Subject | Greek | English |
environ. | έλεγχος εκπομπήςών/πρόληψη των εκπομπών | emission control |
insur. | ένωση για την πρόληψη των ατυχημάτων | association for the prevention of accidents |
gen. | αμοιβαία συνεργασία στην πρόληψη και καταπολέμηση των σοβαρών εγκλημάτων | mutual cooperation in preventing and combating serious crime |
environ. | Ανοικτή Μερική Συμφωνία για την πρόληψη, προστασία και οργάνωση βοήθειας έναντι των μεγάλων φυσικών και τεχνολογικών καταστροφών | Open Partial Agreement on Major Hazards EUR-OPA |
environ. | Ανοικτή Μερική Συμφωνία για την πρόληψη, προστασία και οργάνωση βοήθειας έναντι των μεγάλων φυσικών και τεχνολογικών καταστροφών | Open partial agreement on the prevention of, protection against, and organisation of relief in major natural and technological disasters |
environ. | Ανοικτή Μερική Συμφωνία για την πρόληψη, προστασία και οργάνωση βοήθειας έναντι των μεγάλων φυσικών και τεχνολογικών καταστροφών | EUR-OPA Major Hazards Agreement |
gen. | αποτροπή συγκρούσεων' πρόληψη συγκρούσεων | deterrence |
environ. | Απόβλητα από περίθαλψη γέννησης, διάγνωση, θεραπεία ή πρόληψη ασθενειών σε ανθρώπους | waste from natal care, diagnosis, treatment or prevention of disease in humans |
environ. | απόβλητα από περιγεννητική φροντίδα,διάγνωση,θεραπεία ή πρόληψη ασθενειών σε ανθρώπους | wastes from natal care, diagnosis, treatment or prevention of disease in humans |
environ. | Απόβλητα από την έρευνα, διάγωνση, θεραπεία ή πρόληψη των ασθενειών που εμφανίζονται σε ζώα | waste from research, diagnosis, treatment or prevention of disease involving animals |
environ., agric. | απόβλητα από την έρευνα,διάγνωση,θεραπεία ή πρόληψη των ασθενειών που εμφανίζονται σε ζώα | waste from research, diagnosis, treatment or prevention of disease involving animals |
environ. | Απόβλητα των οποίων η συλλογή και διάθεση δεν υπόκεινται σε ειδικές απαιτήσεις σε σχέση με την πρόληψη μόλυνσης π.χ επενδύσεις, γύψινα εκμαγεία, σεντόνια, πετσέτες, ρουχισμός απορρίψιμος | wastes whose collection and disposal is not subject to special requirements in view of the prevention of infection e.g. dressings, plaster casts, linen, disposable clothing, diapers |
environ. | Απόβλητα των οποίων η συλλογή και διάθεση δεν υπόκεινται σε ειδικές απαιτήσεις σε σχέση με την πρόληψη μόλυνσης | wastes whose collection and disposal is not subject to special requirements in view of the prevention of infection |
law, h.rghts.act., social.sc. | Αρχές για την αποτελεσματική πρόληψη και διερεύνηση των παράνομων, αυθαίρετων και συνοπτικών εκτελέσεων | Principles on the effective prevention and investigation of extra-legal, arbitrary and summary executions |
crim.law., UN | Γραφείο των Ηνωμένων Εθνών για τον 'Ελεγχο των Ναρκωτικών και την Πρόληψη του Εγκλήματος | UN Office on Drugs and Crime |
crim.law., UN | Γραφείο των Ηνωμένων Εθνών για τον 'Ελεγχο των Ναρκωτικών και την Πρόληψη του Εγκλήματος | United Nations Office on Drugs and Crime |
environ., UN | Δήλωση πολιτικής της ΟΕΕ για την πρόληψη και τον έλεγχο της ρύπανσης των υδάτων, στην οποία περιλαμβάνεται η διαμεθοριακή ρύπανση | ECE Declaration of policy on prevention and control of water pollution, including transboundary pollution |
health. | δευτερογενής πρόληψη | secondary prevention |
social.sc. | δεύτερη φάση του προγράμματος κοινοτικής δράσης 2004-2008 σχετικά με την πρόληψη και την καταπολέμηση της βίας εις βάρος παιδιών, νέων και γυναικών και την προστασία των θυμάτων και των ομάδων κινδύνου πρόγραμμα ΔΑΦΝΗ II | second phase of a programme of Community action 2004-2008 to prevent and combat violence against children, young people and women and to protect victims and groups at risk |
gen. | Διάσκεψη σχετικά με την πρόληψη συγκρούσεων και την οικοδόμηση της ειρήνης στην Αφρική | Conference on Conflict Prevention and Peacebuilding in Africa |
h.rghts.act. | Διαμερικανική σύμβαση για την πρόληψη και την τιμωρία των βασανιστηρίων | Inter-American Convention to prevent and punish torture |
transp., environ., industr. | διεθνές πιστοποιητικό για την πρόληψη της ρύπανσης από πετρέλαιο | International Oil Pollution Prevention Certificate |
environ., min.prod. | Διεθνής Διάσκεψη για την Ασφάλεια των Δεξαμενοπλοίων και για την Πρόληψη της Ρύπανσης | International Conference on Tanker Safety and Pollution Prevention |
social.sc. | Διεθνής Εταιρεία για την Πρόληψη της Κακοποίησης και Παραμέλησης του Παιδιού | International Society for Prevention of Child Abuse and Neglect |
transp., nautic. | Διεθνής Κώδικας διαχείρισης για την ασφαλή λειτουργία των πλοίων και για την πρόληψη ρύπανσης του περιβάλλοντος | International Safety Management Code |
transp., nautic. | Διεθνής Κώδικας διαχείρισης για την ασφαλή λειτουργία των πλοίων και για την πρόληψη ρύπανσης του περιβάλλοντος | ISM Code" |
transp., nautic. | Διεθνής Κώδικας διαχείρισης για την ασφαλή λειτουργία των πλοίων και για την πρόληψη ρύπανσης του περιβάλλοντος | International Management Code for the safe operation of ships and for pollution prevention |
