Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Italian
⇄
Arabic
Chinese
Danish
Dutch
English
French
German
Greek
Italian
Norwegian Bokmål
Polish
Russian
Spanish
Swedish
Terms
for subject
Marketing
containing
in
|
all forms
|
exact matches only
Italian
Greek
accordi di specializzazione o accordi d'acquisto o di vendita
in
comune
συμφωνίες εξειδικεύσεως ή συμφωνίες από κοινού αγοράς ή πωλήσεως
accordo di vendite d'esportazione
in
comune
συμφωνία για κοινές εξαγωγικές πωλήσεις
accordo
in
materia di accesso
συμφωνία πρόσβασης
anticipazioni senza interessi che vanno
in
deduzione dei contributi
άτοκες προκαταβολές που αφαιρούνται από τις χρηματικές εισφορές
attività fisse
in
corso
τρεχούμενο πάγιο ενεργητικό
attività
in
franchising
δραστηριότητα που προσφέρεται για ενοποιημένη παρουσία
attività
in
franchising
πιθανό αντικείμενο ενοποιημένης παρουσίας/franchise
attività
in
portafoglio
περιουσιακά στοιχεία χαρτοφυλακίου
attività ponderata
in
base al rischio
στοιχεία σταθμισμένα κατά τον κίνδυνο του ενεργητικού
avere
in
conto chèques postali
ταχυδρομική επιταγή
avere
in
conto chèques postali
εντολή προς ταχυδρομείο για πληρωμή ορισμένου ποσού από τον τηρούμενο σε αυτό λογαριασμό του εκδότη
capitale considerato
in
termini operativi
κεφάλαιο θεωρούμενο από άποψη εκμετάλλευσης
capitale considerato
in
termini operativi
κεφάλαιο αντιμετωπιζόμενο με επιχειρησιακούς όρους
capitale
in
buoni di partecipazione
πιστοποιητικό συμμετοχής στο κεφάλαιο
cedere nuovamente
in
leasing
εκμισθώνω με χρηματοδοτική μίσθωση
leasing
ciascuno degli Stati membri trasforma i contingenti bilaterali
in
contingenti globali
κάθε Kράτος μέλος μετατρέπει τις ανοιχθείσες διμερείς ποσοστώσεις σε καθολικές ποσοστώσεις
collo di spedizione
in
piccole partite
εμπορεύματα τμηματικών αποστολών
Comitato del valore
in
dogana
Eπιτροπή Δασμολογητέας Aξίας
consulenza
in
materia di franchising
συμβουλευτικές δραστηριότητες σε θέματα ενοποιημένης παρουσίας/franchising
contabilità
in
partita doppia
διπλογραφική λογιστική
contabilità
in
partita semplice
απληγραφική λογιστική
conversione dei bilanci
in
divise estere
αναγωγή των λογαριασμών που εκφράζονται σε ξένα νομίσματα
conversione dei bilanci
in
divise estere
αναγωγή του ετήσιου κλεισίματος σε ξένα νομίσματα
crediti
in
conto corrente e prestiti a enti di diritto pubblico
δάνεια και χρηματοδοτήσεις προς δημόσιους οργανισμούς
crediti
in
conto corrente e prestiti a enti di diritto pubblico
δάνεια και χρηματοδοτήσεις προς δημόσιες επιχειρήσεις
diritto di voto su titoli
in
deposito
άσκηση ψήφου εκ των αποτεθειμένων μετοχών
dividendo
in
azioni
μέρισμα καταβαλλόμενον υπό μορφήν μετοχών
dividendo
in
azioni
μέρισμα υπό μορφή νέων μετοχών
divieto di rivendita
in
perdita
απαγόρευση μεταπωλήσεως κάτω του κόστους
essere
in
deficit
παρουσιάζω έλλειμμα
essere
in
deficit
έχω έλλειμμα
essere
in
passivo
έχω έλλειμμα
essere
in
passivo
παρουσιάζω έλλειμμα
evidenziare l'immagine comunitaria
in
