DictionaryForumContacts

   Greek
Terms for subject Agriculture containing άροση | all forms
GreekEnglish
άροση επικάλυψηςflat ploughed field
άροση επικάλυψηςlapping of furrows
άροση επικάλυψηςflat broken land
άροση επικλινής προς τα αριστεράleft turn ploughing
άροση επικλινής προς τα αριστεράleft hand ploughing
άροση κατά τας ισοϋψείςcontour ploughing
άροση κατά τας ισοϋψείςcontour plowing
άροση κατά τας ισοϋψείςcontouring
άροση κατά τας ισοϋψείςacross the slope plowing
άροση λοφωτήploughed field set up with perfectly straight furrow slices
άροση με ελικότροχοcable plowing
άροση με ελικότροχοcable ploughing
άροση με κονιορτοποίηση του χώματοςdigger ploughing
άροση με κονιορτοποίηση του χώματοςcrumbled ploughing
άροση περιστροφική από την περιφέρεια προς το κέντροroundabout ploughing starting from the outside
άροση περιστροφική από την περιφέρεια προς το κέντροploughing on the square commencing at the outside
άροση περιστροφική από το κέντρο προς την περιφέρειαroundabout ploughing starting from the centre
άροση περιστροφική από το κέντρο προς την περιφέρειαploughing on the square commencing at the centre
άροση προς την κοιλάδαdownhill ploughing
άροτρο για αποκλίνουσα άροσηhilling up plow
βαθεία άροσηdeep tillage
βαθεία άροσηdeep ploughing
βολώδης άροσηsemi-digger ploughing
καλοκαμωμένη άροσηploughed field with smooth down furrow slices
κοινή άροσηmedium ploughing
συγκλίνουσα άροσηploughing back
ταυτόχρονη άροση και σποράplow planting
τελειώνει την άροσηfinishing
τελειώνει την άροσηfinished plowing
υπεδάφιος άροσηsubsoiling
υπεδάφιος άροσηsubsoil tillage