DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Finances containing αντιστάθμιση | all forms
GreekEnglish
αμοιβαία αντιστάθμισηmutual offset
αντιστάθμιση αναφοράςreference compensation
αντιστάθμιση κινδύνου δέλταdelta hedging
αντιστάθμιση κινδύνου των χαρτοφυλακίωνportfolio hedging
αντιστάθμιση με δέλταdelta hedging
αντιστάθμιση με τη χρήση του δέλταdelta hedging
αντιστάθμιση μεταξύ ανθρακοφόρων περιοχώνcompensation between mining areas
αντιστάθμιση των διαμετρικά αντίθετων ανοικτών θέσεωνoffsetting of opposite open positions
αντιστάθμιση των εσόδων από εξαγωγέςcompensation for loss of export earnings
αντιστάθμιση χαρτοφυλακίουportfolio hedging
δέλτα ουδέτερη αντιστάθμιση κινδύνουdelta neutral trading
δέλτα ουδέτερη αντιστάθμιση κινδύνουdelta neutral hedging
δυναμική αντιστάθμιση κινδύνουdynamic hedging
εσωτερική αντιστάθμιση κινδύνουinternal hedge
ετήσια αντιστάθμιση του φόρου που επιβάλλεται στους μισθούςwages tax annual adjustment
οικονομική αντιστάθμισηeconomic hedge
οικονομική αντιστάθμισηfinancial compensation
σύστημα εξίσωσης των εξόδων αποθεματοποίησης; αντιστάθμιση εξόδων αποθεματοποίησηςcompensation system for storage costs
σύστημα εξίσωσης των εξόδων αποθεματοποίησης; αντιστάθμιση εξόδων αποθεματοποίησηςarrangements governing the equalisation of storage costs
χρηματική αντιστάθμισηfinancial compensation
χρηματοδοτική αντιστάθμισηfinancial compensation