law, transp., environ. | διεθνής κώδικας διαχείρισης για την ασφαλή λειτουργία των πλοίων και την πρόληψη ρύπανσης του περιβάλλοντος | International Management Code for the Safe Operation of Ships and for Pollution Prevention |
law, transp., environ. | Διεθνής κώδικας διαχείρισης για την ασφαλή ναυσιπλοΐα και την πρόληψη της ρύπανσης | International Management Code for the Safe Operation of Ships and for Pollution Prevention |
fin., polit. | Διεθνής Σύμβαση αμοιβαίας παροχής διοικητικής συνδρομής με στόχο την πρόληψη, διερεύνηση και καταστολή των τελωνειακών παραβάσεων | International Convention on Mutual Administrative Assistance for the Prevention, Investigation and Repression of Customs Offences |
environ. | διεθνής σύμβαση για την πρόληψη, τη διαχείριση και τη συνεργασία στον τομέα της πετρελαϊκής ρύπανσης | International Convention on oil pollution preparedness and response |
environ. | διεθνής σύμβαση για την πρόληψη, τη διαχείριση και τη συνεργασία στον τομέα της πετρελαϊκής ρύπανσης | International Convention on Oil Pollution Preparedness, Response and Cooperation |
transp., nautic., environ. | Διεθνής Σύμβαση για την πρόληψη της ρύπανσης από πλοία | MARPOL Convention |
transp., nautic., environ. | Διεθνής Σύμβαση για την πρόληψη της ρύπανσης από πλοία | London Convention |
transp., nautic., environ. | Διεθνής Σύμβαση για την πρόληψη της ρύπανσης από πλοία | International Convention for the Prevention of Pollution from Ships |
transp., avia. | διερεύνηση και πρόληψη ατυχημάτων | accident investigation and prevention |
law, h.rghts.act. | ειδικό πρόγραμμα για την πρόληψη και την καταπολέμηση της βίας εις βάρος παιδιών, νέων και γυναικών και την προστασία των θυμάτων και των ομάδων κινδύνου | Daphne III programme |
gen. | Ειδικό πρόγραμμα "Πρόληψη, ετοιμότητα και διαχείριση των συνεπειών της τρομοκρατίας και άλλων κινδύνων που συνδέονται με την ασφάλεια" | Specific Programme "Prevention, Preparedness and Consequence Management of Terrorism and other Security related risks" |
gen. | Ειδικό πρόγραμμα "Πρόληψη, ετοιμότητα και διαχείριση των συνεπειών της τρομοκρατίας και άλλων κινδύνων που συνδέονται με την ασφάλεια" | CIPS Programme |
law | ειδικό πρόγραμμα "Πρόληψη και καταπολέμηση της εγκληματικότητας" | Specific Programme "Prevention of and Fight against Crime" |
environ. | Ελαχιστοποίηση, πρόληψη παραγωγής, μέτρα για την πρόληψη παραγωγής, των αποβλήτων | waste minimisation, prevention, prevention measures |
social.sc. | ενδεδειγμένη πρόληψη | indicated prevention |
gen. | Ενισχυμένη υποστήριξη της οικοδόμησης ικανοτήτων της Αφρικής για την πρόληψη, διαχείριση και διευθέτηση των συγκρούσεων | European Union concept for strengthening African capabilities for the prevention, management and resolution of conflicts |
health. | επικεντρωμένη πρόληψη | selective prevention |
transp., polit. | επιτροπή ασφάλειας στη ναυτιλία και πρόληψη της ρύπανσης από τα πλοία | Committee on Safe Seas and the Prevention of Pollution from Ships |
transp., polit. | επιτροπή ασφάλειας στη ναυτιλία και πρόληψη της ρύπανσης από τα πλοία | Committee on Safe Seas |
health. | Επιτροπή για τη θέσπιση μέτρων για την πρόληψη της διοχέτευσης ορισμένων ουσιών στην παράνομη παρασκευή ναρκωτικών και ψυχοτρόπων ουσιών | Drug Precursors Committee |
health. | Επιτροπή για τη θέσπιση μέτρων για την πρόληψη της διοχέτευσης ορισμένων ουσιών στην παράνομη παρασκευή ναρκωτικών και ψυχοτρόπων ουσιών | Committee on measures to be taken to discourage the diversion of certain substances to the illicit manufacture of narcotic drugs and psychotropic substances |
health. | Επιτροπή για τη θέσπιση μέτρων για την πρόληψη της διοχέτευσης ορισμένων ουσιών στην παράνομη παρασκευή ναρκωτικών και ψυχοτρόπων ουσιών | Committee on drug precursors |
polit. | Επιτροπή για την εφαρμογή της οδηγίας σχετικά με την ολοκληρωμένη πρόληψη και έλεγχο της ρύπανσης IPPC | Committee for implementation of the directive on integrated pollution prevention and control IPPC |
gen. | Επιτροπή για την εφαρμογή της οδηγίας σχετικά με την ολοκληρωμένη πρόληψη και έλεγχο της ρύπανσης | Committee for implementation of the directive on integrated pollution prevention and control IPPC |
polit. | Επιτροπή για την εφαρμογή του κοινοτικού προγράμματος δράσης για την πρόληψη της τοξικομανίας 1996-2000 | Committee on the Community action plan on the prevention of drug dependance 1996-2000 |
polit. | Επιτροπή για την εφαρμογή του κοινοτικού προγράμματος δράσης σχετικά με μέτρα που αποσκοπούν στην πρόληψη της βίας εναντίον παιδιών, εφήβων και γυναικών Daphne, 2000-2003 | Committee for implementation of the programme of Community action on preventive measures to fight violence against children, young persons and women 2000-2003; Daphne |
polit. | Επιτροπή για την εφαρμογή του κοινοτικού προγράμματος δράσης σχετικά με την πρόληψη του AIDS και ορισμένων άλλων μεταδοτικών νόσων 1996-2000 | Committee on the Community action programme on the prevention of AIDS and certain other communicable diseases 1996-2000 |
