Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Hungarian
⇄
Greek
A
Á
B
C
D
E
É
F
G
H
I
Í
J
K
L
M
N
O Ó
Ö
Ő
P
Q
R
S
T
U
Ú Ü Ű
V
W
X Y
Z
<<
>>
Terms for subject
Environment
(6777 entries)
olajfinomító
διυλιστήριο πετρελαίου
olajfolt
πετρελαιοκηλίδα
olajfúrás
γεώτρηση για την εξεύρεση πετρελαίου
olajkatasztrófa
καταστροφή από πετρέλαιο
olajkiömlés
πετρελαιοκηλίδα
olajkiömlés
απόρριψη πετρελαίου
olajkutatás
έρευνα
(διερεύνηση)
για πετρέλαιο
olajmaradék visszanyerés
ανάκτηση υπολειμμάτων πετρελαίου
olajpala
πισσούχος σχιστόλιθος
olajszennyezés
πετρελαϊκή ρύπανση
olajszennyezés elhárítása
ελάττωση της πετρελαϊκής ρύπανσης
olajt meg/lekötő szer
πηκτικός παράγοντας του πετρελαίου
olajtartályhajó
πετρελαιοφόρο
olajtartályhajó
δεξαμενόπλοιο
olajtermelés
παραγωγή πετρελαίου
(αλυσίδα παραγωγής)
olajvezeték
αγωγός μεταφοράς πετρελαίου
olajvisszanyerő hajó
σκάφος απορρύπανσης
(από το πετρέλαιο)
olajzárólánc
εκτίναξη της τιμής του πετρελαίου
olcsó lakáslehetőség
στέγαση χαμηλού κόστους
oldás
διάλυση
Get short URL