DictionaryForumContacts

   Greek English
Terms for subject Communications containing συμμετρικό | all forms
GreekEnglish
μετασχηματιστής σύζευξης συμμετρικού με μη συμμετρικό σύστημα ή στοιχείοbalun
μετασχηματιστής σύζευξης συμμετρικού με μη συμμετρικό σύστημα ή στοιχείοbalun transformer
μετασχηματιστής σύζευξης συμμετρικού με μη συμμετρικό σύστημα ή στοιχείοbalanced-to-unbalanced transformer
συμμετρικό ηλεκτρικό φορτίοbalanced load