DictionaryForumContacts

   English
Terms for subject Finances containing flat | all forms | exact matches only
EnglishGreek
a customs duty shall be charged at the flat rate of 10 % ad valoremεφαρμóζεται κατ'αποκοπή δασμóς 10% κατ'αξíαν
flat benefitκατ'αποκοπή παροχή
flat feeεφάπαξ προμήθεια
flat moneyπαραστατικό χρήμα
flat moneyχρήμα ευχερώς υποκείμενο σε μεταβολές της αγοραστικής του δύναμης
flat moneyχαρτονόμισμα
flat moneyπιστωτικό χρήμα
flat moneyακάλυπτο χρήμα
flat paymentσταθερό ποσό μηνιαίας πληρωμής τόκων και επιτοκίου
flat positionσταθερή θέση
flat rateσύνθετα τέλη
flat rateμικτά τέλη
flat-rate aidκατ' αποκοπή ενίσχυση
flat-rate amountκατ'αποκοπή ποσό
flat-rate benefitκατ'αποκοπή παροχή
flat-rate compensation schemeκατ'αποκοπή καθεστώς αντιστάθμισης
flat rate correctionκατ' αποκοπή διόρθωση
flat rate customs dutyκατ' αποκοπήν δασμός; κατ' αποκοπήν φορολόγηση
flat-rate farmerγεωργός κατ'αποκοπή
flat-rate financingχρηματοδότηση με σταθερούς συντελεστές
flat-rate guarantee systemσύστημα κατ'αποκοπήν εγγύησης
flat rate paymentενιαία καταβολή
flat-rate repaymentκατ' αποκοπή εξόφληση
flat-rate securityεγγύηση κατ'αποκοπή
flat-rate taxation on importationκατ'αποκοπή φορολόγηση στην εισαγωγή
flat yieldτρέχουσα απόδοση
flat yield curveεπίπεδη καμπύλη απόδοσης
flat yield curveομαλή καμπύλη απόδοσης
uniform flat rateενιαίος κατ'αποκοπή συντελεστής
value added for flat-rate farmersπροστιθέμενη αξία των κατ'αποκοπή γεωργών