DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Labor law containing διαχωρισμός | all forms
GreekEnglish
διαχωρισμός κατά βαθμόvertical segregation
διαχωρισμός κατά κλιμάκιο ευθύνηςvertical segregation
διαχωρισμός σε επίπεδο ιεραρχίαςvertical segregation
διαχωρισμός της αγοράς εργασίαςjob segregation
διαχωρισμός της αγοράς εργασίαςlabour market segregation
διαχωρισμός της αγοράς εργασίαςoccupational segregation
διαχωρισμός της αγοράς εργασίαςemployment segregation
επαγγελματικός διαχωρισμόςjob segregation
επαγγελματικός διαχωρισμόςoccupational segregation
επαγγελματικός διαχωρισμόςsegregation of the labour market
επαγγελματικός διαχωρισμόςlabour market segregation
επαγγελματικός διαχωρισμόςemployment segregation
κάθετος επαγγελματικός διαχωρισμόςvertical segregation
οριζόντιος επαγγελματικός διαχωρισμόςhorizontal segregation
τομεακός διαχωρισμόςhorizontal segregation