Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
English
⇄
English
Greek
Russian
Spanish
Terms
for subject
Mechanic engineering
containing
tεκμαρt
|
all forms
English
Greek
flap T gearbox
κιβώτιο διπλής μετάδοσης κίνησης πτερυγίων καμπυλότητας
p.t.o.driven circular saw
κυκλικό πριόνι που λαμβάνει κίνηση από τον ελκυστήρα
p.t.o.driven circular saw
κυκλικό πριόνι που λαμβάνει κίνηση από το δυναμοδοτικό άξονα
solid box spanner for squares with T handle
κλειδί με λαβή τύπου Τ,για τετράγωνα
solid T box spanner for squares
κλειδί με λαβή τύπου Τ,για τετράγωνα
T 12 electrical lead assembly
καλωδίωση Τ 12
T 49.5 electrical lead assembly
καλωδίωση Τ 12
T 12 electrical lead assy
καλωδίωση Τ 12
T 49.5 electrical lead assy
καλωδίωση Τ 12
T handle key
αρσενικό κλειδί τύπου Τ
T piece
ταυ
T piece
σύνδεσμος ταυ
T piece
γωνία σχήματος Τ
"T" slot
εντομή σύσφιξης σχήματος Τ
T 7 temperature wiring harness
αισθητήρες βολβοί και καλωδίωση θερμοκρασίας Τ 7
tapped T-head
περικόχλιο σχήματος Τ
T-bar
διθέσιο σκι
T-fitting
σύνδεσμος ταυ
T-fitting
ταυ
T-head engine
κινητήρας με κεφαλή T
T-head engine
κινητήρας αντικριστών βαλβίδων
T-nut
περικόχλιο σχήματος Τ
T-part
εξάρτημα σχήματος Τ
T-piece
σύνδεσμος ταυ
T-piece
ταυ
T-pipe
τεμάχιο Τ
T-pipe
τεμάχιο ταυ
T-pipe
σύνδεση Τ
T-shaped iron casting
χυτοσιδηρό "Τ" για σωλήνες
T-slot
εντομή σύσφιξης σχήματος Τ
T-union
σύνδεσμος ταυ
T-union
ταυ
Union T
σύνδεσμος ταυ
Union T
ταυ
Get short URL