polit. | Επιτροπή για την εφαρμογή του κοινοτικού προγράμματος δράσης σχετικά με την πρόληψη των τραυματισμών 1999-2003 | Committee on the Community action programme on injury prevention 1999-2003 |
law, social.sc. | Επιτροπή για την εφαρμογή του προγράμματος κοινοτικής δράσης σχετικά με την πρόληψη και την καταπολέμηση της βίας εις βάρος παιδιών, νέων και γυναικών και την προστασία των θυμάτων και των ομάδων κινδύνου Δάφνη II | Committee for implementation of the programme of Community action to prevent and combat violence against children, young people and women and to protect victims and groups at risk Daphne II |
gen. | Επιτροπή για την προσαρμογή στην επιστημονική και τεχνική πρόοδο της οδηγίας σχετικά με την πρόληψη και τη μείωση της ρύπανσης του περιβάλλοντος από τον αμίαντο | Committee for adaptation to scientific and technical progress of the directive on prevention and reduction of environmental pollution by asbestos |
polit. | Επιτροπή για την προσαρμογή στην επιστημονική και τεχνική πρόοδο της οδηγίας σχετικά με την πρόληψη και τη μείωση της ρύπανσης του περιβάλλοντος λόγω αμιάντου | Committee for the adaptation to technical and scientific progress of the directive on the prevention and reduction of environmental pollution by asbestos |
law, fin. | Επιτροπή για την πρόληψη της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας | Committee on the Prevention of Money Laundering and Terrorist Financing |
crim.law., UN | Επιτροπή για την πρόληψη του εγκλήματος και την Ποινική Δικαιοσύνη | UN Crime Commission |
crim.law., UN | Επιτροπή για την πρόληψη του εγκλήματος και την Ποινική Δικαιοσύνη | Commission on Crime Prevention and Criminal Justice |
law, fin. | Επιτροπή επαφών για την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες | Contact Committee on prevention of the use of the financial system for the purpose of money laundering |
environ., min.prod. | Επιτροπή των Παρισίων; Επιτροπή των Παρισίων για την πρόληψη της θαλάσσιας ρύπανσης από χερσαίες πηγές | Paris Commission for the Prevention of Marine Pollution from Land-Based Sources |
environ., min.prod. | Επιτροπή των Παρισίων; Επιτροπή των Παρισίων για την πρόληψη της θαλάσσιας ρύπανσης από χερσαίες πηγές | Paris Commission |
gen. | ευρωπαϊκή εβδομάδα για την πρόληψη της χρήσης των ναρκωτικών | European Drug Prevention Week |
h.rghts.act. | Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την πρόληψη των βασανιστηρίων και της απάνθρωπης ή ταπεινωτικής μεταχείρισης ή τιμωρίας | European Convention for the Prevention of Torture and Inhuman or Degrading Treatment or Punishment |
health., polit. | Ευρωπαϊκή Υπηρεσία για την Πρόληψη του Καπνίσματος | Bureau for Action on Smoking Prevention |
crim.law., R&D. | Helsinki European United Nations Institute ; Ευρωπαϊκό 'Ιδρυμα του Ελσίνκι που υπάγεται στα Ηνωμένα 'Εθνη, για την πρόληψη και την καταπολέμηση του εγκλήματος | Helsinki European United Nations Institute |
crim.law., R&D. | Helsinki European United Nations Institute ; Ευρωπαϊκό 'Ιδρυμα του Ελσίνκι που υπάγεται στα Ηνωμένα 'Εθνη, για την πρόληψη και την καταπολέμηση του εγκλήματος | European Institute for Crime Prevention and Control affiliated with the United Nations |
gen. | Ευρωπαϊκό Πρόγραμμα για την πρόληψη των βίαιων συγκρούσεων | Göteborg Programme |
gen. | Ευρωπαϊκό Πρόγραμμα για την πρόληψη των βίαιων συγκρούσεων | EU Programme on the Prevention of Violent Conflicts |
health. | Ευρωπαϊκός χάρτης για την πρόληψη της παχυσαρκίας | anti-obesity charter |
health. | Ευρωπαϊκός χάρτης για την πρόληψη της παχυσαρκίας | obesity charter |
health. | Ευρωπαϊκός χάρτης για την πρόληψη της παχυσαρκίας | European Charter on Counteracting Obesity |
med. | θεραπευτική επέμβαση για την πρόληψη της εκδήλωσης των ασθενειών | therapeutic intervention to prevent the manifestation of disease |
crim.law., UN | Ινστιτούτο των Ηνωμένων Εθνών για την Πρόληψη του Εγκλήματος και την Αγωγή των Εγκληματιών στη Λατινική Αμερική | United Nations Latin American Institute for the Prevention of Crime and the Treatment of Offenders |
crim.law., UN | Κέντρο για Πρόληψη του Διεθνούς Εγκλήματος | Centre for International Crime Prevention |
social.sc. | καθολική πρόληψη | universal prevention |
gen. | Κανονισμοί για την πρόληψη ρύπανσης του αέρα από πλοία | Regulations for the Prevention of Air Pollution from Ships |
crim.law. | κατά περίπτωση πρόληψη | situational prevention |
med. | Κεντρικό Γραφείο για την Πρόληψη και Καταστολή της Παράνομης Διακίνησης Ναρκωτικών | Central Bureau Office for the prevention and suppression of illicit traffic in drugs |
health. | κοινοτικό πρόγραµµα δράσης για την πρόληψη της τοξικοµανίας | Programme of Community Action on the prevention of drug dependence |
health. | κοινοτικό πρόγραµµα δράσης για την πρόληψη του AIDS και ορισµένων άλλων µεταδοτικών νόσων | Programme of Community action on the prevention of AIDS and certain other communicable diseases |
health. | κοινοτικό πρόγραμμα δράσης για την πρόληψη της τοξικομανίας | Programme of Community Action on the prevention of drug dependence |
