DictionaryForumContacts

   Slovene Greek
A B C Č D E F G H I J K L M N O P R S Š T U V W X Y Z Ž   <<  >>
Terms for subject Energy industry (276 entries)
mreža korespondentov EU za energetsko varnost Δίκτυο ανταποκριτών ασφαλείας της ΕΕ σε θέματα ενέργειας
načrt medsebojnega povezovanja na baltskem energetskem trgu σχέδιο διασύνδεσης των αγορών ενέργειας της περιοχής της Βαλτικής
načrt povezovanja baltskega energetskega trga σχέδιο διασύνδεσης των αγορών ενέργειας της περιοχής της Βαλτικής
nazivna moč ονομαστική ισχύς
nazivna napetost ονομαστική τάση
neprekinjeno napajanje τροφοδοτικό αδιάκοπης παροχής
neprekinjeno napajanje τροφοδοτικό αδιάλειπτης παροχής
novi in obnovljivi viri energije νέες και ανανεώσιμες πηγές ενέργειας
obsevano gorivo ακτινοβολημένο πυρηνικό καύσιμο
obsevano gorivo αναλωμένα πυρηνικά καύσιμα
obsevano gorivo αναλωμένο πυρηνικό καύσιμο
obsevano gorivo εξαντλημένο πυρηνικό καύσιμο
ogrevanje prostorov s sončno energijo ηλιακή θέρμανση χώρου
ogrevanje vode s sončno energijo θερμικό ηλιακό σύστημα
oksidna gorivna celica κυψέλη καυσίμου στερεού ηλεκτρολύτη
osiromašeno gorivo ακτινοβολημένο πυρηνικό καύσιμο
osiromašeno gorivo αναλωμένα πυρηνικά καύσιμα
osiromašeno gorivo αναλωμένο πυρηνικό καύσιμο
osiromašeno gorivo εξαντλημένο πυρηνικό καύσιμο
pametno merjenje ευφυής μέτρηση