Italian | Greek |
a cui viene riconosciuto lo statuto di profugo | χαρακτηρίζεται ως πρόσφυγας |
a cui viene riconosciuto lo statuto di profugo | αναγνώριση προσφυγικής ιδιότητας |
accordo a undici sulla politica sociale | Συμφωνία των'Ενδεκα επί της κοινωνικής πολιτικής |
Accordo-quadro sul lavoro a tempo parziale | Συμφωνία-πλαίσιο για την εργασία μερικής απασχόλησης |
addetto/a al ricevimento | υπάλληλος υποδοχής άνδρας/γυναίκα |
aiuto a favore dei piccoli coltivatori di seminativi | ενίσχυση υπέρ των μικρών παραγωγών ορισμένων αροτραίων καλλιεργειών |
Associazione dei produttori europei di scaldacqua e scaldabagno istantanei a gas e di caldaie murali a gas | Ενωση Ευρωπαίων Κατασκευαστών Στιγμιαίων Θερμαντήρων Λουτρού και Θερμαντήρων Νερού και Επίτοιχων Λεβήτων Φωταερίου |
aumento per figli a carico | αύξηση λόγω εξαρτώμενου τέκνου |
Azione intesa a combattere il razzismo e la xenofobia | Δράση για την καταπολέμηση του ρατσισμού και της ξενοφοβίας |
azione positiva a favore delle donne | θετική ενέργεια υπέρ των γυναικών |
Azioni comunitarie a favore degli anziani | Κοινοτικές δράσεις υπέρ των ηλικιωμένων |
collocamento a riposo anticipato | πρόωρη συνταξιοδότηση |
Comitato consultivo per la protezione degli animali utilizzati a fini sperimentali a ad altri fini specifici | συμβουλευτική επιτροπή για την προστασία των ζώων που χρησιμοποιούνται ως πειραματόζωα ή για άλλους επιστημονικούς σκοπούς |
comitato costituito per attuare il programma a medio termine per le pari opportunità per le donne e gli uomini | Επιτροπή για την εφαρμογή του μεσοπρόθεσμου προγράμματος για την ισότητα των ευκαιριών μεταξύ ανδρών και γυναικών 1996-2000 |
conferenza mondiale delle Nazioni Unite destinata a valutare e sviluppare i risultati del decennio della donna | Παγκόσμιο Συνέδριο για την Ανάπτυξη και Εκτίμηση των Επιτεύξεων της Δεκαετίας των Ηνωμένων Εθνών για τις Γυναίκες |
coniuge a carico | προστατευόμενος σύζυγος |
consulenza ai genitori | συμβουλευτική γονέων |
consulenza ai genitori | παροχή συμβουλών σε γονείς |
Convenzione che limita a otto ore giornaliere e a quarantotto ore settimanali l'orario di lavoro negli stabilimenti industriali | Σύμβαση "περί περιορισμού των ωρών εργασίας εν ταις βιομηχανικαίς επιχειρήσεσιν εις 8 καθ'ημέραν και 48 καθ'εβδομάδα" |
Convenzione concernente gli alloggi a bordo delle navi da pesca | Σύμβαση για την ενδιαίτηση στα αλιευτικά πλοία |
Convenzione concernente le consultazioni tripartite destinate a promuovere l'adozione di norme internazionali del lavoro | Σύμβαση "περί των τριμερών συνεννοήσεων διά την προώθησιν της εφαρμογής των διεθνών κανόνων εργασίας" |
Convenzione relativa ai cambiamenti di cognomi e nomi | σύμβαση σχετικά με τις αλλαγές επωνύμων και ονομάτων |
Convenzione relativa ai congedi annuali pagati | Σύμβαση "περί κανονικών κατ'έτος αδειών μετ'αποδοχών" αναθεωρημένη 1970 |
Convenzione sul lavoro a tempo parziale | Σύμβαση για τη μερική απασχόληση |
Convenzione sulla legislazione applicabile ai cognomi e ai nomi | σύμβαση σχετικά με το νόμο που εφαρμόζεται στα επώνυμα και στα ονόματα |
costituzione di diritti a pensione | σύσταση συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων |
diritti a pensione complementare | δικαιώματα συμπληρωματικής συνταξιοδότησης |
