Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
English
⇄
Afrikaans
Arabic
Basque
Bulgarian
Catalan
Chinese
Croatian
Czech
Danish
Dutch
English
Esperanto
Estonian
Finnish
French
German
Greek
Hungarian
Irish
Italian
Japanese
Latvian
Lithuanian
Maltese
Norwegian Bokmål
Polish
Portuguese
Romanian
Russian
Scottish Gaelic
Serbian
Serbian Latin
Slovak
Slovene
Spanish
Swedish
Turkish
Ukrainian
Uzbek
Terms
for subject
Energy industry
containing
fuel
|
all forms
|
exact matches only
English
Greek
Advisory Committee on the Management of Demonstration Projects on Liquefaction and Gasification of Solid
Fuels
Συμβουλευτική Επιτροπή για τη Διαχείριση των Προγραμμάτων Επίδειξης - Υγρο- ποίηση και Αεριοποίηση των Στερεών Καυσίμων
alcohol-based
fuel
καύσιμο με βάση το οινόπνευμα
alkaline
fuel
cell
αλκαλική μπαταρία
aviation and marine bunker
fuel
καύσιμα για διεθνείς αέριες και θαλάσσιες μεταφορές
Bio-
Fuels
Committee
επιτροπή βιοκαυσίμων
biochemical
fuel
cell
βιοχημική στήλη καυσίμου
biomass
fuel
καύσιμο από βιομάζα
boiler on biomass
fuel
λέβης που λειτουργεί με καύσιμο βιομάζας
conventional fossil
fuel
συμβατικό ορυκτό καύσιμο
depleted
fuel
αναλωμένα πυρηνικά καύσιμα
depleted
fuel
αναλωμένο πυρηνικό καύσιμο
depleted
fuel
εξαντλημένο πυρηνικό καύσιμο
depleted
fuel
ακτινοβολημένο πυρηνικό καύσιμο
diesel
fuel
βενζίνη και πετρέλαιο κίνησης
diesel
fuel
ντήζελ
domestic
fuel
oil
πετρέλαιο θέρμανσης
domestic
fuel
oil
ελαφρό μαζούτ
dual-
fuel
boiler
λέβητας διπλού καυσίμου
dual-
fuel
supply
παροχή διπλού καυσίμου εναλλακτικώς
electronic
fuel
injection system
ηλεκτρovικό σύστημα έγχυσης καυσίμoυ
engine
fuel
καύσιμο κινητήρα
engine
fuel
βενζίνη για κινητήρες
fabrication of nuclear
fuel
παρασκευή πυρηνικών καυσίμων
flexible
fuel
line
εύκαμπτη γραμμή καυσίμου
fossil
fuel
power plant
μονάδα ηλεκτροπαραγωγής από ορυκτά καύσιμα
fossil-
fueled
power station
συμβατικός θερμοηλεκτρικός σταθμός
fossil
fuels
ορυκτά καύσιμα
fuel
assembly
διάταξη καυσίμου
fuel
cartridges of nuclear reactors
ράβδοι πυρηνικών αντιδραστήρων
fuel
cell
στήλη καυσίμου
fuel
cell
στοιχείο καυσίμου
fuel
cell
κυψέλη καυσίμου
fuel
cell battery
συσσωρευτής με στοιχεία καυσίμων
fuel
cell system
σύστημα στοιχείου καυσίμου
fuel
charge
φορτίο
fuel
consumption
κατανάλωση καυσίμου
fuel
enrichment capacity
δυναμικότητα εμπλουτισμού του καυσίμου
fuel
fabrication and processing plant
μονάδα παρασκευής και επεξεργασίας καυσίμου
fuel
flow
κατανάλωση καυσίμου
fuel
from biomass
καύσιμο από βιομάζα
fuel
gas
αέριο καύσιμο θέρμανσης
fuel
handling equipment
μηχανισμός χειρισμού στοιχείων πυρηνικού καυσίμου
fuel
hose
εύκαμπτος σωλήνας καυσίμων
fuel
oil
πετρέλαιο θέρμανσης
fuel
oil
μαζούτ
fuel
pellet
δισκίο καυσίμου
fuel
poverty
ενεργειακή πενία
fuel
poverty
ενεργειακή φτώχεια
fuel
switch
μετάβαση σε άλλα είδη καυσίμων
fuel
switching capacity
δυνατότητα αλλαγής καυσίμων
gaseous
fuel
αέριο καύσιμο
Greek
Fuel
and Mineral Oils
Ελληνικά Καύσιμα Ορυκτέλαια
heavy
fuel
oil
μαζούτ' βαρύ πετρέλαιο; βαρύ μαζούτ
heavy
fuel
oil
βαρύ μαζούτ
high sulphur industrial
fuel
καύσιμο με υψηλή περιεκτικότητα σε θείο
high-temperature
fuel
cell
στοιχείο καυσίμων υψηλής θερμοκρασίας
home-heating
fuel
ελαφρό μαζούτ
hot-water boiler fired with gaseous
fuel
λέβης παραγωγής ζεστού νερού που τροφοδοτείται με αέρια καύσιμα
hot-water boiler fired with liquid
fuel
λέβης παραγωγής ζεστού νερού που τροφοδοτείται με υγρά καύσιμα
impoverished
fuel
ακτινοβολημένο πυρηνικό καύσιμο
impoverished
fuel
αναλωμένα πυρηνικά καύσιμα
impoverished
fuel
αναλωμένο πυρηνικό καύσιμο
impoverished
fuel
εξαντλημένο πυρηνικό καύσιμο
