Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Danish
⇄
Danish
Dutch
English
Finnish
French
German
Greek
Hungarian
Irish
Italian
Lithuanian
Polish
Portuguese
Russian
Slovene
Spanish
Swedish
Terms
for subject
Agriculture
containing
tør
|
all forms
|
exact matches only
Danish
Greek
bødkerarbejde til
tørre
varer
βαρελοποιία μη στεγανών βαρελίων
delvis gæret druemost af let
tørrede
druer
γλεύκος λιαστών σταφυλιών που έχει υποστεί μερική ζύμωση
der er
tørret
ved forstøvningsmetoden
αποβουτυρωμένο ξηρό γάλα που παρασκευάζεται με τη μέθοδο της καταιώνισης
der er
tørret
ved forstøvningsmetoden
αποκορυφωμένο γάλα σε σκόνη που έχει παρασκευασθεί με τη μέθοδο ραντισμού
Spray
ekstra
tør
πολύ ξηρός
ekstraherede,
tørrede
sukkerroesnitter
αποξηραμένη πούλπα ζαχαροτεύτλων
Forvaltningskomiteen for De Fælles Markedsordninger for Landbrugsvarer -
Tørret
Foder
επιτροπή διαχείρισης των κοινών οργανώσεων γεωργικών αγορών σχετικά με τις αποξηραμένες ζωοτροφές
Fælles Forvaltningskomité for Korn, Fedtstoffer og
Tørret
Foder
Κοινή Επιτροπή Διαχείρισης Σιτηρών, Λιπαρών Ουσιών και Ξηράς Χορτονομής
ikke helt
tørt
korn
ανεπαρκώς ξηραμένος σπόρος
jord i
tørt
område
ξηρά γη
jord i
tørt
område
ξηρό έδαφος
let
tørret
eller let røget
ελαφρώς αποξεραμένο ή ελαφρώς καπνιστό
moser til
tør
-og vådfoder
συνδυασμένος μύλος θραυστήρας-αναμικτήρας
opbevaring af
tørret
græs
ενσίρωση προξηραμένου χόρτου
ost fra
tørt
lager
τυρί που εξέρχεται από τα αποθέματα
røget og
tørret
vare
καπνιστός
røget og
tørret
vare
.....αέρος
stående gruppe for
tørret
foder
Μόνιμη Ομάδα Αποξηραμμένων Ζωοτροφών
sukkerfri
tørret
valle
σκόνη αποβουτυρωμένου γάλακτος χωρίς λακτόζη
tilsætning af
tør
humle
προσθήκη λυκίσκου κατά τη φύλαξη
tør
basis
στα εκατό ξηρής ουσίας
tør
basis
σε ξηρή βάση
tør
behandling
επίπαση
tør
behandling
επέμβαση με σκόνισμα
tør
fondant
ξηρό σακχαρωτό
tør
gluten
ξερή γλουτένη
tør
jord
ξηρά γη
tør
pudring
ξηρή επίπαση
tør
pulp
ξερός πολτός
tør
smag
ξηρή γεύση
tør
tilstand
ξηρά ουσία
tør
tilstand
ξηρό εκχύλισμα
tør
tilstand
ξηρή ύλη
tør
tilstand
στερεά ύλη
tør
vinbærme
κρυσταλλική υποστάθμη εμφιαλωμένου οίνου; πτώση τρυγικών
tør
vinbærme
κρυσταλλικό ίζημα
tør
vinbærme
πτώση τρυγικών
tør
vægt
ξηρό βάρος
tørrede
bælgfrugter
όσπρια ξηρά
tørrede
bælgfrugter
οσπριοειδή
tørrede
druer
σταφίδες
tørrede
fodermidler
αφυδατωμένα προϊόντα
tørrede
frugter
αποξηραμένοι καρποί
tørrede
grønsager
αποξηραμένα λαχανικά
tørrede
kaffebær
αποξηραμένος καρπός καφέ
tørrede
kartofler
αποξηραμένες πατάτες
tørrede
kødprodukter
αποξηραμένο κρέας
tørrede
sukkerroesnitter
ξηρός πολτός από ζαχαρότευτλα
tørrede
æg
ωά σε σκόνη
tørrede
æg
αφυδατωμένα αβγά
tørrede
æg
αβγά σε σκόνη
tørret
blodpulver
σκόνη αποξηρομένου αίματος
tørret
bærme
υπολείμματα σπόρων μετά την απόσταξη
tørret
foder
αποξηραμένη ζωοτροφή
tørret
foder
αποξηραμένες ζωοτροφές
tørret
foder
αποξηραμένη χορτονομή
tørret
frugt
στεγνός καρπός
tørret
grønfoder
αφυδατωμένη χλωρή ζωοτροφή
tørret
kerne
αποξηραμένος πυρήνας
tørret
kød
αποξηραμένο κρέας
tørret
malt
φύτρο βύνης
tørret
og formalet foder
αποξηραμένη και αλεσμένη χορτονομή
tørret
planteprodukt
συγκομιζόμενη χονδροειδής ζωοτροφή
tørret
rodspire
αποξηραμένο ριζίδιο
tørret
roeaffald
ξηρός πολτός από ζαχαρότευτλα
tørret
sukkerpulp
αποξηραμένη πούλπα ζαχαροτεύτλων
tørret
sukkerroeaffald
αποξηραμένος χυλός από τεύτλα
tørret
sukkerroepulp
αποξηραμένη πούλπα ζαχαρότευτλων
tørret
suppe
αφυδατωμένη σούπα
tørret
svinekød
αποξηραμμένο χοιρινό κρέας
tørret
æg
αφυδατωμένο αυγό
tørt
korn
ξηρός σπόρος
tørt
råtræ
νεκρόν ξύλον
Get short URL