DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Health care containing ανά | all forms
GreekEnglish
Διεθνείς συγκολλητινογόνες μονάδες ανά χιλιοστόλιτροinternational units IU of agglutination per millilitre
ζωντανό βάρος ανά τετραγωνικό μέτροliveweight per square meter
ζωντανό βάρος ανά τετραγωνικό μέτροliveweight per m2
κίνδυνος ατυχήματος ανά οχηματοχιλιόμετροrisk of accident per vehicle kilometre
κίνδυνος ατυχήματος ανά χιλιόμετρο επιβάτηrisk of accident per occupant kilometre
μέση ενέργεια αποδιδόμενη σε αέριο ανά ζεύγος σχηματιζόμενων ιόντωνmean energy expended in a gas per ion pair formed
μέση ενέργεια αποδιδόμενη σε αέριο ανά ζεύγος σχηματιζόμενων ιόντωνaverage energy expended in a gas per ion pair formed
μέση ενεργειακή κατανάλωση ανά ζεύγος παραγόμενωνmean energy expended in a gas per ion pair formed
μέση ενεργειακή κατανάλωση ανά ζεύγος παραγόμενωνaverage energy expended in a gas per ion pair formed
πρόγραμμα για τα ζώα ηλικίας άνω των τριάντα μηνώνOver Thirty Months Scheme
πρόγραμμα για τα ζώα ηλικίας άνω των τριάντα μηνώνOver Thirty Month Slaughter Scheme
πρόγραμμα για τα ζώα ηλικίας άνω των τριάντα μηνώνOver 30-month Scheme
σύστημα παρακολούθησης άνω και κάτω άκρωνhand-and-foot monitor