med. | κοινοτικό πρόγραμμα δράσης για την πρόληψη της τοξικομανίας | programme of Community action on the prevention of drug dependence |
health., ed. | κοινοτικό πρόγραμμα δράσης για την πρόληψη του AIDS και ορισμένων άλλων μεταδοτικών νόσων | programme of Community action on the prevention of AIDS and certain other communicable diseases |
med. | Κοινοτικό πρόγραμμα δράσης σχετικά με την πρόληψη του AIDS και ορισμένων άλλων μεταδοτικών νόσων εντός του πλαισίου δράσης στον τομέα της δημόσιας υγείας | Programme of Community action on the prevention of AIDS and certain other communicable diseases within the framework for action in the field of public health |
med. | Κοινοτικό πρόγραμμα δράσης σχετικά με την πρόληψη του AIDS και ορισμένων άλλων μεταδοτικών νόσων εντός του πλαισίου δράσης στον τομέα της δημόσιας υγείας | EUROPE AGAINST AIDS |
health., transp., polit. | κοινοτικό πρόγραμμα δράσης σχετικά με την πρόληψη των τραυματισμών | Programme of Community Action on Injury Prevention |
med. | Κοινοτικό πρόγραμμα δράσης σχετικά με την πρόληψη των τραυματισμών εντός του πλαισίου δράσης στον τομέα της δημόσιας υγείας | Programme of Community action on injury prevention in the framework for action in the field of public health |
med. | Κοινοτικό πρόγραμμα δράσης όσον αφορά την πρόληψη της τοξικομανίας εντός του πλαισίου δράσης στον τομέα της δημόσιας υγείας | Programme of Community action on the prevention of drug dependence within the framework for action in the field of public health |
social.sc., environ. | Κώδικας δεοντολογίας για την πρόληψη μειζόνων βιομηχανικών ατυχημάτων | Code of Practice on the Prevention of Major Industrial Accidents |
environ. | ¶λλα απόβλητα των οποίων η συλλογή και διάθεση υπόκεινται σε ειδικές απαιτήσεις σε σχέση με την πρόληψη μόλυνσης | other wastes whose collection and disposal is subject to special requirements in view of the prevention of infection |
lab.law. | μέσα ατομικής προστασίας με σκοπό την πρόληψη πνιγμών | protective equipment designed to prevent drowning |
fin. | μέσον για την οικονομική στήριξη για την αστυνομική συνεργασία, την πρόληψη και την καταπολέμηση της εγκληματικότητας και τη διαχείριση των κρίσεων | instrument for financial support for police cooperation, preventing and combating crime, and crisis management |
med. | μακροπρόθεσμη πρόληψη | long-term prevention |
transp. | μηχανισμός για την πρόληψη μετάδοσης φλόγας | device to prevent the passage of flame |
polit. | Μονάδα Βρυξελλών για την Πρόληψη Πυρκαγιάς | Fire Prevention Brussels Unit |
polit. | Μονάδα Λουξεμβούργου για την Πρόληψη Πυρκαγιάς | Fire Prevention Luxembourg Unit |
polit. | Μονάδα Στρασβούργου για την Πρόληψη Πυρκαγιάς | Fire Prevention Strasbourg Unit |
environ. | Οδηγία 2004/35/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Απριλίου 2004, σχετικά με την περιβαλλοντική ευθύνη όσον αφορά την πρόληψη και την αποκατάσταση περιβαλλοντικής ζημίας | Environmental Liability Directive |
crim.law., fin., polit. | Οδηγία 2005/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Οκτωβρίου 2005 , σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας | Third EU Money Laundering Directive |
crim.law., fin., polit. | Οδηγία 2005/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Οκτωβρίου 2005 , σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας | Directive 2005/60/EC of the European Parliament and of the Council of 26 October 2005 on the prevention of the use of the financial system for the purpose of money laundering and terrorist financing |
crim.law., fin., polit. | Οδηγία 2005/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Οκτωβρίου 2005 , σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας | Anti-Money Laundering Directive |
environ. | ολοκληρωμένη πρόληψη και έλεγχος της ρύπανσης | Integrated Pollution Prevention and Control |
environ. | ολοκληρωμένη πρόληψη και έλεγχος της ρύπανσης | integrated prevention and control of pollution |
chem. | ολοκληρωμένη πρόληψη και έλεγχος της ρύπανσης | integrated pollution prevention and control |
pharma. | ad hoc ομάδα για τη θεραπεία της οστεοπόρωσης και την πρόληψη της οστεοπόρωσης στις γυναίκες | Ad hoc Group on Osteoporosis Treatment and Prevention of Osteoporosis in Women |
law | Ομάδα "Πρόληψη κρίσεων" | Conflict Prevention Group |
crim.law. | παρατηρητήριο για την πρόληψη του εγκλήματος | Observatory for the Prevention of Crime |
environ., UN | πολιτική της ΟΕΕ για την πρόληψη και τον έλεγχο της ρύπανσης των υδάτων στην οποία περιλαμβάνεται η διαμεθοριακή ρύπανση | ECE Declaration of policy on prevention and control of water pollution, including transboundary pollution |
health. | πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια πρόληψη | primary and secondary prevention |
environ. | Πρωτοβουλία για την Προστασία και την Πρόληψη Καταστροφών | Disaster Preparedness and Prevention Initiative |
environ. | Πρωτοβουλία για την Προστασία και την Πρόληψη Καταστροφών στη Βαλκανική | Disaster Preparedness and Prevention Initiative |
health., med. | πρωτογενής πρόληψη | primary prevention |
