DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Social science containing γραμμή | all forms
GreekEnglish
εργαζόμενος στην πρώτη γραμμήfrontline worker
τηλεφωνική γραμμή άμεσης βοήθειαςhelpline
τηλεφωνική γραμμή που χρησιμοποιείται για συνδιαλέξεις πορνογραφικού περιεχομένουpornographic chatline