DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Industry containing θέση | all forms
GreekEnglish
Δειγματοληψία από σταθερή θέσηstatic sampling
Δειγματοληψία από σταθερή θέσηfixed point sampling
θέση επανέναρξης μιας συγκόλλησηςrestart of a weld
θέση μέτρησης της πυκνότηταςdensity measuring section
θέση παραγωγής φυσητώνworking on blown post
θέση παραγωγής φυσητώνmaking on a post
θέση ρίζας με πλήρη συγκόλλησηpenetration run
θέση ρίζας με πλήρη συγκόλλησηpenetration pass
θέση συγκολλήσεως εξωραφής σε οριζόντιο επίπεδο με τον άξονα της εξωραφής σε οριζόντιο επίπεδο και τα δύο επίπεδα που συγκολλώνται είναι κεκλιμένα κατά 45° σε σχέση με το κατακόρυφο επίπεδοflat position
θέση συγκολλήσεως εξωραφής σε οροφήoverhead position
θέση συγκολλήσεως εσωραφής οροφήςoverhead position
θέση συγκολλήσεως εσωραφής σε οριζόντια διεύθυνση σε κατακόρυφο επίπεδοhorizontal vertical position
θέση συγκολλήσεως εσωραφής σε οριζόντια διεύθυνση σε κατακόρυφο επίπεδοhorizontal position
θέση συγκολλήσεως εσωραφής σε οριζόντιο επίπεδοflat position
θέση συγκολλήσεως σε κεκλιμένο επίπεδοinclined position
Θέση συγκόλλησηςcluster pluck
θέση συγκόλλησης εξωραφής σε οριζόντιο επίπεδο με τον άξονα της συγκολλήσεως σε οριζόντιο επίπεδο και από τα δύο επίπεδα που συγκολλώνται το ένα είναι οριζόντιο και το άλλο κατακόρυφοhorizontal vertical position
θέση συγκόλλησης εξωραφής σε οριζόντιο επίπεδο με τον άξονα της συγκολλήσεως σε οριζόντιο επίπεδο και από τα δύο επίπεδα που συγκολλώνται το ένα είναι οριζόντιο και το άλλο κατακόρυφοhorizontal position
θέση της μήτραςdie box
θέση φυσήματοςblown post
Λανθασμένη θέση χείλουςincorrect lip location