Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Arabic
Azerbaijani
Bengali
Bulgarian
Chinese
Croatian
Czech
Danish
Dutch
English
Estonian
French
German
Hebrew
Hindi
Italian
Japanese
Latvian
Lithuanian
Persian
Polish
Portuguese
Punjabi
Romanian
Russian
Serbian Latin
Spanish
Tatar
Vietnamese
Terms
for subject
Accounting
containing
μεταφορά
|
all forms
Greek
English
αποτελέσματα μεταφερόμενα "εις νέον"; αποτελέσματα εκ
μεταφοράς
profit or loss brought forward
εξοπλισμός
μεταφορών
transport equipment
εσωτερικές
μεταφορές
internal transfers
εσωτερικές
μεταφορές
cash clearing account
κόστος
μεταφορών
transport costs
λογαριασμός εσόδων εκ
μεταφοράς
προηγούμενης χρήσης
profit carried forward from previous year
λογαριασμός εσόδων εκ
μεταφοράς
προηγούμενης χρήσης
surplus carried forward from previous year
λογαριασμός εσόδων εκ
μεταφοράς
προηγούμενης χρήσης
retained earnings
λογαριασμός εσόδων εκ
μεταφοράς
προηγούμενης χρήσης
profit brought forward
λογαριασμός εσόδων εκ
μεταφοράς
προηγούμενης χρήσης
balance carried forward from previous year
λογαριασμός εσόδων εκ
μεταφοράς
προηγούμενης χρήσης
balance carried over from last year
λογαριασμός εσόδων εκ
μεταφοράς
προηγούμενης χρήσης
brought forward from preceding fiscal year
λογαριασμός εσόδων εκ
μεταφοράς
προηγούμενης χρήσης
balance brought forward from previous year
μεταφορά
υπολοίπων
balance to be carried over
μεταφορά
υπολοίπων
carry forward into subsequent period
μεταφορά
υπολοίπων
opening balance
μεταφορά
υπολοίπων
profit balance to be carried forward
μεταφορά
υπολοίπων
surplus carried forward to new account
μεταφορά
υπολοίπων
profit carried forward
μεταφορά
υπολοίπων
carry-forward
μεταφορά
υπολοίπων
balance carried forward to new account
μεταφορά
υπολοίπων
balance carried
μεταφορά
υπολοίπων εις επομένη χρήση
opening balance
μεταφορά
υπολοίπων εις επομένη χρήση
profit carried forward
μεταφορά
υπολοίπων εις επομένη χρήση
surplus carried forward to new account
μεταφορά
υπολοίπων εις επομένη χρήση
profit balance to be carried forward
μεταφορά
υπολοίπων εις επομένη χρήση
balance carried forward to new account
μεταφορά
υπολοίπων εις επομένη χρήση
balance to be carried over
μεταφορά
υπολοίπων εις επομένη χρήση
carry-forward
μεταφορά
υπολοίπων εις επομένη χρήση
carry forward into subsequent period
μεταφορά
υπολοίπων εις επομένη χρήση
balance carried
μεταφορές
αγαθών
αντιμετώπιση
transportation of goods
υπηρεσίες
μεταφορών
, αποθήκευσης και επικοινωνιών
transport, storage and communication services
Get short URL