Subject | English | Greek |
industr., construct., chem. | A stage | φάση A |
econ. | to achieve a stage in attaining freedom of establishment | η πραγματοποίηση ενός σταδίου της ελευθερίας εγκαταστάσεως |
unions. | to achieve a stage in attaining freedom of establishment as regards a particular activity | πραγματοποιώ ένα στάδιο της ελευθερίας εγκαταστάσεως σε ορισμένη δραστηριότητα |
law | achieve a stage in attaining freedom of establishment as regards a particular activity | πραγματοποιώ ένα στάδιο της ελευθερίας εγκαταστάσεως σε ορισμένη δραστηριότητα |
environ. | acid stage | όξινη φάση |
med. | acute stage of haemorrhage | οξεία φάση εγκεφαλικής αιμορραγίας |
med. | acute stage of hemorrhage | οξεία φάση εγκεφαλικής αιμορραγίας |
environ., agric. | advancing front combustion stage | φάση επέκτασης της πυρκαγιάς |
el. | AF stage | βαθμίδα ακουστικών συχνοτήτων |
el. | AF stage | βαθμίδα ακουστικής συχνότητας |
polit. | agreement at the stage of Council common position | συµφωνία κατά το στάδιο της κοινής θέσης του Συµβουλίου |
polit. | agreement at the stage of first reading in the European Parliament | συµφωνία κατά το στάδιο της πρώτης ανάγνωσης από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο |
polit. | agreement at the stage of second reading in the European Parliament | συµφωνία κατά το στάδιο της δεύτερης ανάγνωσης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο |
transp., avia. | air staging post | αεροσταθμός εξυπηρέτησης |
transp., avia. | air staging post | αεροσταθμός ανεφοδιασμού |
tax. | amount of tax due at the final consumption stage | ποσό του οφειλόμενου φόρου στο στάδιο της τελικής κατανάλωσης |
med. | amphibolic stage | κριτικό στάδιο τυφοειδούς πυρετού |
el. | amplifier stage | βαθμίδα ενισχυτή |
el. | amplifying stage | ενισχυτική βαθμίδα |
commun., el. | anode efficiency of a radio frequency stage | ανοδική απόδοση ισχύος βαθμίδας ραδιοσυχνοτήτων |
commun., el. | anode efficiency of a radio frequency stage | ανοδική απόδοση βαθμίδας ραδιοσυχνοτήτων |
construct. | at the design stage | στο στάδιο μελέτης δημοπράτησης |
IT, construct. | at the planning stage | στο στάδιο προμελέτης |
IT, construct. | at the planning stage | στο στάδιο προκαταρκτικής μελέτης |
econ. | attainment by stages of economic and monetary union | σταδιακή πραγματοποίηση της οικονομικής και νομισματικής ένωσης |
el. | audio stage | βαθμίδα ακουστικών συχνοτήτων |
el. | audio stage | βαθμίδα ακουστικής συχνότητας |
el. | audio-frequency stage | βαθμίδα ακουστικών συχνοτήτων |
el. | audio-frequency stage | βαθμίδα ακουστικής συχνότητας |
life.sc., tech. | automatic water-stage recorder | αυτόματος σταθμηγράφος |
agric., mech.eng. | axial flow two-stage fan with contrarotating impellers | ανεμιστήρες εν σειρά |
industr., construct., chem. | B-stage | φάση Β κατεργασίας ρητινών |
IT, el. | b-stage resin | ρητίνη β βαθμίδας |
life.sc. | bankful stage | στάθμη υπερχειλίσεως |
life.sc. | basic-stage flood | πλημμύρα βάσεως |
life.sc. | basic-stage flood | πλημμύρα αναφοράς |
med. | bipolarity stage | πρωτοπαθές σύμπλεγμα |
med. | bipolarity stage | διπολικό σύστημα πρωτοπαθούς φυματίωσης |
transp., avia. | blade staging | σύστημα διαχωρισμού πτερυγίων |
industr., construct. | bleaching stage | στάδιο λεύκανσης |
el. | booster stage | στάδιο προετοιμασίας |
empl. | to bring about, by progressive stages, freedom of movement for workers | πραγματοποιείται προοδευτικά η ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων |
el. | buffer stage | απομονωτικός ενισχυτής |
el. | buffer stage | απομονωτική βαθμίδα |
construct. | cantilever stage bracket | πλευρικό σύστημα επέκτασης εξέδρας εργασίας |
life.sc. | capillary stage | τριχοειδής φάσις |
med. | cell in an exponential stage of growth | κύτταρο σε εκθετική φάση ανάπτυξης |
chem. | chop-leach stage | στάδιο αποκοπής και εξαγωγής |
el. | class-A stage | βαθμίδα ενισχυτή τάξης Α |
el. | class-AB stage | βαθμίδα ενισχυτή τάξης ΑΒ |
el. | class-B stage | βαθμίδα ενισχυτή τάξης Β |
el. | class-C stage | βαθμίδα ενισχυτή τάξης C |
el. | class-D stage | βαθμίδα ενισχυτή τάξης D |