h.rghts.act. | Πρωτόκολλο αριθ. 2 στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την πρόληψη των βασανιστηρίων και της απάνθρωπης ή ταπεινωτικής μεταχείρισης ή τιμωρίας | Protocol No.2 to the European Convention for the Prevention of Torture and Inhuman or Degrading Treatment or Punishment |
h.rghts.act. | Πρωτόκολλο αριθ. 1 στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την πρόληψη των βασανιστηρίων και της απάνθρωπης ή ταπεινωτικής μεταχείρισης ή τιμωρίας | Protocol No. 1 to the European Convention for the Prevention of Torture and Inhuman or Degrading Treatment or Punishment |
transp., avia., environ. | Πρωτόκολλο για την πρόληψη και καταπολέμηση της ρύπανσης της Μεσογείου Θαλάσσης από την απόρριψη ουσιών από τα πλοία και τα αεροσκάφη ή την καύση στη θάλασσα | Protocol for the Prevention and Elimination of Pollution of the Mediterranean Sea by Dumping from Ships and Aircraft or Incineration at Sea |
transp., avia., environ. | Πρωτόκολλο για την πρόληψη και καταπολέμηση της ρύπανσης της Μεσογείου Θαλάσσης από την απόρριψη ουσιών από τα πλοία και τα αεροσκάφη ή την καύση στη θάλασσα | Dumping Protocol |
UN | Πρωτόκολλο για την πρόληψη, καταστολή και τιμωρία της διακίνησης προσώπων, ιδιαίτερα γυναικών και παιδιών, που συμπληρώνει τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών κατά του διεθνικού οργανωμένου εγκλήματος | Protocol to Prevent, Suppress and Punish Trafficking in Persons, Especially Women and Children, Supplementing the United Nations Convention against Transnational Organised Crime |
UN | Πρωτόκολλο για την πρόληψη, καταστολή και τιμωρία της διακίνησης προσώπων, ιδιαίτερα γυναικών και παιδιών, που συμπληρώνει τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών κατά του διεθνικού οργανωμένου εγκλήματος | Palermo Protocol |
environ. | Πρωτόκολλο για την πρόληψη της ρύπανσης της Μεσογείου Θαλάσσης από τη διασυνοριακή διακίνηση επικίνδυνων αποβλήτων και τη διάθεσή τους | Protocol on the Prevention of Pollution of the Mediterranean Sea by Transboundary Movements of Hazardous Wastes and their Disposal |
environ. | Πρωτόκολλο για την πρόληψη της ρύπανσης της Μεσογείου Θαλάσσης από τη διασυνοριακή διακίνηση επικίνδυνων αποβλήτων και τη διάθεσή τους | Hazardous Wastes Protocol |
transp., environ. | πρωτόκολλο για την πρόληψη της Ρύπανσης της Μεσογείου λόγω απόρριψης αποβλήτων από πλοία και αεροσκάφη | Protocol on the Prevention of the Pollution of the Mediterranean Sea by dumping from ships and aircraft |
environ. | Πρωτόκολλο περί συνεργασίας για την πρόληψη της ρύπανσης από πλοία και, σε περιπτώσεις επείγουσας ανάγκης, στην καταπολέμηση της ρύπανσης της Μεσογείου Θάλασσας | Protocol concerning cooperation in preventing pollution from ships and, in cases of emergency, combating pollution of the Mediterranean Sea |
environ. | Πρωτόκολλο που τροποποιεί τη σύμβαση για την πρόληψη της θαλάσσιας ρύπανσης από χερσαίες πηγές | Protocol amending the Convention for the Prevention of Marine Pollution from Land-Based Sources |
gen. | Πρωτόκολλο προθέσεων μεταξύ του Υπουργείου Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης/Γενικής Γραμματείας πολιτικής προστασίας της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας χειρισμού καταστάσεων έκτακτων αναγκών των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής FEMA για τη συνεργασία στην πρόληψη και αντιμετώπιση φυσικών και τεχνολογικών καταστροφών | Protocol of intentions between the Ministry of the Interior, Public Administration and Decentralisation/General Secretariat for civil protection of the Hellenic Republic and the Federal Emergency Management Agency of the United States of America on cooperation in prevention and response to natural and technological disasters |
transp., nautic., environ. | Πρωτόκολλο του 1997 που τροποποιεί τη Διεθνή Σύμβαση για την Πρόληψη Ρύπανσης από Πλοία του 1973, όπως τροποποιήθηκε από το Πρωτόκολλο του 1978 που σχετίζεται με αυτή | Protocol of 1997 to amend the International Convention for the Prevention of Pollution from Ships, 1973, as modified by the Protocol of 1978 relating thereto |
commer., polit. | Πρόγραμμα για την πρόληψη και την καταπολέμηση της παράνομης εμπορίας συμβατικών όπλων | Programme for preventing and combating illicit trafficking in conventional arms |
gen. | Πρόγραμμα Euromed για την πρόληψη, την προετοιμασία και την αντίδραση στις καταστροφές | EuroMed Programme for Disaster Prevention, Preparation and Response |
gen. | Πρόγραμμα Euromed για την πρόληψη, την προετοιμασία και την αντίδραση στις καταστροφές | Euromed Programme for the Prevention, Preparedness and Response to Natural and Man-Made Disasters |
h.rghts.act., social.sc. | Πρόγραμμα κοινοτικής δράσης 2004-2008 σχετικά με την πρόληψη και την καταπολέμηση της βίας εις βάρος παιδιών, νέων και γυναικών και την προστασία των θυμάτων και των ομάδων κινδύνου πρόγραμμα Δάφνη II | Programme of Community action 2004 to 2008 to prevent and combat violence against children, young people and women and to protect victims and groups at risk |