international bunker
fuel
καύσιμα για διεθνείς αέριες και θαλάσσιες μεταφορές
International Nuclear
Fuel
Cycle Evaluation
διεθνής αξιολόγηση του κύκλου πυρηνικών καυσίμων; διεθνής εκτίμηση του κύκλου των πυρηνικών καυσίμων; Διάσκεψη INFCE
irradiated
fuel
αναλωμένο πυρηνικό καύσιμο
irradiated
fuel
αναλωμένα πυρηνικά καύσιμα
irradiated
fuel
εξαντλημένο πυρηνικό καύσιμο
irradiated
fuel
element
ακτινοβολημένο καύσιμο στοιχείο
irradiated nuclear
fuel
ακτινοβολημένο πυρηνικό καύσιμο
irradiated nuclear
fuel
αναλωμένο πυρηνικό καύσιμο
irradiated nuclear
fuel
αναλωμένα πυρηνικά καύσιμα
irradiated nuclear
fuel
εξαντλημένο πυρηνικό καύσιμο
lead-free
fuel
αμόλυβδη βενζίνη
light
fuel
oil
ελαφρό μαζούτ
liquefaction and gasification of solid
fuels
υγροποίηση και αεριοποίηση των στερεών καυσίμων
liquid
fuel
υγρά καύσιμα
liquid
fuel
υγρό καύσιμο
low sulphur industrial
fuel
καύσιμο με χαμηλή περιεκτικότητα σε θείο
medium
fuel
oil
μεσαίο μαζούτ
methyl
fuel
βενζίνη μεθανόλης
mine-owned patent
fuel
plant
μονάδα παραγωγής συσσωματωμάτων σε ορυχεία
molten carbonate
fuel
cell
στοιχείο τετηγμένων ανθρακικών αλάτων
molten carbonate
fuel
cell
ηλεκτρικό στοιχείο καυσίμου τετηγμένου ανθρακικού άλατος
monitoring by laser of nuclear
fuel
stored in ponds
σύστημα επιτήρησης με ακτίνες λέιζερ των αποθηκευμένων σε δεξαμενή πυρηνικών καυσίμων
motor
fuel
καύσιμα
Multiannual Programme of technological actions promoting the clean and efficient use of solid
fuels
πολυετές πρόγραμμα τεχνολογικών δράσεων για την προώθηση της αντιρρυπαντικής και αποδοτικής χρησιμοποίησης των στερεών καυσίμων
patent
fuel
πλίνθος άνθρακα
patent
fuel
μπρικέτα
patent
fuel
συσσωμάτωμα λιθάνθρακα
patent hard-coal
fuel
συσσωματώματα λιθάνθρακα
phosphoric acid
fuel
cell
στοιχεία φωσφορικού οξέος
polymer
fuel
cell
στοιχείο καύσης υδρογόνου από πολυμερή
porous nitride
fuel
with a high thermal stability
πορώδες καύσιμο από νιτρίδια με υψηλή θερμική ευστάθεια
primary
fuel
cell
πρωτογενές στοιχείο καυσίμων
redox
fuel
cell
στήλη κύκλου οξειδοαναγωγής
redox
fuel
cell
στήλη redox
reference
fuel
καύσιμο αναφοράς
regenerative
fuel
cell
στήλη με αναγεννώμενο καύσιμο
reprocessing of irradiated nuclear
fuel
επανεπεξεργασία ακτινοβοληθέντων πυρηνικών καυσίμων
reprocessing of irradiated nuclear
fuels
επανακατεργασία ραδιενεργών πυρηνικών καυσίμων
reprocessing of irradiated nuclear
fuels
επανακατεργασία ραδιενεργών καυσίμων
secondary
fuel
δευτερογενές καύσιμο
secondary
fuel
cell
δευτερογενές στοιχείο καυσίμων
smokeless
fuel
απαιθαλωμένο καύσιμο
solid oxide
fuel
cell
κυψέλη καυσίμου στερεού ηλεκτρολύτη
solid oxide
fuel
cell
στοιχείο στερεού οξειδίου
solid polymer
fuel
cell
ανάπτυξη σύστημα με στοιχεία καυσίμου τύπου
solid polymer
fuel
cell
ηλεκτρικό στοιχείο καυσίμου στερεών πολυμερών
solid proton
fuel
cell
ηλεκτρικό στοιχείο καυσίμου στερεού πρωτονίου
spent
fuel
ακτινοβολημένο πυρηνικό καύσιμο
spent
fuel
αναλωμένο πυρηνικό καύσιμο
spent
fuel
αναλωμένα πυρηνικά καύσιμα
spent
fuel
εξαντλημένο πυρηνικό καύσιμο
spent
fuel
element
χρησιμοποιημένο καύσιμο στοιχείο
spent nuclear
fuel
αναλωμένο πυρηνικό καύσιμο
spent nuclear
fuel
αναλωμένα πυρηνικά καύσιμα
spent nuclear
fuel
ακτινοβολημένο πυρηνικό καύσιμο
spent nuclear
fuel
εξαντλημένο πυρηνικό καύσιμο
substitute motor
fuel
υποκατάστατο καύσιμο
synthetic motor-
fuel
συνθετικό καύσιμο
test
fuel
καύσιμο δοκιμής
thermophysical measurement of the properties of
fuels
at very high temperatures
θερμοφυσική μέτρηση των ιδιοτήτων των καυσίμων σε πολύ υψηλή θερμοκρασία
transport
fuel
καύσιμα μεταφορών
unleaded
fuel
αμόλυβδη βενζίνη
Get short URL