DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Politics containing διάταξη | all forms
GreekEnglish
αιτιολογημένη διάταξηreasoned order
αποφαίνομαι με αιτιολογημένη διάταξηgive a decision on the action by reasoned order
Διάταξη περί αναστολήςorder to stay
διάταξη περί ασφαλιστικών μέτρωνinterim order
Διάταξη περί επαναλήψεως της διαδικασίαςorder of resumption of proceedings
Διάταξη που δεν υπόκειται σε ένδικο μέσοorder from which no appeal lies
Διάταξη που περατώνει τη δίκηorder which closes the proceedings
Διάταξη τμήματοςorder of a Chamber
ημερησία διάταξηagenda
κονδύλι του προϋπολογισμού' δημοσιονομική διάταξηbudgetary provision