαρώνω το
συνδετήρα
ζεύξης
to
release the coupling
χαλαρώνω το
συνδετήρα
ζεύξης
to
loosen the coupling
χαλαρώνω το
συνδετήρα
ζεύξης
to
disengage the coupling
όριο φόρτωσης των
συνδετήρων
έλξης
maximum coupling-load
Get short URL