DictionaryForumContacts

   Dutch
Terms for subject Earth sciences containing debiet | all forms | exact matches only
DutchGreek
begrensd debietοριακή ροή
capillair debietτριχοειδής παροχή
debiet bij ontwerpafvoerμεγίστη κανονική παροχή
debiet dat nodig is om een bepaalde druk te houdenροή διατήρησης πίεσης
debiet/drukkarakteristiekχαρακτηριστική καμπύλη ροής/πιέσεως
debiet nulισχύς εισόδου αντλίας που αντιστοιχεί σε μηδενικό ρυθμό ροής
debiet van de waaierρυθμός ροής του στροφείου του ωθητή
geabsorbeerd debiet door de hydromotorδυνατότητα απορρόφησης
geforceerd ventilatiesysteem met klein debietσύστημα για εξαναγκασμένο εξαερισμό με χαμηλή παροχή
intern debietρυθμός ροής του στροφείου του ωθητή
kritisch debietκρίσιμη ροή
lineariteit in debietγραμμικότητα ροής
massiek debiet van de condensatieκατά μάζα ταχύτητα συμπύκνωσης
maximaal normaal debietμεγίστη κανονική παροχή
maximum debiet bij onstabiele H-Q curveρυθμός ροής που αντιστοιχεί στο κορυφαίο σημείο μιας HQκαμπύλης μιας αντλίας
natuurlijk debietφυσική ροή
nominaal debietονομαστική ροή
nominaal debietονομαστική παροχή
opvoerhoogte bij debiet nulπιεζομετρικό ύψος με κλειστή βαλβίδα
specifieke energie bij debiet nulειδική ενέργεια μιας φυγοκεντρικής αντλίας με κλειστή βαλβίδα
uitlaatdruk bij debiet nulπίεση κενής λειτουργίας
uitlaatdruk bij debiet nulπίεση κατά την άφορτο λειτουργία