h.rghts.act., social.sc. | Πρόγραμμα κοινοτικής δράσης 2004-2008 σχετικά με την πρόληψη και την καταπολέμηση της βίας εις βάρος παιδιών, νέων και γυναικών και την προστασία των θυμάτων και των ομάδων κινδύνου πρόγραμμα Δάφνη II | Programme of Community action the Daphne Programme, 2000-2003 on preventive measures to fight violence against children, young persons and women |
h.rghts.act., social.sc. | Πρόγραμμα κοινοτικής δράσης 2004-2008 σχετικά με την πρόληψη και την καταπολέμηση της βίας εις βάρος παιδιών, νέων και γυναικών και την προστασία των θυμάτων και των ομάδων κινδύνου πρόγραμμα Δάφνη II | Specific programme 2007-2013 to prevent and combat violence against children, young people and women and to protect victims and groups at risk Daphne III programme as part of the General Programme Fundamental Rights and Justice |
h.rghts.act., social.sc. | Πρόγραμμα κοινοτικής δράσης 2004-2008 σχετικά με την πρόληψη και την καταπολέμηση της βίας εις βάρος παιδιών, νέων και γυναικών και την προστασία των θυμάτων και των ομάδων κινδύνου πρόγραμμα Δάφνη II | Daphne Programme |
transp., agric. | πρόληψη έκπτωσης πορείας σταγονιδίων | drift control |
gen. | πρόληψη ένοπλων συγκρούσεων | conflict prevention |
lab.law., coal. | πρόληψη αιφνίδιων εκλύσεων τοξικών αερίων | prevention of sudden subsidence |
transp., avia. | πρόληψη ατυχήματος | accident prevention |
fin. | πρόληψη ατυχημάτων | accident prevention |
gen. | Πρόληψη ατυχημάτων | loss prevention |
gen. | πρόληψη, διαχείριση και επίλυση των συγκρούσεων | conflict prevention, management and resolution |
lab.law. | πρόληψη επαγγελματικών κινδύνων | elimination of occupational hazards |
lab.law. | πρόληψη κατά των ατυχημάτων | accident prevention |
environ. | πρόληψη καταστροφήςών | disaster prevention |
environ. | πρόληψη καταστροφήςών | disaster prevention The aggregate of approaches and measures to ensure that human action or natural phenomena do not cause or result in disaster or similar emergency. It implies the formulation and implementation of long-range policies and programmes to eliminate or prevent the occurrence of disasters |
gen. | Πρόληψη καταστροφών | disaster prevention |
environ. | πρόληψη κινδύνου | anticipation of danger |
environ. | πρόληψη κινδύνου | anticipation of danger The act of foreseeing, expecting and taking measures against possible future exposure to harm, death or a thing that causes these |
insur., el. | πρόληψη κινδύνου | risk prevention |
tech., industr., construct. | πρόληψη κορδελιάσματος | ribbon-breaker device |
tech., industr., construct. | πρόληψη κορδελιάσματος | anti-patterning device |
health. | πρόληψη με στόχο την οικογένεια | family-based prevention |
econ. | πρόληψη παράνομης επιβίβασης | fraud prevention |
gen. | πρόληψη, προστασία, καταδίωξη και αντίδραση | prevent, protect, pursue and respond |
agric., tech. | πρόληψη πυρκαγιάς | fire prevention |
health. | πρόληψη σε θέματα υγείας | preventive health care |
health. | πρόληψη σε θέματα υγείας | preventive care |
IT | πρόληψη στη μεταγωγή κυκλωμάτων | pre-emption for the circuit switch |
law | πρόληψη της διαφθοράς | prevention of corruption |
crim.law. | πρόληψη της εγκληματικότητας | prevention of crime |
crim.law. | πρόληψη της εγκληματικότητας | crime prevention |
environ. | πρόληψη της ζημίας | damage prevention The aggregate of approaches and measures to ensure that human action or natural phenomena do not cause damage. It implies the formulation and implementation of long-range policies and programmes to eliminate or prevent the damages caused by disasters |
environ. | πρόληψη της ζημίας βλάβης | damage prevention |
econ., market. | πρόληψη της καταστρατήγησης των αναλήψεων υποχρεώσεων όσον αφορά τις εξαγωγικές επιδοτήσεις | prevention of circumvention of export subsidy commitments |
transp., agric. | πρόληψη της παρέκκλισης των σταγονιδίων | drift control |
environ. | πρόληψη της πυρκαγιάς του δάσους | prevention of forest fires |
environ. | πρόληψη της ρύπανσης | pollution prevention Eliminating the production of hazardous wastes and greenhouse gases at their source, within the production process. This can often be achieved through a variety of relatively simple strategies, including minor changes in manufacturing processes, substitution of non-polluting products for polluting products, and simplification of packaging. Companies practicing waste reduction have saved hundreds of millions of dollars, and used it to catalyze employee involvement and eliminate the need for expensive end-of-the-pipe filtering |
environ. | πρόληψη της ρύπανσης | pollution prevention |
econ. | πρόληψη της ρύπανσης | prevention of pollution |
environ. | πρόληψη της ρύπανσης των υδάτων | water pollution prevention Precautionary measures, actions or installations implemented to avert or hinder human-made or human-induced alteration of the physical, biological, chemical and radiological integrity of water |
environ. | πρόληψη της ρύπανσης των υδάτων | water pollution prevention |
social.sc., health. | πρόληψη της τοξικομανίας | preventing drug addiction |
