DictionaryForumContacts

   English
Terms for subject Agriculture containing fuel | all forms | exact matches only
EnglishGreek
available fuelεύφλεκτον υλικόν
coarse fuelβαρέα καύσιμος ύλη
diesel fuel for agricultural purposesπετρέλαιο χρησιμοποιούμενο στη γεωργία
diesel fuel for heatingντήζελ για θέρμανση
diesel fuel for motor vehiclesντήζελ κίνησης
fine fuelλεπτόν εύφλεκτον υλικόν
flash fuelλεπτόν εύφλεκτον υλικόν
fuel breakαντιπυρικόν εμπόδιον
fuel breakζώνη ασφαλείαςκατά της επέκτασης της πυρκαγιάς
fuel cropφυτά για ενεργειακούς σκοπούς
fuel cropφυτική καλλιέργεια για παραγωγή καυσίμων
fuel-moisture indicator stickυγρομετρική ράβδος
fuel oil drierξηραντήριο με μαζούτ
fuel oil drierξηραντήριο με ακάθαρτο πετρέλαιο
fuel oil purifierφυγοκεντρικός καθαριστής καυσίμου
fuel oil purifierμηχάνημα καθαρισμού καυσίμου
fuel oil unitμονάδα προεπεξεργασίας καυσίμου
fuel reductionΠεριορισμός των κινδύνων πυρκαϊάς
fuel-reduction burningπροληπτική καύσις
fuel-type classificationΚατάταξη κατά ζώνες ευφλεκτικότητας
heavy fuelβαρέα καύσιμος ύλη
hog fuelσχίζα,λεπτόν ξύλον
light fuelλεπτόν εύφλεκτον υλικόν
living fuel breakφυτικόν αντιπυρικόν φράγμα
solid fuel heaterθερμάστρα στερεού καυσίμου
solid fuel heaterθερμάστρα ημίκαυστου άνθρακα
wood fuelκαυσόξυλο