Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Arabic
Azerbaijani
Bengali
Bulgarian
Chinese
Croatian
Czech
Danish
Dutch
English
Estonian
French
German
Hebrew
Hindi
Italian
Japanese
Latvian
Lithuanian
Persian
Polish
Portuguese
Punjabi
Romanian
Russian
Serbian
Serbian Latin
Spanish
Tatar
Vietnamese
Terms
for subject
Marketing
containing
εντολή
|
all forms
Greek
English
εντολή
παραγωγής
work order
εντολή
παραγωγής
job order
εντολή
πληρωμής
authority for payment
εντολή
πληρωμής
advice of payment
εντολή
προς ταχυδρομείο για πληρωμή ορισμένου ποσού από τον τηρούμενο σε αυτό λογαριασμό του εκδότη
postal cheque account balance
εντολή
προς ταχυδρομείο για πληρωμή ορισμένου ποσού από τον τηρούμενο σε αυτό λογαριασμό του εκδότη
postal cheque account
εντολή
προς ταχυδρομείο για πληρωμή ορισμένου ποσού από τον τηρούμενο σε αυτό λογαριασμό του εκδότη
postal checking account
εντολή
προς ταχυδρομείο για πληρωμή ορισμένου ποσού από τον τηρούμενο σε αυτό λογαριασμό του εκδότη
balance in postal cheque account
επιταγή μη κατ'
εντολή
not-to-order cheque
επιταγή μη κατ'
εντολή
not-order check
επιταγή μη κατ'
εντολή
cheque not to order
Get short URL