law, h.rghts.act. | πρόληψη της υποβοήθησης της εισόδου | preventing the facilitation of entry |
crim.law. | πρόληψη του εγκλήματος | crime prevention |
law | πρόληψη του εγκλήματος | prevention of crime |
h.rghts.act. | πρόληψη του εγκλήματος γενοκτονίας | prevention of the crime of genocide |
environ. | πρόληψη του καπνού | smoke prevention |
law | πρόληψη του οργανωμένου εγκλήματος | prevention of organised crime |
transp. | πρόληψη των αβαριών | prevention of damage |
econ. | πρόληψη των ασθενειών | disease prevention |
econ. | πρόληψη των ατυχημάτων | accident prevention |
environ. | πρόληψη των δασικών πυρκαγιών | prevention of forest fires Precautionary actions, measures or installations implemented to avert the possibility of an unexpected conflagration of any large wooded area having a thick growth of trees and plants |
environ. | πρόληψη των δασικών πυρκαγιών | prevention of forest fires |
environ. | πρόληψη των εκπομπών | emission control Procedures aiming at reducing or preventing the harm caused by atmospheric emissions |
environ. | πρόληψη αποφυγή των επιπτώσεων | impact prevention |
environ. | πρόληψη αποφυγή των επιπτώσεων | impact prevention Precautionary measures, actions or installations implemented to avert negative effects on the environment |
transp. | πρόληψη των ζημιών | prevention of damage |
econ. | πρόληψη των κινδύνων | risk prevention |
transp. | πρόληψη των κυκλοφοριακών συμφορήσεων | prevention of congestion on the roads |
health. | πρόληψη των νόσων | preventing illnesses |
agric., construct. | Πρόληψη των πυρκαϊών | fire prevention |
econ. | πρόληψη των συγκρούσεων | conflict prevention |
health. | πρόληψη των τραυματισμών | prevention of injuries |
social.sc. | πρόληψη υποτροπής | relapse prevention |
environ. | πρόληψη αποφυγή φυσικών κινδύνων | natural risks prevention Precautionary measures, actions or installations implemented to avert the probability of harm to humans, property or natural resources posed by conditions or events in the environment neither initiated nor formed by human activity |
environ. | πρόληψη αποφυγή φυσικών κινδύνων | natural risks prevention |
environ. | πρόληψη/προφύλαξη | prevention |
nat.sc., agric. | Πρότυπα σχέδια καταπολέμησης της λύσσας με σκοπό την εξάλειψη ή την πρόληψή της | Pilot projects for the control of rabies with a view to its eradication or prevention |
gen. | Σημβουλευτική επιτροπή για την πρόληψη του καρκίνου | Advisory Committee for the prevention of cancer |
gen. | σκέλος για την "πρόληψη των κρίσεων και των συγκρούσεων στην Αφρική" | measures to prevent crises and conflicts in Africa |
environ. | Συμβάσεις του ΄Οσλο και των Παρισίων για την πρόληψη της θαλάσσιας ρύπανσης | Oslo and Paris Conventions on the prevention of marine pollution |
environ. | Συμβάσεις του ΄Οσλο και των Παρισίων για την πρόληψη της θαλάσσιας ρύπανσης | Oslo and Paris Conventions for the prevention of marine pollution |
crim.law. | Συμφωνία περί συνεργασίας για την πρόληψη και καταπολέμηση του διασυνοριακού εγκλήματος | Agreement on Cooperation to prevent and combat trans-border crime |
tax. | συνθήκη μεταξύ Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας και Ηνωμένων Πολιτειών για την αποφυγή της διπλής φορολογίας και την πρόληψη της φοροδιαφυγής σε ό,τι αφορά τους φόρους εισοδήματος και κεφαλαίου, καθώς και ορισμένους άλλους φόρους | Convention between the Federal Republic of Germany and the United States of America for the Avoidance of Double Taxation and the Prevention of Fiscal Evasion with respect to Taxes on Income and Capital and to certain other Taxes |
med. | συσκευή που χρησιμεύει είτε για την πρόληψη ή διόρθωση ορισμένων σωματικών παραμορφώσεων | appliance for preventing or correcting bodily deformities |
social.sc., construct. | σχέδιο δράσης για την πρόληψη της βίας των πόλεων | action plan on the prevention of the urban violence |
immigr. | Σχέδιο της ΕΕ για βέλτιστες πρακτικές, πρότυπα και διαδικασίες για την καταπολέμηση και την πρόληψη της εμπορίας ανθρώπων | EU plan on best practices, standards and procedures for combating and preventing trafficking in human beings |
gen. | Σύμβαση για την πρόληψη και καταπολέμηση του εγκλήματος της γενοκτονίας | Convention on the Prevention and Punishment of the Crime of Genocide |
law | Σύμβαση για την πρόληψη και την καταστολή των τρομοκρατικών πράξεων που λαμβάνουν μορφή εγκλημάτων κατά των προσώπων ή συναφών πράξεων εκβίασης | Convention to Prevent and Punish the Acts of Terrorism Taking the Form of Crimes Against Persons and Related Extortion that are of International Significance |
gen. | Σύμβαση για την πρόληψη και την τιμωρία εγκλημάτων που στρέφονται κατά των διεθνώς προστατευομένων προσώπων συμπεριλαμβανομένων και των διπλωματικών αντιπροσώπων | Diplomatic Agents Convention |
gen. | Σύμβαση για την πρόληψη και την τιμωρία εγκλημάτων που στρέφονται κατά των διεθνώς προστατευομένων προσώπων συμπεριλαμβανομένων και των διπλωματικών αντιπροσώπων | Convention on the Prevention and Punishment of Crimes against Internationally Protected Persons, including Diplomatic Agents |
