Subject | Greek | English |
mater.sc. | έλεγχος στο εργοστάσιο | factory test |
industr. | έλεγχος της παραγωγής στο εργοστάσιο | factory production control |
transp., mater.sc. | έξοδος αεροσκάφους από το εργοστάσιο | aircraft roll-out of factory |
mech.eng. | ήλωση στο εργοστάσιο | shop rivet |
IT, mech.eng. | αυτοματοποιημένο εργοστάσιο | factory of the future |
IT, mech.eng. | αυτοματοποιημένο εργοστάσιο | unmanned factory |
IT, mech.eng. | αυτοματοποιημένο εργοστάσιο | automated factory |
lab.law., met. | βάψιμο στο εργοστάσιο | shop painting |
industr., construct. | διάβρεξη στο εργοστάσιο | mill retting |
industr., construct. | διαβροχή στο εργοστάσιο | mill retting |
gen. | δοκιμή στο εργοστάσιο κατασκευής | shop test |
fin., transp., industr. | εμπόρευμα παραδοτέο στο εργοστάσιο | ex works |
fin., transp., industr. | εμπόρευμα παραδοτέο στο εργοστάσιο | ex factory |
industr., construct. | επενδεδυμένο στο εργοστάσιο | factory applied finish |
energ.ind. | εργοστάσιο αερίου | gas-works plant |
energ.ind. | εργοστάσιο αερίου | gasworks |
energ.ind. | εργοστάσιο αερίου | gas house |
transp. | εργοστάσιο αεροσκαφών | aeronautical plant |
transp. | εργοστάσιο αεροσκαφών | aeronautical factory |
environ. | εργοστάσιο αναγέννησης ορυκτελαίων | oil regeneration plant |
mater.sc. | εργοστάσιο ανασυσκευασίας | contract packaging plant |
chem., mech.eng. | εργοστάσιο αποσκλήρυνσης | treating plant |
chem., mech.eng. | εργοστάσιο αποσκλήρυνσης | softening plant |
met. | εργοστάσιο ασυνεχούς κατεργασίας άμμου | batch sand plant |
chem. | εργοστάσιο βιομηχανικής υαλοποίησης | industrial vitrification plant |
industr., construct. | εργοστάσιο για τούλι | tulle factory |
industr., construct. | εργοστάσιο γιούτας | jute mill |
nucl.phys. | εργοστάσιο διαχωρισμού ισοτόπων | isotope separation plant |
industr. | εργοστάσιο ελάσεως | rolling mill |
industr. | εργοστάσιο ελάσεως | rolling machine |
transp., industr. | εργοστάσιο ελαστικών επισώτρων | tyre factory |
industr. | εργοστάσιο ενδιάμεσης λειτουργίας | advance factory |
wood. | εργοστάσιο επανάπρισης | re-saw mill |
life.sc. | εργοστάσιο επεξεργασίας αλμολοίπων | brine treatment plant |
environ. | εργοστάσιο επεξεργασίας απορριμμάτων για λιπασματοποίηση | treatment plant for composting waste |
industr., construct. | εργοστάσιο επεξεργασίας βάμβακα | cotton processing facility |
met. | εργοστάσιο επεξεργασίας δι'οξέος | acid treatment plant |
environ., agric. | εργοστάσιο επεξεργασίας κοπριάς | manure processing factory |
environ., agric. | εργοστάσιο επεξεργασίας λιπάσματος | manure processing factory |
gen. | εργοστάσιο επεξεργασίας πυρηνικών καυσίμων | fuel processing plant |
agric. | εργοστάσιο επεξεργασίας ρυζιού | rice mill |
transp., industr. | εργοστάσιο επισώτρων | tyre factory |
agric. | εργοστάσιο ζωοτροφών | feed mill |
mun.plan. | εργοστάσιο ηλεκτρικών οικιακών συσκευών | factory for domestic electrical appliances |
environ. | εργοστάσιο θειικού οξέος | sulphuric acid plant |
environ. | εργοστάσιο θειικού οξέος | sulfur recovery plant |
energ.ind. | εργοστάσιο θερμικής ενέργειας θαλασσών | Solar Sea Power Plant, SSPP |
energ.ind. | εργοστάσιο θερμικής ενέργειας θαλασσών | Ocean Thermal Power Plant |
energ.ind. | εργοστάσιο θερμικής ενέργειας θαλασσών | Ocean Thermal Energy Conversion Plant |
stat., environ. | εργοστάσιο καθαρισμού των υδάτων | waterworks |
gen. | εργοστάσιο κατασκευής στοιχείων πυρηνικού καυσίμου | fuel manufacturing plant |
industr., construct. | εργοστάσιο κατασκευής χαλιών | carpet mill |
met. | εργοστάσιο κατεργασίας άμμου | sand plant |
industr. | εργοστάσιο-κατσαβίδι | screwdriver plant |
