DictionaryForumContacts

   English
Terms for subject Materials science containing filler | all forms | exact matches only
EnglishGreek
auger fillerδοσομετρικός κοχλίας
cement with fillerτσιμεντοκονίαμα
conventional shear strength of a solder or brazing filler metalσυμβατική αντοχή διάτμησης μιας συγκόλλησης
fibre fillerινώδες υλικό γεμίσματος
fibre fillerινώδες πληρωτικό υλικό
filler capδοσομετρικός κοχλίας
filler plugδοσομετρικός κοχλίας
gravity fillerγεμιστικό με βαρύτητα
rotary fillerπεριστροφικό γεμιστικό
swan-neck filler ductκαμπυλωτό τμήμα αγωγού πλήρωσης
swan-neck filler duct"λαιμός κύκνου" αγωγού φόρτωσης