transp., environ. | Σύμβαση για την πρόληψη της θαλάσσιας ρυπανσης συνεπεία επιχειρήσεων πόντισης από πλοία και αεροσκάφη | Oslo Convention |
transp., environ. | Σύμβαση για την πρόληψη της θαλάσσιας ρυπανσης συνεπεία επιχειρήσεων πόντισης από πλοία και αεροσκάφη | Convention for the Prevention of Marine Pollution by Dumping from Ships and Aircraft |
environ. | Σύμβαση για την Πρόληψη της Θαλάσσιας Ρύπανσης από την πόντιση αποβλήτων και άλλων υλικών | London Dumping Convention |
environ. | Σύμβαση για την Πρόληψη της Θαλάσσιας Ρύπανσης από την πόντιση αποβλήτων και άλλων υλικών | Convention on the Prevention of Marine Pollution by Dumping of Wastes and Other Matter |
environ. | Σύμβαση για την πρόληψη της θαλάσσιας ρύπανσης από τις εργασίες έκχυσης πλοίων και αεροσκαφών | Oslo Convention |
environ. | Σύμβαση για την πρόληψη της θαλάσσιας ρύπανσης από τις εργασίες έκχυσης πλοίων και αεροσκαφών | Convention for the Prevention of Marine Pollution by Dumping from Ships and Aircraft |
transp., environ. | Σύμβαση για την πρόληψη της θαλάσσιας ρύπανσης από χερσαίες πηγές | Convention on the Prevention of Marine Pollution from Land-Based Sources |
transp., environ. | Σύμβαση για την πρόληψη της θαλάσσιας ρύπανσης από χερσαίες πηγές | Convention for the Prevention of Marine Pollution from Land-based Sources |
environ. | Σύμβαση για την πρόληψη της θαλάσσιας ρύπανσης από χερσαίες πηγές | Paris Convention |
environ. | σύμβαση για την πρόληψη της θαλάσσιας ρύπανσης λόγω απόρριψης αποβλήτων και άλλων υλών | London Dumping Convention |
environ. | σύμβαση για την πρόληψη της θαλάσσιας ρύπανσης λόγω απόρριψης αποβλήτων και άλλων υλών | Convention on the Prevention of Marine Pollution by Dumping of Wastes and Other Matter |
social.sc., UN | Σύμβαση για την πρόληψη των βιομηχανικών ατυχημάτων μεγάλης εκτάσεως | Convention concerning the Prevention of Major Industrial Accidents |
environ. | σύμβαση για την πρόληψη των βιομηχανικών καταστροφών | Convention on the Prevention of Industrial Disasters |
gen. | Σύμβαση σχετικά με την πρόληψη, τον έλεγχο και την αναχαίτηση της κατάχρησης του αθέμιτου εμπορίου και της αθέμιτης παραγωγής ναρκωτικών, ψυχοτρόπων ουσιών και συναφών χημικών μέσων | agreement on the prevention, control and curbing of drug abuse and the unlawful trade in and production of narcotics, psychotropic drugs and related chemical substances |
gen. | Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για την πρόληψη της τρομοκρατίας | Council of Europe Convention on the Prevention of Terrorism |
int. law., social.sc. | Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης σχετικά με την πρόληψη και την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της ενδοοικογενειακής βίας | Istanbul Convention |
int. law., social.sc. | Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης σχετικά με την πρόληψη και την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της ενδοοικογενειακής βίας | Council of Europe Convention on preventing and combating violence against women and domestic violence |
health. | σύστημα έγκαιρου συναγερμού και αντίδρασης για την πρόληψη και τον έλεγχο μεταδοτικών ασθενειών | early warning and response system |
health. | σύστημα έγκαιρου συναγερμού και αντίδρασης για την πρόληψη και τον έλεγχο μεταδοτικών ασθενειών | early warning and response system for the prevention and control of communicable diseases |
med. | τριτογενής πρόληψη | tertiary prevention |
transp., polit. | υπεύθυνος για την πρόληψη των κινδύνων που ενυπάρχουν στις μεταφορές επικίνδυνων εμπορευμάτων | risk prevention officer |
transp., polit. | υπεύθυνος για την πρόληψη των κινδύνων που ενυπάρχουν στις μεταφορές επικίνδυνων εμπορευμάτων | officer for the prevention of risks inherent in the carriage of dangerous goods |
h.rghts.act., econ. | Υπηρεσία για την Πρόληψη Καταστροφών και την Ετοιμότητα | Disaster Prevention and Preparedness Agency |
h.rghts.act., econ. | Υπηρεσία για την Πρόληψη Καταστροφών και την Ετοιμότητα | Disaster Prevention and Preparedness Commission |
h.rghts.act., econ. | Υπηρεσία για την Πρόληψη Καταστροφών και την Ετοιμότητα | Relief and Rehabilitation Commission |
h.rghts.act., econ. | Υπηρεσία για την Πρόληψη Καταστροφών και την Ετοιμότητα | DPPC |
polit. | Υπηρεσία για την πρόληψη στον τομέα της υγείας και της ασφάλειας των προσώπων στο χώρο εργασίας | Health and Safety Department |
polit. | Υπηρεσία για την πρόληψη στον τομέα της υγείας και της ασφάλειας των προσώπων στο χώρο εργασίας | Department of Preventive Health Care and Safety at Work |
h.rghts.act., UN | Υποεπιτροπή για την πρόληψη των βασανιστηρίων και οιασδήποτε απάνθρωπης ή ταπεινωτικής μεταχείρισης ή τιμωρίας | Subcommittee on Prevention of Torture and Other Cruel, Inhuman or Degrading Treatment or Punishment |
h.rghts.act., UN | Υποεπιτροπή για την πρόληψη των βασανιστηρίων και οιασδήποτε απάνθρωπης ή ταπεινωτικής μεταχείρισης ή τιμωρίας | Subcommittee on Prevention |
gen. | Χάρτης για την πρόληψη και καταπολέμηση της τρομοκρατίας | Charter on preventing and combating terrorism |