gen. | εργοστάσιο κονσερβοποιίας και παγοσυσκευασίας | canning and icing factory |
environ., industr. | εργοστάσιο λιπασματοποίησης των απορριμάτων | composting plant |
comp., MS | εργοστάσιο λογισμικού | software factory (A structured collection of tools, templates, libraries, documents, and other assets. The factory extends an integrated development environment with a custom process used to build a specific type of software system, application, or component) |
industr., construct., chem. | εργοστάσιο με πρέσσες εγχύσεως | injection moulding plant |
econ. | εργοστάσιο "με το κλειδί στο χέρι" | turnkey factory |
food.ind., industr. | εργοστάσιο μεταποίησης υλικών υψηλού κινδύνου | high-risk processing plant |
IT | εργοστάσιο ολοκλήρωσης και πειραματισμού λογισμικού | software factory integration and experimentation |
industr. | εργοστάσιο ουρανίου του Andϊjar | Andújar Uranium Factory |
energ.ind. | εργοστάσιο παλιρροιακής ισχΈος | tidal power station |
energ.ind. | εργοστάσιο παραγωγής αερίου | gas-works plant |
energ.ind. | εργοστάσιο παραγωγής αερίου | gasworks |
energ.ind. | εργοστάσιο παραγωγής αερίου | gas house |
energ.ind. | εργοστάσιο παραγωγής αερίου,διανομή αερίου | gas distribution |
energ.ind. | εργοστάσιο παραγωγής αερίου,διανομή αερίου | gasworks |
agric. | εργοστάσιο παραγωγής ελαίου | oil production |
energ.ind. | εργοστάσιο παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από την παλιρροϊκή ενέργεια | tidal power station |
environ. | εργοστάσιο παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος | power plant |
met. | εργοστάσιο παραγωγής κοχλιών | nut-and-bolt works |
agric. | εργοστάσιο παραγωγής μηλίτη οίνου | cider-making |
agric. | εργοστάσιο παραγωγής μηλίτη οίνου | cider industry |
mech.eng. | εργοστάσιο παραγωγής πάγου | ice-making plant |
mech.eng. | εργοστάσιο παραγωγής πάγου | ice factory |
transp. | εργοστάσιο παραγωγής σε σειρά | series-production factory |
industr., construct., chem. | εργοστάσιο παραγωγής σύνθετων υλικών | converting plant |
food.ind. | εργοστάσιο παραγωγής τυριού | cheese factory |
food.ind. | εργοστάσιο παραγωγής τυριού | cheese dairy |
industr., construct. | εργοστάσιο παραγωγής χαρτονιού | board mill |
industr., construct., chem. | εργοστάσιο παραγωγής χυτών με πρέσσες συμπιέσεως | compression moulding plant |
construct. | εργοστάσιο παρασκευής σκυροδέματος | concrete batching and mixing plant |
construct. | εργοστάσιο παρασκευής σκυροδέματος | concrete central-mix plant |
construct. | εργοστάσιο παρασκευής σκυροδέματος | concrete mixing plant |
construct. | εργοστάσιο παρασκευής σκυροδέματος | concrete plant |
construct. | εργοστάσιο παρασκευής σκυροδέματος | concreting plant |
construct. | εργοστάσιο παρασκευής σκυροδέματος | concreting unit |
construct. | εργοστάσιο παρασκευής σκυροδέματος | batch plant |
met. | εργοστάσιο που εκτελεί γαλβανισμούς κατ'αποκοπή | jobbing plant |
industr., construct., mech.eng. | εργοστάσιο πυρολύσεως | cracking mill |
industr. | εργοστάσιο συναρμολόγησης | assembly plant |
fin., polit., interntl.trade. | εργοστάσιο συναρμολόγησης | screwdriver plant |
met. | εργοστάσιο συνεχούς κατεργασίας άμμου | continuous sand plant |
industr. | εργοστάσιο συνεχούς λειτουργίας | advance factory |
agric. | εργοστάσιο τελικής επεξεργασίας του λίνου | flax-finishing factory |
IT, mech.eng. | εργοστάσιο του μέλλοντος | unmanned factory |
IT, mech.eng. | εργοστάσιο του μέλλοντος | factory of the future |
IT, mech.eng. | εργοστάσιο του μέλλοντος | automated factory |
met. | εργοστάσιο υψικαμίνου | blast furnace plant |
nucl.pow. | εργοστάσιο χημικής επανεπεξεργασίας | chemical reprocessing plant |
