Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
English
⇄
Chinese
Danish
Dutch
Esperanto
French
German
Greek
Italian
Lithuanian
Polish
Portuguese
Russian
Serbian Latin
Spanish
Ukrainian
Terms
containing
shielded
|
all forms
|
exact matches only
Subject
English
Greek
met.
gas
shielded
arc cutting
κοπή τόξου σε ατμόσφαιρα αδρανούς αερίου
met.
gas-
shielded
arc welding
συγκόλληση τόξου σε προστατευτική ατμόσφαιρα
met.
gas
shielded
magnetic flux arc welding
συγκόλληση τόξου με μαγνητική σκόνη περιβλήματος
met.
gas
shielded
metal-arc cutting
κοπή τόξου με μεταλλικό ηλεκτρόδιο σε αδρανή ατμόσφαιρα
met.
gas
shielded
tungsten arc cutting
κοπή τόξου με ηλεκτρόδιο βολφραμίου σε αδρανή ατμόσφαιρα
el.
gas-
shielded
welding
συγκόλληση υπό την προστασία αερίου
nucl.phys.
heavily
shielded
storage of sensitive nuclear material
ισχυρά θωρακισμένη αποθήκευση ευαίσθητου πυρηνικού υλικού
met.
inert gas
shielded
arc welding
συγκόλληση τόξου σε αδρανή ατμόσφαιρα
mech.eng., el.
machine
shielded
through half of its rotation by a shroud
ανεμοκινητήρες κατακόρυφου άξονα με προσανατολιζόμενο πέτασμα προστασίας
el.
metal-
shielded
plastic transistor
τρανζίστορ πλαστικής συσκευασίας μεταλλικού προστατευτικού καλύμματος
el.
metal-
shielded
plastic transistor
κρυσταλλοτρίοδος πλαστικής συσκευασίας μεταλλικού προστατευτικού καλύμματος
el.
shielded
area
θωρακισμένη περιοχή
earth.sc., el.
shielded
cable
θωρακισμένο καλώδιο
life.sc.
shielded
cap
καλύπτρα
nucl.pow.
shielded
cell
κυψέλη ραδιενέργειας
el.
shielded
chamber
θωρακισμένος θάλαμος
el.
shielded
connector
θωρακισμένο βύσμα
mech.eng.
shielded
disposal drum
θωρακισμένο βαρέλι οριστικής αποθέσεως
chem.
shielded
glass
θωρακισμένος υαλοπίνακας
el.
shielded
ignition cable
θωρακισμένα καλώδια σπινθηριστών
met.
shielded
inert gas metal arc welding
sigma welding
συγκόλληση τόξου σε αδρανή ατμόσφαιρα
commun.
shielded
interconnecting cable
θωρακισμένο καλώδιο διασυνδέσεων
commun.
shielded
loop aerial
θωρακισμένη βροχοκεραία
commun.
shielded
loop aerial
θωρακισμένο πλαίσιο
commun.
shielded
loop antenna
θωρακισμένη βροχοκεραία
commun.
shielded
loop antenna
θωρακισμένο πλαίσιο
earth.sc.
shielded
nuclide
απομονωμένο νουκλε ίδιο
commun., IT
shielded
pair
θωρακισμένο ζεύγος
transp.
shielded
panel
θωρακισμένος υαλοπίνακας
phys.sc., el.
shielded
room
θάλαμος προστατευόμενος από την ΗΜ ακτινοβολία
life.sc.
shielded
side of the moon
προστατευμένη πλευρά της Σελήνης
IT
shielded
symmetrical pair
θωρακισμένο συμμετρικό ζεύγος
el.
shielded
-type cable
καλώδιο θωρακισμένου τύπου
life.sc.
shielded
zone of the moon
προστατευμένη ζώνη της Σελήνης
agric.
to
treat the product
shielded
from the air
επεξεργασία του προϊόντος απουσία αέρος
comp., MS
Windows Firewall
shielded
mode
Θωρακισμένη λειτουργία του Τείχους προστασίας των Windows
(A features of Windows Firewall that blocks everything)
Get short URL