DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject General containing λογικό | all forms
GreekEnglish
αυτοματοποιημένη μετατροπή τυπικών προδιαγραφών σε πυρίτιο/λογικόautomated transformation of formal specifications into silicon/software
Αυτοματοποιημένο λογικό διάγραμμαAutomated logic diagram
λογικό άθροισμαlogical sum
λογικό γινόμενοlogical product
λογικό γινόμενοintersection
λογικό πλαίσιοlogical framework
Λογικό προπορευόμενο τέλοςLogical leading end
λογικό σύστημα διακοπής της λειτουργίας μετά από αναγκαστική κράτησηpost-trip shutdown logic