Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Slovene
⇄
Greek
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
R
S
T
U
V
Z
<<
>>
Terms for subject
Energy industry
(276 entries)
fotonapetostna celica
φωτοβολταϊκό στοιχείο
glavna ozemljitvena sponka
κύριος ακροδέκτης γείωσης
glavna ozemljitvena zbiralka
κύριος ακροδέκτης γείωσης
globinska zaščitna cev
επένδυση φρεατίου
globinska zaščitna cev
επενδεδυμένη γεώτρηση
gorivna celica
κυψέλη καυσίμου
gorivna celica
στήλη καυσίμου
gorivna celica
στοιχείο καυσίμου
gorivna celica s taljenimi karbonati
ηλεκτρικό στοιχείο καυσίμου τετηγμένου ανθρακικού άλατος
gorivo
καύσιμο
gorljiv plin
καύσιμο αέριο
grelno število
συντελεστής θερμικής απόδοσης
hladilno število
βαθμός ενεργειακής απόδοσης
inštalirana moč
εγκαταστημένη ισχύς
Instrument EU za varnost preskrbe z energijo in energetsko infrastrukturo
κοινοτικό μέσον ενεργειακής ασφάλειας και υποδομής
integrirano uplinjevalni kombinirani cikel
συνδυασμένος κύκλος ολοκληρωμένης αεριοποίησης άνθρακα
Inteligentna energija
ευφυής ενέργεια
inteligentni merilni sistem
ευφυές σύστημα μέτρησης
internalizacija eksternih stroškov
εσωεπιχειρησιακός καταλογισμός του εξωτερικού κόστους
internalizacija eksternih stroškov
εσωτερίκευση των εξωτερικών στοιχείων κόστους
Get short URL