DictionaryForumContacts

   Greek French
Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω Ϊ   <<  >>
Terms for subject General (26674 entries)
θέρμανση θα προκαλέσει αύξηση της πίεσης με κίνδυνο διάρρηξης l'échauffement cause une élévation de pression avec des risques d'explosion
θέρμανση μπορεί να προκαλέσει έκρηξη R5
θέρμανση μπορεί να προκαλέσει έκρηξη danger d'explosion sous l'action de la chaleur
θέρμανσις δι'υψηλής συχνότητος chauffage à haute-fréquence
θερμή έναρξη λειτουργίας της εγκατάστασης mise en service à chaud de l'installation
θερμή παγίδα καθαρισμού νατρίου piège chaud
θερμίδα calorie
θερμικά καθαρισμένο désencollage thermique
θερμική ακτινοβολία radiation calorifique
θερμική ακτινοβολία radiation de chaleur
θερμική ανάλυση analyse thermique
θερμική ανάλυση thermoanalyse
θερμική ανάλυση thermographie
θερμική διαλυτότητα σπανίων αερίων solubilité thermique des gaz rares
θερμική ισχύς ανά αντιδραστήρα επί συνεχούς λειτουργίας rendement thermique
θερμική ισχύς ενός πυρηνικού συστήματος παραγωγής ατμού puissance thermique d'un générateur nucléaire de vapeur
θερμική ισχύς πυρηνικού καυσίμου puissance du combustible
θερμική ροή DNB keine Entsprechung
θερμική στήλη colonne thermique
θερμική φόρτιση puissance massique