fin. | clearing stage | εξέδρα εκτελωνισμού |
el. | clocked buffer stage | συγχρονιζόμενη βαθμίδα απομόνωσης |
mater.sc., chem. | coaling stage | εξέδρα φόρτωσης κάρβουνου |
nat.sc., life.sc. | coastal staging post | παράκτιος σχηματισμός |
gen. | co-decision-making stage | φάση της συναπόφασης |
polit. | committee stage | στάδιο της εξέτασης σε επιτροπή |
el. | common-base stage | βαθμίδα κοινής βάσης |
el. | common-collector stage | βαθμίδα κοινού συλλέκτη |
el. | common-drain stage | βαθμίδα κοινής υποδοχής |
el. | common-emitter stage | βαθμίδα κοινού εκπομπού |
el. | common-gate stage | βαθμίδα κοινής πύλης |
el. | common-source stage | βαθμίδα κοινής πηγής |
earth.sc., mech.eng. | compression stage | βαθμίδα συμπίεσης |
el. | concentration stage | συγκεντρωτής |
med. | concrete operational stage | στάδιο συγκεκριμένων εγχειρημάτων |
med. | concrete operational stage | στάδιο συγκεκριμένων διεργασιών |
econ., fin. | concrete stages leading towards the progressive realisation of economic and monetary union | τα συγκεκριμένα στάδια που θα οδηγήσουν στη σταδιακή υλοποίηση της οικονομικής και νομισματικής ένωσης |
earth.sc., el. | connection stage | στάδιο σύνδεσης |
earth.sc., el. | connection stage | βαθμίδα σύνδεσης |
med. | contagious stage | χρόνος επώασης |
fin. | cooperative venture at the pre-competitive stage | συνεργασία που αναπτύσσεται στο προανταγωνιστικό επίπεδο |
gen. | coordinator for safety and health matters at the project execution stage | συντονιστής για θέματα ασφάλειας και υγείας κατά την εκτέλεση του έργου |
construct. | coordinator for safety and health matters at the project preparations stage | συντονιστής για θέματα ασφάλειας και υγείας κατά την εκπόνηση της μελέτης του έργου |
tax. | cumulative multi-stage tax | σωρευτικός και επαναληπτικός φόρος |
law, fin. | cumulative multi-stage tax system | σωρευτικό και επαναληπτικό φορολογικό σύστημα |
earth.sc., mech.eng. | damming stage | υδατοφράκτης |
law | date for the beginning of the third stage | ημερομηνία έναρξης του τρίτου σταδίου |
el. | demodulator stage | βαθμίδα αποδιαμόρφωσης |
el. | demodulator stage | βαθμίδα φώρασης |
el. | demodulator stage | βαθμίδα αποδιαμορφωτή |
el. | detector stage | βαθμίδα αποδιαμορφωτή |
el. | detector stage | βαθμίδα φώρασης |
el. | detector stage | βαθμίδα αποδιαμόρφωσης |
life.sc. | development stage | στάδιο ανάπτυξης |
agric. | development stage | στάδιον αναπτύξεως |
commun., IT | Development stage 2-Multiple Analogue Components technology | τεχνολογία D2-MAC |
ed. | diagnostic stage | κύκλος προσανατολισμού |
med. | diplotene stage | διπλοταινία |
commun. | direct incoming selection with 2-stage selection | άμεση επιλογή στην άφιξη με αρίθμηση δύο βαθμίδων |
el. | distribution stage | βαθμίδα επιλογής ζεύξεων |
el. | distribution stage | βαθμίδα διανομής |
hobby | diving stage | εξέδρα κατάδυσης |
life.sc., tech. | downstream stage discharge curve | καμπύλη μετρήσεως παροχής κατάντη |
gen. | Draft Constitutional Charter for the Transitional Stage | συνταγματική δήλωση του Εθνικού Μεταβατικού Συμβουλίου |
gen. | to drill out in stages | διάτρηση σε στάδια |
transp., construct. | drive by stages | σταδιακή εισαγωγή δι'εμπήξεως |
el. | drive stage | διεγέρτης |
el. | driver stage | διεγέρτης |
el. | driving stage | διεγέρτης |
life.sc. | dry stage | ξηρό στάδιο |
life.sc. | dry stage | ξηρά φάση |
met., mech.eng. | dual stage regulator | ρυθμιστής πιέσεως με δύο στάδια εκτονώσεως |
met. | each stage during freezing supplies a certain amount of heat | κάθε στάδιο στερεοποίησης απελευθερώνει κατά θέσεις ορισμένη ποσότητα θερμότητας |
fin. | early stage capital | κεφάλαια αρχικού σταδίου ανάπτυξης |
econ., fin. | early stage investment | επενδύσεις σε ιδρυτικά κεφάλαια |
med. | early stage of a disease | πρώτο στάδιο ασθένειας |
med. | early stage of syphilis | πρωτογονο-δευτερογόνος σύφιλις |
med. | early stages of syphilis | πρωτογονο-δευτερογόνος σύφιλις |
med. | early subacute stage of haemorrhage | πρώιμη υποξεία φάση εγκεφαλικής αιμορραγίας |
med. | early subacute stage of hemorrhage | πρώιμη υποξεία φάση εγκεφαλικής αιμορραγίας |
