Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Bulgarian
Czech
Danish
Dutch
English
French
German
Italian
Latin
Lithuanian
Polish
Portuguese
Romanian
Russian
Spanish
Terms
for subject
Agriculture
containing
αυλάκι
|
all forms
Greek
English
αβαθές
αυλάκι
lapped furrow
αβαθές
αυλάκι
shallow form ridge
αβαθές
αυλάκι
flat broken furrow
αβαθές
αυλάκι
στράγγισης
shallow water furrow
αυλάκι
άρδευσης
irrigation ditch
αυλάκι
αναμόχλευσης
set-up ridge
αυλάκι
αναμόχλευσης
set-up furrow
αυλάκι
αναχώματος
adjacent furrow slice
αυλάκι
ανοίγματος αρότρου
dead furrow
αυλάκι
ανοίγματος αρότρου
earth furrow
αυλάκι
ανοίγματος αρότρου
finish
αυλάκι
ανοίγματος αρότρου
sole furrow
αυλάκι
ανοίγματος αρότρου
open furrow
αυλάκι
ανοίγματος αρότρου
cast-off unploughed strip
αυλάκι
αρότρου
ploughed furrow
αυλάκι
αρότρου
furrows
αυλάκι
αρότρου
furrow
αυλάκι
,διάδρομος ή κανάλι εκβολών ακαθαρσιών ή κόπρου με επικάλυψη δικτυωτού πλέγματος
dung channel covered by a grid
αυλάκι
κοπριάς
manure gutter
αυλάκι
κοπριάς
gutter
αυλάκι
κοπριάς
dung channel
αυλάκι
με αναστροφή του χώματος
scratch furrow
αυλάκι
με αναστροφή του χώματος
headlands furrow
αυλάκι
σποράς
seed furrow
αυλάκι
σποράς
drill furrow
αυλάκι
σποράς
drill
αυλάκι
σύμφωνα με μία ισοϋψή καμπύλη
contour canal
αυλάκι
χωρίς ανωμαλίες
smooth down furrow slice
γωνιώδες
αυλάκι
straight set-up furrow slice
γωνιώδες
αυλάκι
unbroken furrow slice
γωνιώδες
αυλάκι
solid unbroken furrow
εκθαμνωμένη ζώνη και
αυλάκι
cleared and felled area
εξομαλυσμένο
αυλάκι
round-shaped ridge
κοιλιακό
αυλάκι
του κόκκου
ventral furrow
περιφερειακό
αυλάκι
sidelands furrow
περιφερειακό
αυλάκι
outside furrow
περιφερειακό
αυλάκι
edge furrow
προσχωματικό
αυλάκι
backed furrow slice
σ'ένα
αυλάκι
single row
σ'ένα
αυλάκι
single furrow
στρογγυλοποιημένο
αυλάκι
round-shaped ridge
τελικό
αυλάκι
sole furrow
το
αυλάκι
καλύπτεται και αυλακώνεται ελαφρά από τα υνία ή τους δίσκους του αυλακωτήρα
the furrow is closed and ridged lightly by covering bodies or discs
Get short URL