Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
French
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
Ϊ
<<
>>
Terms for subject
General
(26674 entries)
έλαιο κοκοφοίνικα
huile de coco
έλαιο κοκοφοίνικα
huile de coprah
έλαιο φοινικοπυρήνα
huile de palmiste
ελαιοδιαλυτός
liposoluble
ελαιοδιαλυτός
oléosoluble
ελαιόλαδo - αποτελούμενο από εξευγενισμένα ελαιόλαδα και παρθένα ελαιόλαδα
huile d'olive
ελαιόλαδo - αποτελούμενο από εξευγενισμένα ελαιόλαδα και παρθένα ελαιόλαδα
huile d'olive composée d'huiles d'olive raffinées et d'huiles d'olive vierges
έλαιον εκ πιέσεως
huile de pression
έλαιον εξ εκχυλίσεως
huile d'extraction
ελαστικό επίσωτρο βελτιωμένης κάμψης
pneumatique à enfoncement amélioré
ελαστικό επίσωτρο γεωργικού μηχανήματος
pneumatique pour machine agricole
ελαστικό επίσωτρο πολύ μεγάλης κάμψης
pneumatique à enfoncement amélioré
ελαστικό επίσωτρο πολύ μεγάλης κάμψης
pneumatique à très grand enfoncement
ελαστικότητα πρόβλεψης
élasticité de prévision
ελαστικός κυλινδρικός στρωτήρας με ραβδώσεις
rouleau en caoutchouc nervuré
ελαστομερική κατεργασία
outillage élastomère
έλασμα δαπέδου
tôle du fond
έλασμα μπουλντόζας
lame bull
έλασμα μπουλντόζας
lame bull-dozer
έλασμα συνδέσεως
tôle d'assemblage
Get short URL