occasione dei giochi olimpici
ενίσχυση της εικόνας της Κοινότητας στους Ολυμπιακούς Αγώνες
fondi
in
valori mobiliari
εταιρία επενδύσεων σε χρεόγραφα
fondi
in
valori mobiliari
διαθέσιμα από αξιοποίηση αξιογράφων
fondi rischi contrattuali lavori
in
corso
πρόβλεψη ζημίας από εργασία παροχής υπηρεσιών σε εξέλιξη
fondo cassa
in
dotazione
πάγια ταμειακά κεφάλαια
fondo comune d'investimento
in
operazioni a termine
συγκέντρωση κεφαλαίων για την αγοραπωλησία προθεσμιακών συμβάσεων εμπορευμάτων
fondo di collocamento
in
valori mobiliari
εταιρία επενδύσεων σε χρεόγραφα
fondo di collocamento
in
valori mobiliari
διαθέσιμα από αξιοποίηση αξιογράφων
fondo d'investimento
in
valori mobiliari
εταιρία επενδύσεων σε χρεόγραφα
fondo d'investimento
in
valori mobiliari
διαθέσιμα από αξιοποίηση αξιογράφων
i prodotti che si trovano
in
libera pratica negli Stati membri
τα προ2bόντα που ευρίσκονται σε ελεύθερη κυκλοφορία εντός των Kρατών μελών
immobilizzazioni
in
corso
τρεχούμενο πάγιο ενεργητικό
immobilizzazioni
in
corso
μη αποπερατωθείσες ακινητοποιήσεις
immobilizzazioni materiali
in
corso
κτήσεις πάγιων στοιχείων σε εξέλιξη
immobilizzazioni materiali
in
corso
ακινητοποιήσεις υπό εκτέλεση
importazioni liberalizzate
in
via autonoma
εισαγωγές που έχουν ελευθερωθεί αυτόνομα
impresa
in
lifreding
δικαιοδόχος με πλήρες πακέτο
imputare i ricavi
in
funzione del principio di causalità
κατανομή εσόδων με βάση την αιτιώδη σχέση
in
libera pratica
σε ελεύθερη κυκλοφορία
indurre
in
errore il consumatore
περιάζω σε αλάνη τον καταναλωτή
indurre
in
errore il consumatore
παραπλανώ τον καταναλωτή
insegna
in
franchising
διακριτικό σύμβολο του δικτύου
insegna
in
franchising
διακριτικό σύμβολο της επιχείρησης του δικαιοπαρόχου
iscrivere
in
bilancio al rispettivo valore di mercato
καταχώρηση στον ισολογισμό στην τρέχουσα τιμή αγοράς
know-how del franchising
in
materia di servizi o di distribuzione
τεχνογνωσία συστήματος ενοποιημένης παροχής υπηρεσιών ή διανομής
know-how del franchising
in
materia di servizi o di distribuzione
τεχνογνωσία franchise υπηρεσιών ή διανομής
lavori
in
corso su ordinazione
παραγωγή σε εξέλιξη
libera circolazione
in
paesi terzi
απαλλαγή για τρίτες χώρες
operazione a termine
in
corso su titoli
διαπραγμάτευση μελλοντικών τιμών χρεογράφων
operazione
in
bilancio
στοιχεία ισολογισμού
partecipazione agli utili da operazioni fatte
in
comune
συμμετοχή στα κέρδη από κοινοπραξίες
partecipazioni
in
imprese collegate
συμμετοχές σε συνδεδεμένες επιχειρήσεις
partecipazioni
in
imprese collegate
εταιρικές μερίδες
perdite su crediti
in
sofferenza
ζημίες από απαιτήσεις ανεπίδεκτες εισπράξεως
posizione
in
valuta
συναλλαγματική θέση
posizione
in
valuta
συναλλαγματική κατάσταση
posizione netta generale
in
valuta estera dell'ente
συνολική καθαρή θέση του ιδρύματος σε συνάλλαγμα
posizione non compensata
in
valuta
μη αντιστοιχισμένη θέση σε νομίσματα
presa
in
considerazione dei risultati all'estero
συνυπολογισμός των αποτελεσμάτων στο εξωτερικό
