DictionaryForumContacts

   Slovene Greek
A B C D E F G H I J K L M N O P R S T U V W Z   <<  >>
Terms for subject Finances (3016 entries)
bilateralna investicijska pogodba διμερής επενδυτική συμφωνία
blago na začasnem izvozu εμπορεύματα προσωρινής εξαγωγής
blago po poreklu iz Skupnosti εμπορεύματα κοινοτικής καταγωγής
blago po poreklu iz Skupnosti εμπορεύματα καταγωγής Κοινότητας
blago v prostem prometu εμπορεύματα σε ελεύθερη κυκλοφορία
blago v začasni hrambi εμπορεύματα σε προσωρινή εναπόθεση
blago, ki ne ustreza določbam pogodbe εμπορεύματα μη σύμφωνα προς τους όρους του συμβολαίου
blago, ki se začasno odstrani iz carinskega skladišča εμπορεύματα τα οποία έχουν εξέλθει προσωρινά από την τελωνειακή αποθήκη
blago, pridobljeno s predelavo kmetijskih proizvodov εμπορεύματα που προκύπτουν από τη μεταποίηση γεωργικών προϊόντων
blago, sproščeno v prosti promet εμπορεύματα που έχουν τεθεί σε ελεύθερη κυκλοφορία
blago, zavezano carinskemu nadzoru εμπορεύματα υπό τελωνειακή επιτήρηση
blago, zavezano uvoznim dajatvam εμπόρευμα που υπόκειται σε εισαγωγικούς δασμούς
blažilnik NVS ΚΑΕ με αποθεματικό ασφαλείας
bonitetna agencija οίκος αξιολογήσεως πιστοληπτικής ικανότητας
bonitetna agencija οργανισμός αξιολόγησης της πιστοληπτικής ικανότητας
bonitetna agencija οργανισμός πιστοληπτικής αξιολόγησης
bonitetna kategorija κατηγορία αξιολόγησης
bonitetna ocena αξιολόγηση πιστοληπτικής ικανότητας
bonitetna ocena βαθμός από άποψη φερεγγυότητας
bonitetna ocena διαβάθμιση από άποψη φερεγγυότητας