DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Industry containing ρούχα | all forms
GreekEnglish
αργαλειός για μάλλινα πανιά και ρούχαloom for woollen and worsted
βάττα για παλτά και ρούχαquilting cotton
πλεκτά ρούχα εξώρουχαknitted outerwear
ύφασμα για ρούχα πεννιέ βαμμένο διαγωνάλ 2/2 που παράγεται από μαλλί διασταυρωμένοestamene
ύφασμα για ρούχα του τέννιςtennis cloth