disoccupato avente persone a carico | άνεργος με συντηρούμενα πρόσωπα |
groupe a rischio | ομάδα υψηλού κινδύνου |
impiego a rotazione | εκ περιτροπής απασχόληση ; περιοδική εξωτερική αντικατάσταση καταρτιζομένου προσωπικού |
impiego riservato ai minorati | προστατευόμενη θέση εργασίας |
importo da versare a titolo di pensioni sociali | ποσό που καταβάλλεται για κοινωνικές συντάξεις |
indennità ai ciechi civili | αποζημίωση για τυφλούς ειρηνικής περιόδου |
intervento a difesa dei diritti dell'uomo | ενέργεια για την προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου |
lavoratore a debole salario | χαμηλόμισθος εργάτης |
lavoratore a mobilità ridotta | εργαζόμενος με μειωμένη κινητικότητα |
lavoratore a tempo determinato | εργαζόμενος ορισμένου χρόνου |
lavoro a tempo determinato | εργασία ορισμένου χρόνου |
lavoro a tempo parziale | εργασία με μειωμένο ωράριο |
lavoro a tempo pieno | πλήρης απασχόληση |
lavoro pagato a cottimo | εργασία που πληρώνεται κατ'αποκοπήν |
lavoro presso un centro sociale o presso comunità | εργασία σε κοινωνικό κέντρο μιας κοινότητας |
lavoro svolto dai giovani a livello europeo | Ευρωπαϊκή Συνέλευση σχετικά με τις δραστηριότητες για τους νέους |
mancanza di prossimità ai cittadini | σε απόσταση από τους πολίτες |
mediazione a fini matrimoniali | συνοικέσιο |
organismo a vocazione socioculturale | οργανισμός με κοινωνικοπολιτιστική αποστολή |
organizzazione di assistenza ai rifugiati | οργάνωση αρωγής των προσφύγων |
persona a mobilità ridotta | άτομο μειωμένης κινητικότητας |
persona a mobilità ridotta | πρόσωπο με μειωμένη κινητικότητα |
persona a mobilità ridotta | άτομα με μειωμένη κινητικότητα |
persona anziana pensionata a basso reddito | ηλικιωμένος συνταξιούχος με χαμηλά εισοδήματα |
programma a medio termine per la parità di opportunità | μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα για την ισότητα ευκαιριών |
programma comunitario a favore della riconversione delle zone dell'industria cantieristica | κοινοτικό πρόγραμμα για τη μετατροπή των περιοχών των ναυπηγίων |
programma comunitario a favore della riconversione delle zone dell'industria cantieristica | Κοινοτικό πρόγραμμα για τη μετατροπή των περιοχών των ναυπηγείων |
programma d'azione a favore dei lavoratori migranti e delle loro famiglie | πρόγραμμα δράσης υπέρ των διακινούμενων εργαζόμενων και των οικογενειών τους |
programma d'azione comunitaria a favore delle persone disabili | κοινοτικό πρόγραμμα δράσης υπέρ των ατόμων με ειδικές ανάγκες |
programma d'azione comunitaria sulle misure preventive intese a combattere la violenza contro i bambini, i giovani e le donne 2000-2003, programma Daphne | Πρόγραμμα κοινοτικής δράσης Πρόγραμμα Δάφνη, 2000-2003 περί προληπτικών μέτρων κατά της βίας εις βάρος παιδιών, εφήβων και γυναικών |
programma d'azione comunitario a favore della gioventù | πρόγραμμα κοινοτικής δράσης "Νεολαία" |
Programma d'azione inteso a favorire gli scambi di giovani nella Comunità "Gioventu' per l'Europa" | Πρόγραμμα δράσης για την προώθηση των ανταλλαγών νέων μέσα στην Κοινότητα - Πρόγραμμα "Νεολαία για την Ευρώπη" |