presa
in
considerazione delle perdite delle affiliate stabilite all'estero
συμψηφισμός των ζημιών των θυγατρικών εταιρειών
procedura di notifica preventiva
in
merito a un finanziamento di aiuto
διαδικασία όσον αφορά την προηγούμενη γνωστοποίηση για την παροχή χρηματοδοτικής βοήθειας
prodotti
in
corso di lavorazione
ημι-κατεργασμένα προϊόντα
prodotti
in
corso di lavorazione
ημιτελή προϊόντα
prodotti
in
corso di lavorazione e semilavorati
παραγωγή σε εξέλιξη
prodotti
in
corso di lavorazione e semilavorati e lavori in corso su ordinazione
παραγωγή εμπορευμάτων σε εξέλιξη
prodotti possono essere acquistati dagli organismi d'intervento
in
Danimarca
προϊόντα δύνανται να αγορασθούν υπό των οργανισμών παρεμβάσεως στη Δανία
prodotto preconfezionato
in
quantità prestabilite
προϊόντα προσυσκευασμένα σε προκαθορισμένες ποσότητες
prodotto preconfezionato
in
quantità variabili
προϊόντα προσυσκευασμένα σε μεταβλητές ποσότητες
produzione agricola venduta
in
base a contratti conclusi preventivamente
γεωργικά προϊόντα που πωλήθηκαν βάσει προκαθορισμένης σύμβασης
programma di pagamento
in
natura
πρόγραμμα πληρωμών σε είδος
programmazione
in
grande
προγραμματισμός στα μεγάλα
provento da investimento
in
immobilizzazioni
εισόδημα από επένδυση παγίου ενεργητικού
pubblicità
in
compartecipazione
συνεταιριστική διαφήμιση
quota dei ricavi derivanti dai lavori
in
corso su ordinazione attribuibile all'esercizio
αποδοτέο κέρδος από μακροπρόθεσμες συμβάσεις
quota-parte dei contributi
in
conto esercizio trasferita al risultato dell'esercizio
αναλογούσες στη χρήση επιχορηγήσεις πάγιων επενδύσεων
riserva per azioni proprie
in
portafoglio
περιορισμένα αποθεματικά μη δυνάμενα να διανεμηθούν
rivendita
in
partita
μεταπώληση με ζημία
servizi
in
corso
αξία υπηρεσιών σε εξέλιξη
servizi
in
corso su ordinazione
παροχή υπηρεσιών σε εξέλιξη
shop
in
shop
"κατάστημα στο κατάστημα"
shop
in
shop
ενδοκατάστημα
shop
in
shop
"shop-in-shop"
specialmente
in
materia di politica d'importazione
ιδίως στο θέμα της πολιτικής εισαγωγών
spese
in
conto capitale
κεφαλαιουχικές δαπάνες
spese
in
conto capitale
δαπάνες κεφαλαίου
strategia secondo la quale l'utente paga
in
funzione dei servizi di cui ha fruito
αρχή του "ο χρήστης πληρώνει"
tali pratiche abusive possono consistere
in
particolare in...
η κατάχρηση αυτή δύναται να συνίσταται ιδίως...
terreni e costruzioni
in
locazione
μισθωμένα γήπεδα και κτίρια
titoli ad offerta continua
in
franchi svizzeri
συνεχείς οφειλές πληρωτέες σε ελβετικά φράγκα
traffico
in
piccole partite
τμηματική κίνηση αποστολών
utili
in
natura
κέρδη σε είδος
utili
in
seguito al pagamento dei dividendi
παρακράτηση έτους
valori attivi
in
bilancio
αξίες προς κεφαλοποίηση
valori
in
portafoglio
αρχείο χρεογράφων
valori
in
portafoglio
χαρτοφυλάκιο τίτλων
valori
in
portafoglio
αρχείο αξιών
valori
in
portafoglio
χαρτοφυλάκιο χρεογράφων
variazioni delle poste
in
bilancio
μεταβολές των κονδυλίων του ισολογισμού
Get short URL