life.sc. | embryonic stage | στάδιο της εμβρυακής ανάπτυξης |
med. | embryonic stage | εμβρυικό στάδιο |
med. | end-stage kidney | νεφρός τελικού σταδίου |
med. | end-stage renal disease | νεφρική ανεπάρκεια τελικού σταδίου |
interntl.trade. | exemption, remission or deferral of prior-stage cumulative indirect taxes | απαλλαγή, διαγραφή ή αναστολή πληρωμής που παραχωρείται σε σχέση με προανακύψαντες σωρευτικούς έμμεσους φόρους |
law, fin. | exemption with refund of the tax paid at the preceding stage | απαλλαγή με επιστροφή των φόρων που κατεβλήθησαν στο προηγούμενο στάδιο |
el. | expansion stage | στάδιο επέκτασης |
el. | final stage | βαθμίδα εξόδου |
med. | final stage | τελικό στάδιο |
med. | finishing stage | τελικό στάδιο |
construct. | finishing stages | τελική επεξεργασία |
construct. | finishing stages | στάδια τελικής επεξεργασίας |
law, el. | first stage | πρώτο στάδιο σχεδίασης μάσκας |
construct. | first stage concrete | σκυρόδεμα 1ου σταδίου |
fin. | first-stage marketing installation | εγκατάσταση του πρώτου σταδίου εμπορίας |
econ. | first stage of EMU | πρώτη φάση της ΟΝΕ |
med. | first stage of labour | πρώτη περίοδος του τοκετού |
med. | first stage of labour | περίοδος διάτασης του τραχήλου της μήτρας |
med. | first stage pains | ωδίνες της περιόδου της διαστολής |
agric. | first-stage processing | πρώτη μεταποίηση |
el. | first-stage reduction | σμίκρυνση πρώτου σταδίου |
el. | first-stage reduction | πρώτη σμίκρυνση |
industr., construct., chem. | first-stage regenerator | Πρώτο τμήμα ανακομιστήρων |
el. | first stage switch | μεταγωγέας πρώτης βαθμίδας |
stat., scient. | first stage unit | μονάδα πρώτης βαθμίδα |
stat. | first stage unit | μονάδα πρώτων φάσεων |
stat., transp., avia. | flight stage | στάδιο πτήσης |
transp., construct. | floating temporary staging | πλωτό ικρίωμα |
life.sc. | flood stage | κρίσιμος στάθμη πλημμύρας |
med. | foetal stage | εμβρυϊκό στάδιο |
med. | foetus stage | εμβρυϊκό στάδιο |
med. | formal operational stage | στάδιο τυπικών εγχειρημάτων |
earth.sc. | freezing stage | ψυχόμενη πλάκα |
el. | frequency converter stage | στάδιο συχνοτικής μετατροπής |
life.sc. | funicular stage | σχοινοειδής φάσις |
law, fin. | goods from the final consumption stage | αγαθά προερχόμενα από το τελικό στάδιο κατανάλωσης |
nat.sc. | growth stage | αυξητικό στάδιο |
environ. | hail stage | στάδιο χαλάζης |
construct. | hanging stage | κρεμαστή σκαλωσιά |
construct. | hanging stage | αιωρούμενο ικρίωμα |
earth.sc., mech.eng. | head per stage | πιεζομετρικό ύψος που παράγεται ανά βαθμίδα μιας πολυβάθμιδης αντλίας |
earth.sc. | heating stage | θερμαινόμενη πλάκα |
life.sc. | helvetian stage | ελβέτιο |
life.sc. | helvetian stage | βαθμίδα του ελβετίου |
earth.sc., mech.eng. | high pressure stage | βαθμίδα υψηλής πίεσης |
nat.sc., el. | high-efficiency stage contactor | μέσο επαφής υψηλής αποδόσεως |
earth.sc. | highest stage of the water table | ανωτάτη φρεάτιος στάθμη |
earth.sc., tech. | hot-stage microscope | θερμικό μικροσκόπιο |
tech. | hot stage optical microscope | οπτικό μικροσκόπιο θερμής βαλβίδας |
law, el. | IF stage | βαθμίδα ενδιάμεσων συχνοτήτων |
chem. | impaction stage | στάδιο προσκρούσεως |
mech.eng. | in three stages | σε τρεις φάσεις |
mech.eng. | in three stages | σε τρία επίπεδα |
med. | incubative stage | χρόνος επώασης |
med. | incubative stage | περίοδος επώασης |
commun., IT | input stage | βαθμίδα εισόδου |
gen. | integration proceeding in stages | διαδικασία ενσωμάτωσης κατά στάδια |
econ., market. | interim review stage | στάδιο ενδιάμεσης επανεξέτασης |
med. | intermediate stage | ενδιάμεσο στάδιο |
el. | intermediate stage mask | ενδιάμεσο στάδιο επιλεκτηκής κάλυψης |
fin. | intermediate stage of processing | ενδιάμεσο στάδιο μεταποίησης |
med. | juvenile stage | νεανική φάση |
mech.eng. | landing stage | μώλος |
mech.eng. | landing stage | αποβάθρα |
environ. | larval stage | στάδιο της προνύμφης |
nat.sc. | larval stage | στάδιο προνύμφης |
med. | late subacute stage of haemorrhage | όψιμη υποξεία φάση |
med. | late subacute stage of hemorrhage | όψιμη υποξεία φάση |
