DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Law containing κοινό | all forms
GreekEnglish
έρευνα φακέλου από το κοινόinspection of the files
αποκτώντες κοινό έλεγχοparties acquiring joint control
διασπορά των μετοχών στο κοινόdistribution of shares to the public
δράσεις που αναλαμβάνονται από το Κοινό Κέντρο ΕρευνώνΚΚΕactivities of the Joint Research Centre
η επιτροπή συνδιαλλαγής εγκρίνει κοινό σχέδιοthe Conciliation Committee approves a joint text
κοινό δίκαιοordinary legislation
κοινό δίκαιοordinary law
κοινό δίκαιοgeneral law
κοινό δίκαιο ή κοινοδίκαιοcommon law
κοινό εποπτικό όργανοjoint supervisory body
κοινό εποπτικό όργανοJoint Supervisory Body of Eurojust
κοινό εποπτικό όργανοJoint Supervisory Body
Κοινό εποπτικό όργανο της EurojustJoint Supervisory Body of Eurojust
Κοινό ΕφετείοCommunity Patent Appeal Court
Κοινό Εφετείο κοινοτικών διπλωμάτων ευρεσιρεχνίαςCommon Appeal Court for Community Patents
Κοινό Εφετείο κοινοτικών διπλωμάτων ευρεσιτεχνίαςCommon Appeal Court for Community Patents
κοινό καθεστώς επιστροφήςcommon refund arrangements
Κοινό Πλαίσιο ΑναφοράςCommon Frame of Reference
κοινό πλαίσιο για τον εκ των προτέρων συντονισμόcommon framework for "ex ante" coordination
Κοινό πρόγραμμα για ανταλλαγές, εκπαίδευση και συνεργασία μεταξύ των αρχών επιβολής του νόμουCommon programme for the exchange and training of, and cooperation between, law enforcement authorities
κοινό πρόγραμμα για ανταλλαγές, εκπαίδευση και συνεργασία μεταξύ των αρχών επιβολής του νόμουCommon Programme for the exchange and training of, and cooperation between, law enforcement authorities
κοινό πρόγραμμα για ανταλλαγές,εκπαίδευση και συνεργασία μεταξύ των αρχών επιβολής του νόμουcommon programme for the exchange and training of,and cooperation between,law enforcement authorities
κοινό πρόγραμμα για ανταλλαγές,εκπαίδευση και συνεργασία μεταξύ των αρχών επιβολής του νόμουOisin programme
Κοινό Πρόγραμμα Διεθνούς ΕπιθεώρησηςScheme of Joint International Inspection
Κοινό Πρόγραμμα Διεθνούς ΕπιθεώρησηςJoint International Inspection Scheme
Κοινό συμβούλιο της συμφωνίας-πλαισίου για τη συνεργασίαJoint Council of the Framework Cooperation Agreement
κοινό σύστημα τελών διαδρομήςcommon route charges system
κοινό σύστημα τελών διαδρομήςEurocontrol Route Charges System
κοινό τέκνο των συζύγωνchild of both spouses
μορφές εγκληματικότητας που θίγουν ένα κοινό συμφέρον το οποίο αποτελεί αντικείμενο πολιτικής της Ένωσηςforms of crime which affect a common interest covered by a Union policy
οδηγία σχετικά με κοινό κανονιστικό πλαίσιο για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιώνDirective on a common regulatory framework for electronic communications networks and services
πρώτη παρουσίαση στο κοινόfirst communication
πρώτη παρουσίαση στο κοινόfirst public use
πρώτη παρουσίαση στο κοινό του προϊόντος ή της υπηρεσίαςfirst display of the good or service
σήμα που θα μπορούσε να παραπλανήσει το κοινόtrade mark of such a nature as to deceive the public
σήμα που θα μπορούσε να παραπλανήσει το κοινόtrade mark liable to mislead the public
σε βαθμό αντίθετο με το κοινό συμφέρονto an extent that is contrary to the common interest
συνιστά κοινό κίνδυνο κατά προσώπωνto create a collective danger for persons
σχέδιο ή υπόδειγμα προσιτό στο κοινόdesign made available to the public
τεχνογνωσία που έχει καταστεί κοινό κτήμαthe know-how has become publicly known
φάκελος προσιτός στο κοινό με τη συγκατάθεση του καταθέτηfile made available with the consent of the applicant
ώρες κατά τις οποίες η γραμματεία είναι ανοικτή για το κοινόopening hours of the Registry to the public