Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
English
⇄
Chinese
Dutch
English
French
German
Greek
Japanese
Russian
Terms
for subject
Transport
containing
a/c
|
all forms
|
in specified order only
English
Greek
a.c
.charge indicator
ενδείκτης φορτίου εναλλασσόμενου ρεύματος
a.c
.converter
μεταλλάκτης συνεχούς-εναλλασσόμενου ρεύματος
a.c
.converter
αναστροφέας συνεχούς-εναλλασσόμενου ρεύματος
a.c
.generator protection panel
συσκευή προστασίας εναλλακτήρα
A/C
grounding
απαγόρευση πτήσης
A/C
grounding
μη περαιτέρω εκτέλεση πτήσεων
A/C
grounding
καθήλωση στο έδαφος
A/C
grounding
ακινητοποίηση στο έδαφος
A/C
handling and control
επιμέλεια της πτήσης
a.c
.inverter
αναστροφέας συνεχούς-εναλλασσόμενου ρεύματος
a.c
.inverter
μεταλλάκτης συνεχούς-εναλλασσόμενου ρεύματος
a.c
.locomotive
μηχανή που λειτουργεί με εναλλασσόμενο ρεύμα
a.c
.locomotive
μηχανή μονοφασικού ρεύματος
a.c
.locomotive
μηχανή εναλλασσόμενου ρεύματος
A/C
report
έκθεση βάρους αεροσκάφους
A/C
weight report
έκθεση βάρους αεροσκάφους
A.T.C.
αυτόματη διάταξη ακινητοποίησης των αμαξοστοιχιών
A.T.C.
αυτόματη συσκευή ακινητοποίησης των αμαξοστοιχιών
A.T.C.
αυτόματη ακινητοποίηση των αμαξοστοιχιών
A.T.O.M.I.C
αυτόματη λειτουργία συρμών με την βοήθεια μικρο-υπολογιστή
engine speeds A, B and C
στροφές κινητήρα Α, Β και Γ
locomotive with
a.c
./d.c.motor converter set
μηχανή με μετατροπείς συνεχούς/εναλλασσόμενου ρεύματος
locomotive with
a.c
./d.c.motor converter set
μηχανή με μετατροπή ρεύματος
remote
a.c
.radiometer system
σύστημα τηλεμέτρησης με εναλλασσόμενο ρεύμα
Get short URL