med. | latency stage | λανθάνουσα περίοδος |
med. | leptotene stage | λεπτοταινία |
transp. | loading stage | θέση για φορτώσεις |
transp. | loading stage | περιοχή φόρτωσης |
transp. | loading stage | εργοτάξιο φόρτωσης |
IT, el. | low noise transimpedance input stage | αντίσταση βαθμίδας εισόδου χαμηλού θορύβου |
earth.sc., mech.eng. | low pressure stage | βαθμίδα χαμηλής πίεσης |
earth.sc. | lowest stage of the water table | κατωτάτη φρεάτιος στάθμη |
el. | low-frequency-compensated transistor stage | βαθμίδα τρανζίστορ αντισταθμιζόμενος χαμηλής συχνότητας |
el. | low-frequency-compensated transistor stage | βαθμίδα κρυσταλλοτριόδου αντισταθμιζόμενης χαμηλής συχνότητας |
commun., IT | low-pass stage | βαθμίδα χαμηλοπερατών φίλτρων |
transp., mater.sc. | manufacturing stage | κατασκευαστική φάση |
fin. | marketing stage | στάδιο εμπορίας |
fin. | marketing stage | στάδιο της εμπορίας |
life.sc. | metaphase-like stage of mitosis | μεταφασικό στάδιο της μίτωσης |
chem. | microscope hot stage | θερμαινόμενη τράπεζα μικροσκοπίου |
chem. | microscope hot stage melting temperature apparatus | συσκευή μικροσκοπίου θερμαινόμενης τράπεζας για θερμοκρασίες τήξης |
earth.sc. | microscope with freezing stages | μικροσκόπιο με ψυχόμενη πλάκα |
earth.sc. | microscope with heating stages | μικροσκόπιο με θερμαινόμενη πλάκα |
el. | mixer stage | βαθμίδα μίκτη |
el. | modulating stages of a transmitter | βαθμίδες διαμόρφωσης πομπού |
industr., construct. | multi-stage bleaching | λεύκανση πολλών σταδίων |
econ., market. | multi-stage consolidation | σταδιακή ενοποίηση |
econ., market. | multi-stage consolidation | αλυσσιδωτή ενοποίηση |
stat. | multi-stage estimation | πολυσταδιακή εκτίμηση |
law, econ. | multi-stage group | όμιλος πολλαπλών επιπέδων |
agric. | multi-stage harvesting | μέθοδος εκλεκτικής συγκομιδής |
chem., el. | multi-stage recuperator | θάλαμος ανάκτησης πολλών βαθμίδων |
gen. | multi-stage rocket | πολυόροφος προωθητικός πύραυλος |
math. | multi-stage sample | πολυσταδιακή δειγματοληψία |
math. | multi-stage sample | πολυσταδιακό δείγμα |
stat. | multi-stage sampling | πολυσταδιακή δειγματοληψία |
stat. | multi-stage sampling | ακολουθιακή δειγματοληψία |
stat. | multi-stage sampling | δειγματοληψία κατά ομάδες |
stat. | multi-stage sampling | πολυσταδιακό δείγμα |
math. | multi-stage sampling | ακολουθιακή επιλογή |
chem., el. | multi-stage shift | μετατροπή CO σε πολλά στάδια |
fin. | multi-stage taxation | διαδοχική φορολόγηση |
fin. | multi-stage taxation | φορολόγηση κατά στάδια |
fin. | multi-stage taxation | σωρευτικοί φόροι |
health. | multi-stage tube | λυχνία πολλών βαθμίδων |
tech., industr., construct. | multi stage twisting | στρίψιμο σε πολλαπλά στάδια |
transp. | multi-stage type approval | έγκριση τύπου σε πολλαπλά στάδια |
transp. | multi-stage type approval | έγκριση τύπου σε πολλά στάδια |
transp. | multi-stage type-approval | έγκριση τύπου σε πολλά στάδια |
law, transp. | multi-stage type-approval | έγκριση τύπου σε πολλαπλά στάδια |
agric. | multi-stage working system | πολυβάθμιο εργοτάξιο |
health. | multi-stage X-ray tube | λυχνία πολλών βαθμίδων |
environ. | multiple-stage sludge digestion | πολυβάθμια χώνευση λάσπης |
law, fin. | normal deduction of the tax applied at the preceding stage | κανονική έκπτωση του επιβληθέντος κατά το προηγούμενο στάδιο φόρου |
ed. | observation/pre-specialization stage | κύκλος παρατήρησης και προσανατολισμού |
gen. | on the world stage | στη διεθνή σκηνή |
econ., market. | one-stage consolidation | άμεση ενσωμάτωση |
tech., industr., construct. | one stage twisting | στρίψιμο σε ένα στάδιο |
el. | output stage | βαθμίδα εξόδου |
med. | pachytene stage | παχυταινία |
gen. | partition stage | φάση διαχωρισμού |
life.sc. | pegmatitic stage | πηγματιτικό στάδιο |
life.sc. | pendular stage | μετέωρος φάσις |
agric. | phenological stage | φαινολογικό στάδιο |
econ. | plan by stages | σχέδιο κατά στάδια' σχέδιο σταδιακής εφαρμογής |
econ. | plan by stages | σχέδιο σταδιακής εφαρμογής |
econ. | plan by stages | σχέδιο κατά στάδια |
coal., met. | plastic stage | ζώνη πλαστικότητος |
