DictionaryForumContacts

   Greek English
Terms for subject Medical containing συμμετρικό | all forms
GreekEnglish
ομώνυμη ημιανοψία κατά την οποία το έλλειμμα των δύο οπτικών πεδίων δεν είναι συμμετρικόincongruent hemianopsia
ομώνυμη ημιανοψία κατά την οποία το έλλειμμα των δύο οπτικών πεδίων είναι συμμετρικό και ταυτόσημοcongruent hemianopsia
συμμετρικό λουλούδιregular flower
συμμετρικό λουλούδιactinomorphic flower