Programma d'azione inteso a promuovere la conoscenza di lingue straniere nella Comunità europea | Πρόγραμμα δράσης για την προώθηση της διδασκαλίας και της εκμάθησης ξένων γλωσσών στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα ; Πρόγραμμα για την προώθηση της κατάρτισης στις ξένες γλώσσες στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα |
Programma di azione a livello comunitario per promuovere l'integrazione sociale e la vita indipendente dei minorati 1993-1996 | Κοινοτικό πρόγραμμα δράσης υπέρ των ατόμων με ειδικές ανάγκες HELIOS II, 1993-1996 |
Programma di azione a medio termine della Comunità per l'integrazione economica e sociale delle categorie di persone economicamente e socialmente disagiate | Μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα Κοινοτικής δράσης για την οικονομική και κοινωνική ένταξη των λιγότερο ευνοημένων κοινωνικών ομάδων |
Programma di azione comunitaria a favore dei minorati | Κοινοτικό πρόγραμμα δράσης υπέρ των ατόμων με ειδικές ανάγκες HELIOS II, 1993-1996 |
Programma di azione comunitario a medio termine di lotta contro l'esclusione sociale e di promozione della solidarietà | Μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα κοινοτικής δράσης για την καταπολέμηση του κοινωνικού αποκλεισμού και την προώθηση της αλληλεγγύης |
Programma di azione della Comunità volto a promuovere la parità delle possibilità per le donne1982-1985 | Πρόγραμμα για την προώθηση της ισότητας ευκαιριών για τις γυναίκες1982-1985 |
programma di finanziamento a favore degli alloggi sociali | πρόγραμμα χρηματοδότησης εργατικών κατοικιών |
Programma pluriennale di lavoro a favore delle società cooperative,mutue,associazioni e fondazioni nella Comunità | Πολυετές πρόγραμμα εργασίας υπέρ των συνεταιρισμών,των ταμείων αλληλασφάλισης,των ενώσεων και των ιδρυμάτων στην Κοινότητα |
programma sociale a medio termine | μεσοπρόθεσμο κοινωνικό πρόγραμμα |
programma volto a promuovere la parità delle opportunità | πρόγραμμα για την προώθηση της ισότητας ευκαιριών |
quota a carico del paziente | ποσοστό που επιβαρύνει τον ασθενή |
regime aperto di prestazioni a lungo termine | ανοικτό σύστημα μακροπρόθεσμων παροχών |
regime chiuso di prestazioni a lungo termine | κλειστό σύστημα μακροπρόθεσμων παροχών |
registro dei bambini a rischio | μητρώο "ευρισκόμενο σε κίνδυνο" |
riforma volta a creare posti di lavoro | μεταρρύθμιση που παράγει απασχόληση |
riforma volta a creare posti di lavoro | μεταρρύθμιση που δημιουργεί απασχόληση |
riscatto di diritti a pensione | εξαγορά συνταξιοδοτικών δικαιώματων |
ritorno a casa | επιστροφή στην οικογενειακή εστία |
servizi a domicilio | κατ'οίκον υπηρεσίες |
servizio a bassa soglia | υπηρεσία άμεσης πρόσβασης |
servizio a domicilio di sorveglianza dei bambini | κατ'οίκον υπηρεσίες φύλαξης παιδιών |
servizio a favore degli anziani | υπηρεσίες προς τους ηλικιωμένους |
simulazione a tavolino | άσκηση επί χάρτου |
titolare di pensione o di rendita | συνταξιούχος |
titolare di pensione o di rendita | δικαιούχος σύνταξης |
titolare di pensione o di rendita | αποσυρθείς από την εργασία |
trasferibilità dei diritti a pensione | δυνατότητα μεταφοράς των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων |
tratta degli esseri umani a fini di prostituzione | εκμετάλλευση ανθρωπίνων υπάρξεων με την πορνεία |