polit. | plenary stage | στάδιο της εξέτασης στην ολομέλεια |
coal., met. | post-plastic stage | μεταπλαστικόν στάδιον |
commun., IT | power-amplifier stage | βαθμίδα ενισχυτή ισχύος |
el. | preamplifier stage | βαθμίδα προενίσχυσης |
med. | precipitate tertiary stage | τριτογόνος σύφιλις |
med. | pre-embryonic stage | προεμβρυικό στάδιο |
med. | preimplantation stage | στάδιο της προεμφύτευσης |
law | pre-litigation stage | η προ της προσφυγής φάση |
med. | preoperational stage | προεγχειρηματικό στάδιο |
coal., met. | pre-plastic stage | πρώτη εξαγωγή καυσαερίου |
earth.sc., mech.eng. | pressure produced by one stage | πίεση παραγόμενη από μια βαθμίδαπτερυγίων αντλίας με πολλές βαθμίδες |
econ., agric. | price to be paid by the producer at the delivered-to-factory stage | τιμή που πρέπει να καταβληθεί στον παραγωγό στό στάδιο της επεξεργασίας |
el. | primary stage | πρωτεύουσα βαθμίδα |
med. | primary stage | πρωτογενής κατάσταση |
stat., scient. | primary stage unit | μονάδα πρώτης βαθμίδα |
tax. | prior-stage cumulative indirect tax | προανακύψας σωρευτικός έμμεσος φόρος |
econ., market. | prior-stage indirect tax | προανακύψαντες έμμεσοι φόροι |
cust. | product of first-stage processing | προïόν πρώτης μεταποίησης |
fin., IT | production stage | στάδιο της παραγωγής |
agric. | products of first-stage processing | προϊόντα πρώτης μεταποιήσεως |
transp., mil., grnd.forc. | project at an advanced stage of development | έργο σε προχωρημένο στάδιο εξέλιξης |
el. | protection with stage acceleration | προστασία με επιτάχυνση βαθμίδος |
el. | protection with stage acceleration | επιτάχυνση βαθμίδος |
polit., fin., econ. | Protocol on the transition to the third stage of economic and monetary union | Πρωτόκολλο για τη μετάβαση στο τρίτο στάδιο της οικονομικής και νομισματικής ένωσης |
lab.law. | provision for the early retirement age to be raised by stages | συμφωνία για προοδευτική αύξηση του ορίου ηλικίας πρόωρης συνταξιοδότησης |
el. | push-pull stage | βαθμίδα συμμετρικής διάταξης |
el. | push-pull stage | βαθμίδα διάταξης push-pull |
cultur. | put a play on the stage,stage | διασκευάζω για το θέατρο |
cultur. | put a play on the stage,stage | ανεβάζω έργο |
el. | quasi-complementary stage | βαθμίδα ψευδο-συμπληρωματική |
el. | radio stage | βαθμίδα ραδιοσυχνότητας |
el. | radio stage | βαθμίδα υψηλής συχνότητας |
el. | radio stage | βαθμίδα RF |
el. | radiofrequency stage | βαθμίδα ραδιοσυχνότητας |
el. | radiofrequency stage | βαθμίδα υψηλής συχνότητας |
el. | radiofrequency stage | βαθμίδα RF |
life.sc. | rain stage | φάση βροχής |
life.sc. | rain stage | στάδιο βροχής |
med. | Ranke stages for tuberculosis | υπόθεση του Ranke |
nat.sc., agric. | rearing stage | φάση της εξαρτήσεως |
el. | receiver input stages | βαθμίδες εισόδου δέκτη |
gen. | Reception, Staging and Onward Movement | παραλαβή, στάθμευση και προώθηση |
nat.sc., agric. | reference stage | στάδιο αναφοράς |
fin. | release of imported goods in stages | σταδιακή άρση κατάσχεσης |
el. | remote switching stage | απομακρυσμένη βαθμίδα μεταγωγής |
med. | repolarization stage | στάδιο επαναπόλωσης |
med. | reproductive stage | στάδιο αναπαραγωγής |
med. | reproductive stage | αναπαραγωγικό στάδιο |
gen. | rescue stages | φάσεις διάσωσης |
med. | resting stage | στάδιο ηρεμίας |
commer., tax. | retail stage | στάδιο του λιανικού εμπορίου |
el. | RF stage | βαθμίδα υψηλής συχνότητας |
el. | RF stage | βαθμίδα ραδιοσυχνότητας |
el. | RF stage | βαθμίδα RF |
life.sc., transp. | river stage | στάθμη ποταμού |
life.sc., mater.sc. | river-flood stages forecasting | πρόγνωσις πλημμυρών |
el. | S-stage | βαθμίδα S |
el. | S-stage | βαθμίδα χώρου |
el. | S-stage | S βαθμίδα |
comp., MS | sales stage | στάδιο πωλήσεων (In CRM, the period or step in the sales process that the prospect is in) |
comp., MS | sales stage | στάδιο πώλησης (The part of the sales process where an opportunity currently is; for example, prospecting, needs analysis, closed or won, closed or lost, and so on) |
construct. | second stage concrete | σκυρόδεμα 2ου σταδίου |
ed. | second stage of basic education | κατώτερος κύκλος της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης |
