Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Arabic
Bulgarian
Chinese
Croatian
Czech
Danish
Dutch
English
Estonian
French
German
Italian
Latvian
Lithuanian
Polish
Portuguese
Romanian
Russian
Spanish
Terms
for subject
Finances
containing
αντιστάθμιση
|
all forms
Greek
English
αμοιβαία
αντιστάθμιση
mutual offset
αντιστάθμιση
αναφοράς
reference compensation
αντιστάθμιση
κινδύνου δέλτα
delta hedging
αντιστάθμιση
κινδύνου των χαρτοφυλακίων
portfolio hedging
αντιστάθμιση
με δέλτα
delta hedging
αντιστάθμιση
με τη χρήση του δέλτα
delta hedging
αντιστάθμιση
μεταξύ ανθρακοφόρων περιοχών
compensation between mining areas
αντιστάθμιση
των διαμετρικά αντίθετων ανοικτών θέσεων
offsetting of opposite open positions
αντιστάθμιση
των εσόδων από εξαγωγές
compensation for loss of export earnings
αντιστάθμιση
χαρτοφυλακίου
portfolio hedging
δέλτα ουδέτερη
αντιστάθμιση
κινδύνου
delta neutral trading
δέλτα ουδέτερη
αντιστάθμιση
κινδύνου
delta neutral hedging
δυναμική
αντιστάθμιση
κινδύνου
dynamic hedging
εσωτερική
αντιστάθμιση
κινδύνου
internal hedge
ετήσια
αντιστάθμιση
του φόρου που επιβάλλεται στους μισθούς
wages tax annual adjustment
οικονομική
αντιστάθμιση
economic hedge
οικονομική
αντιστάθμιση
financial compensation
σύστημα εξίσωσης των εξόδων αποθεματοποίησης;
αντιστάθμιση
εξόδων αποθεματοποίησης
compensation system for storage costs
σύστημα εξίσωσης των εξόδων αποθεματοποίησης;
αντιστάθμιση
εξόδων αποθεματοποίησης
arrangements governing the equalisation of storage costs
χρηματική
αντιστάθμιση
financial compensation
χρηματοδοτική
αντιστάθμιση
financial compensation
Get short URL