environ. | εργοστάσιο χημικών | chemical plant Plants where basic raw materials are chemically converted into a variety of products |
chem. | εργοστάσιο χημικών προϊόντων | chemical works |
industr., construct. | εργοστάσιο χρωμάτων | dye works |
IT, mech.eng. | εργοστάσιο χωρίς προσωπικό | unmanned factory |
IT, mech.eng. | εργοστάσιο χωρίς προσωπικό | factory of the future |
IT, mech.eng. | εργοστάσιο χωρίς προσωπικό | automated factory |
energ.ind. | θερμοηλεκτρικό εργοστάσιο δια συνδυασμένη παραγωγή ρεύματος και θερμότητος | combined heat-and-power plant |
energ.ind. | θερμοηλεκτρικό εργοστάσιο δια συνδυασμένη παραγωγή ρεύματος και θερμότητος | cogeneration power plant |
agric., industr. | καθαρό βάρος καπνού κατά την παράδοση στο εργοστάσιο | net weight of the tobacco unloaded free at warehouse |
met. | καθετοποιημένο εργοστάσιο | integrated plant |
lab.law., el. | κατεργασία στο εργοστάσιο | fabrication |
transp., mater.sc. | κεντρικό εργοστάσιο | main repair shop |
transp. | κεντρικό εργοστάσιο | main workshop |
industr. | κλασματικό εργοστάσιο | fractal factory |
med. | κυτταρικό εργοστάσιο | cell factory |
transp. | κύριο εργοστάσιο | main workshop |
fish.farm. | μηχανότρατα-εργοστάσιο | factory trawler |
fish.farm. | μηχανότρατα-εργοστάσιο | stern trawler factory |
fish.farm. | μηχανότρατα-εργοστάσιο | factory vessel |
fish.farm. | μηχανότρατα-εργοστάσιο | factory ship |
fish.farm. | μηχανότρατα-εργοστάσιο οπίσθιας αλιείας | stern trawler factory vessel |
fish.farm. | μηχανότρατα οπίσθιας αλιείας-εργοστάσιο | stern trawler factory |
fish.farm. | μηχανότρατα οπίσθιας αλιείας-εργοστάσιο | factory trawler |
environ. | μονάδα χημικής βιομηχανίας/εργοστάσιο χημικών | chemical plant |
R&D. | Ομάδα εμπειρογνωμόνων "το εργοστάσιο κύτταρο" | Group on the cell factory |
energ.ind., industr. | πίσσα από εργοστάσιο φωταερίου | gasworks tar |
energ.ind. | παλιρροιακó εργοστάσιο της Rance | Rance Tidal Power Station |
energ.ind. | παλιρροιακλ εργοστάσιο | tidal power station |
energ.ind. | παλιρροϊκό εργοστάσιο | tidal power station |
agric. | πλοίο εργοστάσιο | mother ship |
transp. | πλοίο-εργοστάσιο για την επεξεργασία ψαριών | fish-processing vessel |
transp. | πλοίο-εργοστάσιο για την επεξεργασία ψαριών | fish processing ship |
fish.farm. | πλοίο-εργοστάσιο ; σκάφος-εργοστάσιο | factory ship |
fin., transp., industr. | στο εργοστάσιο | ex works |
fin., transp., industr. | στο εργοστάσιο | ex factory |
industr., construct., chem. | συγκόλληση στο εργοστάσιο | shop weld |
mater.sc. | συναρμολόγηση στο εργοστάσιο | workshop assembly |
gen. | συναρμολόγηση στο εργοστάσιο κατασκευής | shop assembly |
met. | σύνδεση στο εργοστάσιο | shop connection |
commer. | τιμή στο εργοστάσιο | price ex works |
commer. | τιμή στο εργοστάσιο | producer's value |
commer. | τιμή στο εργοστάσιο | producers'price |
commer. | τιμή στο εργοστάσιο | factory price |
commer. | τιμή στο εργοστάσιο | price ex factory |
commer. | τιμή στο εργοστάσιο | ex-works price |
IT, el. | υβριδικό εργοστάσιο παραγωγής ρεύματος | hybrid power plant |
energ.ind., mech.eng. | υδροηλεκτρικό εργοστάσιο άνευ φράγματος | run-of-river power station |
energ.ind., mech.eng. | υδροηλεκτρικό εργοστάσιο άνευ φράγματος | river power plant |
mech.eng., el. | υδροηλεκτρικό εργοστάσιο αντλουμένου ύδατος | pumping power station |
mech.eng., el. | υδροηλεκτρικό εργοστάσιο αντλουμένου ύδατος | pumped storage station |
energ.ind. | υδροηλεκτρικό εργοστάσιο μετά τεχνητής λίμνης | reservoir power station |
energ.ind. | υδροηλεκτρικό εργοστάσιο μετά τεχνητής λίμνης | power station with reservoir |
el., construct. | υδροηλεκτρικό εργοστάσιο μετά φράγματος | pondage power station |