econ. | second stage of EMU | δεύτερη φάση της ΟΝΕ |
el. | second-stage reduction | σμίκρυνση δεύτερης βαθμίδας |
industr., construct., chem. | second-stage regenerator | Δεύτερος ανακομιστήρας θερμότητας |
stat. | second stage unit | μονάδα δευτέρου σταδίου |
stat. | second- stage unit | δεύτερο στάδιο μονάδα |
stat. | second- stage unit | δευτεροβάθμια μονάδα |
ed. | secondary stage | μέση εκπαίδευση |
social.sc. | self-sufficient stage | φάση αυτάρκειας |
med. | sensorimotor stage | αισθητικό-κινητικό στάδιο |
environ. | seral stage | στάδιο σειράς |
environ. | seral stage | στάδιο διαδοχής |
el. | series-compensated transistor stage | βαθμίδα τρανζίστορ με αντιστάθμιση σειράς |
el. | series-compensated transistor stage | βαθμίδα κρυσταλλοτριόδου με αντιστάθμιση σειράς |
transp., construct. | setting from temporary gantry or staging setting from construction trestle | πόντιση από κατασκευαστικό γεφύρωμα |
el. | shunt-compensated transistor stage | βαθμίδα τρανζίστορ με παράλληλη αντιστάθμιση |
el. | shunt-series-compensated transistor stage | βαθμίδα τρανζίστορ με αντιστάθμιση σειράς-παραλλήλου |
industr., construct. | single-stage bleaching | λεύκανση ενός σταδίου |
earth.sc., mech.eng. | single-stage compression | μονοβάθμια συμπίεση |
mater.sc. | single-stage pump | μονοβάθμια αντλία |
chem., el. | single-stage recuperator | θάλαμος ανάκτησης μιάς βαθμίδας |
met., mech.eng. | single stage regulator | ρυθμιστής πιέσεως με ένα στάδιο εκτονώσεως |
gen. | single-stage rocket | μονόροφος πύραυλος |
gen. | single stage rocket, single step rocket | πύραυλος μονόροφος |
fin. | single-stage sales tax | ενιαίος φόρος επί των πωλήσεων |
el. | single stage transistor amplifier | μονοβάθμιος ενισχυτής με τρανζίστορ |
agric. | single-stage working system | σύνηθες εργοτάξιο |
life.sc. | snow stage | στάδιο χιόνοςκαθ. |
life.sc. | snow stage | στάδιο χιονιού |
el. | space stage | βαθμίδα χώρου |
el. | space stage | βαθμίδα S |
el. | space stage | S βαθμίδα |
el. | space switching stage | βαθμίδα χώρου |
el. | space switching stage | βαθμίδα S |
el. | space switching stage | S βαθμίδα |
nat.sc. | specimen stage | φυσίγγιο που φέρει το προς εξέταση αντικείμενο |
el. | stage acceleration | προστασία με επιτάχυνση βαθμίδος |
el. | stage acceleration | επιτάχυνση βαθμίδος |
law, fin. | stage at which tax is charged | στάδιο επιβολής του φόρου |
mech.eng. | 3-stage axial flow turbine | στρόβιλος αξονικής ροής τριών βαθμίδων |
met. | stage brazing | κλιμακωτή συγκόλληση |
life.sc. | stage cementing tools | εργαλεία τσιμέντωσης σταδιακής εκτέλεσης |
life.sc. | stage cementing tools | εργαλεία τσιμέντωσης κατά βαθμίδες |
energ.ind. | stage change point | σημείο αλλαγής βαθμίδας |
earth.sc., transp. | stage characteristic velocity | χαρακτηριστική ταχύτητα πυραυλοκινητήρα |
coal., met. | stage charging | σταδιακή λειτουργία |
econ., market. | stage code system | σύστημα κωδικών σταδίου |
gen. | stage completion certificate | πιστοποιητικό ολοκληρώσεως φάσεως |
construct. | stage construction | σταδιακή κατασκευή |
mater.sc., chem. | stage contactor | μέσο επαφής |
nucl.phys. | stage 1 decommissioning | πρώτο στάδιο παροπλισμού |
life.sc. | stage hydrograph | υδρογράφημα ή καμπύλη μεταβολής στάθμης |
med. | stage I | στάδιο Ι |
environ. | "Stage I" directive | οδηγία "Στάδιο 1" |
gen. | "Stage I" Directive | οδηγία "Στάδιο Ι" |
health., med. | stage I Hodgkin's disease | στάδιο Ι του λεμφώματος Hodgkin |
health., med. | stage I Hodgkin's disease | στάδιο Ι της νόσου Hodgkin |
law, fin., pharma. | stage II | στάδιο ΙΙ |
health., med. | stage II Hodgkin's disease | στάδιο ΙΙ του λεμφώματος Hodgkin |
health., med. | stage II Hodgkin's disease | στάδιο ΙΙ της νόσου Hodgkin |
law, fin., pharma. | stage III | στάδιο ΙΙΙ |
health., med. | stage III Hodgkin's disease | στάδιο ΙΙΙ του λεμφώματος Hodgkin |
health., med. | stage III Hodgkin's disease | στάδιο ΙΙΙ της νόσου Hodgkin |
fin., commun. | stage in a transaction | θυρίδα περιορισμένων συναλλαγών |
fin., commun. | stage in a transaction | θυρίδα μερικών συναλλαγών |
fin., commun. | stage in an operation | θυρίδα περιορισμένων συναλλαγών |
fin., commun. | stage in an operation | θυρίδα μερικών συναλλαγών |
life.sc. | stage in embryonic development | στάδιο της εμβρυακής ανάπτυξης |
med. | stage IV | στάδιο IV |
health., med. | stage IV Hodgkin's disease | στάδιο ΙV της νόσου Hodgkin |
health., med. | stage IV Hodgkin's disease | στάδιο IV του λεμφώματος Hodgkin |
chem. | stage joint | σύνδεση με σχηματισμό σκαλιού |
chem. | stage joint | σύνδεση με bayonnette |
el. | stage length | μήκος προστασίας |
el. | stage length | μήκος βαθμίδος |
health. | stage micrometer | αντικειμενικό μικρόμετρο μικροσκόπιον |
tech. | stage of a rocket, rocket stage | όροφος του πυραύλου |
agric. | stage of breeding development | διαδικασία επιλογής |
med. | stage of cleavage | στάδιο μερισμού |
med. | stage of cleavage | στάδιο διαίρεσης |
stat., construct. | stage of construction | οικοδομικό στάδιο |
stat., construct. | stage of construction | κατάσταση οικοδομής |
med. | stage of development | στάδιο ανάπτυξης |
med. | stage of development | αναπτυξιακό στάδιο |
med. | stage of differentiation | στάδιο διαφοροποίησης |
ed. | stage of education | επίπεδο εκπαίδευσης |
ed. | stage of education | εκπαιδευτική βαθμίδα |
life.sc. | stage of embryonic development | στάδιο της εμβρυακής ανάπτυξης |
med. | stage of growth | στάδιο αύξησης |
med. | stage of growth | αυξητικό στάδιο |
fin. | stage of manufacture | στάδιο παραγωγής |
agric. | stage of maturity | βαθμός ωριμότητος |
agric. | stage of maturity | στάδιο ωριμότητος |
med. | stage of maturity | στάδιο ωριμότητας |
med. | stage of maturity permitting autonomous life | στάδιο ωριμότητας επιδεκτικό αυτόνομης ζωής |
med. | stage of mitosis | στάδιο μίτωσης |
med. | stage of mitosis | μιτωτικό στάδιο |
gen. | stage of production | στάδιο παραγωγής |
med. | stage of segmentation | στάδιο μερισμού |
med. | stage of segmentation | στάδιο διαίρεσης |
environ. | stage of succession | στάδιο σειράς |
environ. | stage of succession | στάδιο διαδοχής |
polit., law | stage of the proceedings | στάδιο της διαδικασίας |
transp., mater.sc. | stage power | ισχύς βαθμίδας |
gen. | stage reached in the proceedings | έκθεση για την πορεία των συζητήσεων |
mech.eng. | 2-stage regulating valve | βαλβίδα με ρύθμιση δύο βαθμίδων |
life.sc. | stage relation curves | καμπύλαι σχέσεως μεταξύ σταθμών αιχμής |
fin. | stage three of EMU | τρίτο στάδιο της ΟΝΕ |
comp., MS | stage view | προβολή σταδίου (A high-level view in Visual Designer that shows the stages of a SharePoint workflow, rather than individual actions or conditions) |
market. | stages in the chain's life | στάδια της ζωής του δικτύου |
med. | stages of paralysis | παραλυτικό στάδιο της πολυομυελίτιδος |
law | stages of procedure | στάδια της διαδικασίας |
agric. | stages of production, preparation and distribution | στάδια παραγωγής, παρασκευής και διανομής |
transp., avia. | staging airfield | αεροσταθμός εξυπηρέτησης |
transp. | staging mechanism | μηχανισμός αποχωρισμού βαθμίδων |
astronaut., transp. | staging mechanism | μηχανισμός αποχωρισμού βαλβίδων |
transp. | staging point | σημείο στάσης |
transp. | staging point for a goods train | σταθμός στάσης εμπορικής αμαξοστοιχίας |
transp., avia. | staging post | αεροσταθμός εξυπηρέτησης |
transp. | staging station for a goods train | σταθμός στάσης εμπορικής αμαξοστοιχίας |
comp., MS | staging web | ενδιάμεση τοποθεσία web (A Web site that is maintained on a private file or Web server) |
comp., MS | staging Web site | ενδιάμεση τοποθεσία Web (A Web site that is maintained on a private file or Web server) |
transp. | staging yard | δέσμη γραμμών στάθμευσης διερχομένων αμαξοστοιχιών |
social.sc. | subsistence stage | φάση επιβίωσης |
el. | switching stage | βαθμίδα μεταγωγής |
el. | T-stage | βαθμίδα T |
el. | T-stage | βαθμίδα χρόνου |
el. | T-stage | T βαθμίδα |
gen. | tack stage | στάδιο εμφάνισης της ιδιότητας του κολλώδους |
met. | teeming stage | πλατφόρμα χύτευσης |
met. | teeming stage | πλατφόρμα έγχυσης |
el. | terminating stage | βαθμίδα τερματισμού |
polit. | the first stage shall automatically be extended for one year | το πρώτο στάδιο παρατείνεται αυτομάτως για ένα έτος |
gen. | the first stage shall be extended for a further year | το πρώτο στάδιο παρατείνεται για ένα ακόμη έτος |
gen. | the transitional period shall be divided into three stages | η μεταβατική περίοδος διαιρείται σε τρία στάδια |
agric., met. | the use of stainless steel in all stages of milking | είσοδος του ανοξείδωτου χάλυβα σε όλα τα στάδια της γαλακτοπαραγωγής |
chem. | theoretical stage | ιδανικός δίσκος |
chem. | theoretical stage | θεωρητικός δίσκος |
chem. | theoretical stage | θεωρητική πλάκα |
forestr. | thicket stage | στάδιο συστάδας |
econ. | third stage of EMU | τρίτη φάση της ΟΝΕ |
el. | third stage switch | μεταγωγέας τρίτης βαθμίδας |
stat. | three-stage least squares | ελάχιστα τετράγωνα τριών-σταδίων |
stat. | three-stage least squares | ελάχιστα τετράγωνα τριών σταδίων |
mater.sc., construct. | timber staging | ζεύγμα |
el. | time of last stage | χρόνος τελευταίας βαθμίδος |
el. | time stage | T βαθμίδα |
el. | time stage | βαθμίδα T |
el. | time stage | βαθμίδα χρόνου |
el. | transistor binary stage | δυαδική βαθμίδα με τρανζίστορ |
el. | transistor binary stage | δισταθερό κύκλωμα με τρανζίστορ |
gen. | transition from the first to the second stage shall be conditional upon a finding that | η μετάβαση από το πρώτο στο δεύτερο στάδιο εξαρτάται από τη διαπίστωση... |
econ., fin. | transition to the third stage of economic and monetary union | μετάβαση στο τρίτο στάδιο της οικονομικής και νομισματικής ένωσης |
stat., environ. | transitional stage | μεταβατική φάση |
el. | translating stage | βαθμίδα μετατόπισης |
agric. | tree stage | στάδιον ωριμότητος |
el. | trunk selection stage | βαθμίδα επιλογής ζεύξεων |
el. | trunk selection stage | βαθμίδα διανομής |
med. | tumor stage | στάδιο όγκου |
el. | tuned amplifier stage | συντονιζόμενη ενισχυτική βαθμίδα |
earth.sc., mech.eng. | two-stage compression | διβάθμια συμπίεση |
agric. | two-stage cutting | υλοτομία εις δύο στάδια |
earth.sc., mech.eng. | two stage element | στοιχείο δύο σταδίων |
earth.sc., mech.eng. | two stage element | διηθητικό στοιχείο φίλτρου δύο σταδίων |
agric. | two-stage felling | υλοτομία εις δύο στάδια |
earth.sc., mech.eng. | two stage filter | φίλτρο δύο σταδίων |
stat. | two-stage least squares | δισταδιακά ελάχιστα τετράγωνα |
stat. | two-stage least squares | μέθοδος ελάχιστων τετραγώνων δύο σταδίων |
stat. | two-stage least squares | γενικευμένες κλασικές γραμμές εκτιμήτριες |
stat. | two-stage least squares | ελάχιστα τετράγωνα δύο σταδίων |
stat. | two-stage least squares | γενικευμένοι κλασικοί γραμμικοί εκτιμητές |
earth.sc., mech.eng. | two stage pump | αντλια δύο βαθμίδων |
met., mech.eng. | two stage regulator | ρυθμιστής πιέσεως με δύο στάδια εκτονώσεως |
gen. | two-stage rocket | πύραυλος με 2 ορόφους |
gen. | two three, four stage rocket | πύραυλος διόροφος, τριόροφος, πολυόροφος |
gen. | two-stage rocket | πύραυλος με δύο ορόφους |
gen. | two-stage rocket | διόροφος πύραυλος |
stat. | two stage sample | δείγμα δύο σταδίων |
stat. | two-stage sample | δισταδιακό δείγμα |
tech., industr., construct. | two-stage-warping | διάσιμο σε δύο στάδια |
med. | two-cell stage | στάδιο δύο κυττάρων |
el. | uncompensated transistor stage | βαθμίδα τρανζίστορ μη αντισταθμισμένη |
math. | unit stage sampling | μονάδα δειγματοληψίας στάδιο |
math. | unit stage sampling | ενωτικό δειγματοληψία |
math. | unit stage sampling | μόνο δειγματοληψία |
med. | vegetative stage | βλαστική φάση |
med. | vegetative stage | βλαστικό στάδιο |
med. | vegetative stage | βλαστική περίοδος |
life.sc. | warning stage | στάθμη κινδύνου |
commer. | wholesale marketing stage | στάδιο του χονδρικού εμπορίου |
commer. | wholesale stage | στάδιο του χονδρικού εμπορίου |
comp., MS | workflow stage | στάδιο ροής εργασίας (An element of workflow logic that groups steps. Adding stages to a workflow does not affect how the steps function. Stages are purely for conceptual grouping of steps within complex workflows) |
law | written stage of the procedure | γραπτό στάδιο της διαδικασίας |